Γρηγόρης Καρταπάνης:ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΘΗΤΕΙΑΣ

γρηγόρης-καρταπάνηςαναμνησεισ-τησ-θ-569660

Περιπέτειες απολυόμενου

Α’
Η καταγραφή αναμνήσεων της θητείας, νομίζω πως ικανοποιεί επαρκέστατα τις καλοδεχούμενες μνημονικές αναδρομές. Ο λόγος ακυρώνει κάθε περίπτωση λησμονιάς και έτσι παραμένουν οι μνήμες ζωντανές στο πέρασμα του χρόνου, αφού συχνά η θύμιση αδυνατίζει και ξεθωριάζουν μισοξεχασμένα πολλά από τα βιώματα του παρελθόντος.

Προτιμότερη λοιπόν η κάθε, απομνημονευματικής μορφής, γραπτή κατάθεση -σκρίπτα μάνεντ- από τις νοερές ενθυμίσεις και διηγήσεις, όταν το επιτάσσει κάποια αφορμή ή η απλή νοσταλγική διάθεση, δίχως να απορρίπτονται και αυτές οι επιστροφές στο παρελθόν που συμβάλουν στο ίδιο ζητούμενο: τη διατήρηση της μνήμης.

Αποτόλμησε ο γράφων, τη δημοσίευση αναμνήσεων από τη θητεία του στο Πολεμικό Ναυτικό και παλιότερα, με γεγονότα από τις Πρωτοχρονιές εκείνης της περιόδου (1983 και 1984), πέρα από το προηγούμενο σημείωμα. Ορισμένες άλλες καταγραφές, ευτράπελων κυρίως περιστατικών παραμένουν ανέκδοτες. Ως συνέχεια δε της αναφοράς μας την περασμένη Κυριακή ας θεωρηθεί και η σημερινή βιωματική κατάθεση με τις μικροπεριπέτειες των τελευταίων ημερών προτού την πολυπόθητη απόλυση.

Άλλωστε διαθέτουν και την επικαιρότητα, αφού συμπίπτουν ημερολογιακά – Νοέμβριος – αρχές Δεκεμβρίου – κάπου τριάντα χρόνια νωρίτερα.

Β’
Τα συναισθήματα του απολυόμενου στρατευμένου, ειδικά τότε που η θητεία είχε μια μεγαλύτερη διάρκεια, χαρακτηρίζονται ενίοτε περίεργα και αντιφατικά. Ικανοποίηση για το τέλος της ένστολης παρένθεσης, σκεπτικισμός και προβληματισμός για το ξεκίνημα της άλλης πολύχρονης θητείας του βίου.

Ετούτα αποτελούν επιγραμματικά την πλέον εμφανή αντινομία. Βέβαια η επιθυμία της απόλυσης, πρωταρχική και αδιαπραγμάτευτη, περιμένοντας με περισσή αγωνία και βιασύνη την ορισμένη ημερομηνία.

Διακατέχεται ο απολυόμενος από μία εμμονή αποχής από κάθε στρατιωτική δραστηριότητα, όσο λιγοστεύουν οι μέρες, κάτι που άτυπα θεωρείται αναφαίρετο δικαίωμά του, επιδιώκοντας όσο ποτέ και την επιπρόσθετη -λόγω απολύσεως- εξόδου. Καμιά φορά όμως συμβαίνουν γεγονότα τα οποία λες και γίνονται επίτηδες για να δυσκολέψουν τη στρατιωτική διαβίωση των τελευταίων εικοσιτετραώρων, που επιδιώκεται η όσο το δυνατόν πιο γρήγορη και ανώδυνη διέλευσή τους.

Δεν λείπουν όμως κάτι περίεργοι, εμπαθείς και ενδεχομένως κακόψυχοι βαθμοφόροι, με τη βούληση της επιβολής κάθε δυνατής ταλαιπωρίας απάνω στα τελειώματα. Επιδιώκουν να προβάλλουν λογής – λογής εμπόδια, ώστε να σου δυσκολέψουν ως την τελευταία στιγμή τον ένστολο βίο.

Γ’
Επειτα από το περιστατικό με τη φωτιά στη Βάση Υποβρυχίων και τη μικροένταση που δημιουργήθηκε, σκέφτηκα να εξαντλήσω το μικρό υπόλοιπο, πέντε ημερών που απέμενε, από την κανονική άδεια. Έκανα τον υπολογισμό μου ώστε να μην παραμείνω άλλο Σαββατοκύριακο ένδον, μετά από το παραπάνω συμβάν: 10 και 11 Νοεμβρίου ήμουν κανονικά εξόδου. Παίρνω από την επόμενη Τετάρτη την υπόλοιπη άδεια ως την Κυριακή 18/11. Πάλι εξόδου στις 24-25/11 και απέμενε το τελευταίο, πριν από την απόλυση, Σαββατοκύριακο, 1-2/12, στο οποίο δικαιωματικά παρέχονταν έξοδος ‘’λόγω επικειμένης απολύσεως ‘’ σε κάθε απολυόμενο.

Λογάριαζα όμως χωρίς τον αξιωματικό Γενικής Επιστασίας (Γ/Ε), έναν εμπαθή, κακόψυχο τύπο με μια ξινισμένη μούρη που εξέπεμπε αντιπάθεια, η απόλυτη προσωποποίηση του τυπολάτρη κομπλεξικού που αρέσκονταν να ταλαιπωρεί με κάθε είδους προσκόμματα τους ναύτες για να επικυρώνει την εξουσία του. Κι επειδή είχαμε κοντράρει κάμποσες φορές σε ζητήματα καθημερινής τριβής, βρήκε την ευκαιρία να με ταλαιπωρήσει.

Δ΄
Επιστρέφοντας λοιπόν από την ολιγοήμερη άδεια, τη Δευτέρα 19/11, με περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: αλλαγή τοιχαρχίας, δηλαδή ένταξη στο άλλο μισό της δύναμης της υπηρεσίας, όπως χωρίζεται αυτή για την εναλλαγή ενδόν – εξόδου.

Δηλαδή το επόμενο Σαββατοκύριακο ήμουν μέσα κι έξω το μεθεπόμενο που ούτως η άλλως θα κέρδιζα ως απολυόμενος. Καθαρά έκλεβαν ένα διήμερο εξόδου. Διαμαρτυρόμενος στη Γ/Ε και στο οπλονόμειο για αυτήν την αλλαγή, εκθέτοντας την άποψή μου, πήρα την ψυχρή στερεότυπη και δίχως καμία εξήγηση απάντηση ότι η απόφαση αυτή επιβάλλονταν από τις ανάγκες της υπηρεσίας –κουραφέξαλα.

Απευθύνθηκα αμέσως στους προϊστάμενους μας, των πληρωμάτων στις βάρκες, τον σημαιοφόρο Αργύρη και τον υποπλοίαρχο Τοτό, οι οποίοι ανεξήγητα δεν έδειξαν το απαιτούμενο ενδιαφέρον, όπως όπως το είχαν πράξει για τους υφισταμένους τους, άλλες φορές. Ο πρώτος ίσως να μην διέθετε καμία επιρροή, όντας δύο βαθμούς κατώτερος του Γ/Ε, αλλά ο δεύτερος σαν αρχαιότερος ομοιόβαθμός του, πιστεύω πως μπορούσε να παρέμβει αποτελεσματικά.

Να μην το έκανε επειδή απολυόμουν και δε με χρειαζόταν πλέον; (Παρένθεση: Αυτόν τον αξιωματικό τον είδα πολλά χρόνια αργότερα στην τηλεόραση, όταν είχε διατελέσει Δήμαρχος στην ιδιαίτερη πατρίδα του, κάπου στη Ν.Εύβοια. Είχε επισκεφτεί τότε την περιοχή ο μακαρίτης Μιλτ.Εβερτ και ο Δήμαρχος, ως ένθερμος οπαδός του κόμματος, χειροκροτούσε εμφατικά στο πλευρό του αρχηγού του, παροτρύνοντας διαρκώς και τους παρευρισκόμενους να δείχνουν ενθουσιασμό, όπως ακριβώς ο Παπαγιαννόπουλος στον Μαυρογιαλούρο)

Ε’
Με βαθιά την πίκρα από τις εξελίξεις, αποφάσισα να κάνω κάτι το οποίο ούτε είχα διανοηθεί επί 26 μήνες: Να προσποιηθώ ασθένεια για να μην είμαι ένδον το επίμαχο Σαββατοκύριακο. Πρωί – πρωί του Σαββάτου κίνησα για το Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών (Ν.Ν Α), επικαλούμενος σοβαρό πρόβλημα στη μέση (όπου είχα μικροπροβλήματα), ώστε να μου δοθεί «οίκοι νοσηλεία» δηλαδή παραμονή στο σπίτι λόγω ασθενείας.

Από το ταπεινό μου κατάλυμα στα Καμίνια έφθασα στο ευυπόληπτο Κολωνάκι, στο Ν.Ν.Α, στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Έπρεπε όμως να βρω ένα γιατρό στρατεύσιμο για να του εκθέσω, αν χρειαζόταν, την πάσα αλήθεια για το «πρόβλημα» ελπίζοντας σε κατανόηση.

Πράγματι, ρώτησα ένα ναύτη νοσοκόμο για το γιατρό που θα με εξέταζε όσο περίμενα απ’ έξω από εκεί που μου υποδείχτηκε να πάω και με πληροφόρησε πως επρόκειτο για κελευστή –γιατρό που υπηρετούσε θητεία. Να μην τα πολυλογώ του εξέθεσα ευθύς εξαρχής την αλήθεια και ότι ήθελε ας γινόταν. Δεν μπορούσα τα θέατρα και τις υποκρισίες: Ημουν μια χαρά αλλά με είχαν στριμώξει ένδον, απολυόμενο άνθρωπο, με κακόβουλη ενέργεια. Ο γιατρός έδειξε απόλυτη κατανόηση και φρόντισε να μην υπάρξουν παρατράγουδα: Αν ζητούσα «οίκοι νοσηλεία», έπρεπε να με εξετάσει ανώτερος γιατρός, μόνιμος αξιωματικός, γιατί μόνο αυτός μπορούσε να τη δώσει. Επειδή όμως ο σημερινός που εφημέρευε ήταν σχολαστικός και περίεργος, μου πρότεινε να μην το αποτολμήσω μήπως και καταλάβαινε την αλήθεια. Μπορούσε όμως ο ίδιος να μου χορηγήσει, χωρίς άλλη εξέταση, πλήρη απαλλαγή ως ‘’κλινήρη ‘’. Θα πήγαινα μεν στην υπηρεσία αλλά δεν επρόκειτο να με ενοχλήσει κανένας και για τίποτε. Μου το επισήμανε: ‘’Κλινήρης, όχι απλά ελεύθερος υπηρεσίας για να παρουσιάζεσαι σε κλήσεις, αναφορές αγήματα κλπ.’’

Έγραψε και μερικά παυσίπονα τα οποία προμηθεύτηκα από το νοσοκομείο, πήρα τη διάγνωση με τη πλήρη απαλλαγή καθηκόντων, τον ευχαρίστησα από καρδιάς και ξεκίνησα τον δρόμο της επιστροφής… ασθενής και με τη βούλα. Είχα φροντίσει νωρίτερα να ειδοποιήσω στην υπηρεσία για την επίσκεψη και ότι ίσως καθυστερούσα να επιστρέψω.

Ετσι δίχως βιασύνες κατέβηκα προς την Ομόνοια, πήρα το διώροφο της κλασικής γραμμής Αθήνα – Πειραιά, κατέβηκα στα Καμίνια, όπου και επισκέφτηκα ένα φωτογραφείο για να βγάλω τις φωτογραφίες του απολυτηρίου. Από τη Θηβών πήρα κάποιο λεωφορείο για Μάνδρα ή Ελευσίνα, αποβίβαση στο Σκαραμαγκά και έπειτα από μιας ώρας περίπου ποδαρόδρομο έφθασα στην Αμφιάλη, υποτίθεται ταλαιπωρημένος. Ήδη είχε περάσει ένα δίωρο από την κανονική ώρα προσέλευσης.

ΣΤ’
Αξιωματικός φυλακής (Α.Φ.) εκείνη τη μέρα ήταν ένας σημαιοφόρος ονόματι Φιλ.Παππούς, προϊστάμενος στα συνεργεία φραγμάτων, ο οποίος είχε ελάχιστες καθημερινές επαφές με τους ναύτες της υπηρεσίας. Επιπλέον διέθετε βλοσυρό ύφος και έδειχνε απρόσιτος, γεγονός που απέκλειε περιθώρια συμπάθειας. Μόλις έφθασα, πήγα στο γραφείο εκθέτοντας το πρόβλημά μου.
-Πως και έτσι, μου είπε με κάποια δυσπιστία, εσύ δεν είχες πάρε-δώσε με νοσοκομεία.
Προφανώς αναφερόταν σε περιπτώσεις που για ψύλλου πήδημα ή για αποφυγή υπηρεσιών κάποιοι επισκέπτονταν συνήθως το θεραπευτήριο του Παλάσκα. Και συμπλήρωσε:
-Καλώς, πήγαινε στο θάλαμο για ανάπαυση
Τότε με έπιασε πάλι το αίσθημα της αδικίας και ενώ κίνησα να φύγω επέστρεψα στο γραφείο, δίχως να σκεφτώ τυχόν επιπτώσεις
-Επειδή θέλω να είμαι ειλικρινής, δεν έχω και κάτι σοβαρό, ψιλοπράγματα. Αλλά ήθελα να αποφύγω την ένδον, επειδή μου άλλαξαν τοιχαρχία, του εξέθεσα συνοπτικά τα γεγονότα της Δευτέρας. Ότι ήθελε ας γίνονταν.
Ο αξιωματικός αυτός ήταν αρβανίτης, κάπου από τον Ασπρόπυργο ή τα Άνω Λιόσια, νομίζω, κι εκτίμησε την ειλικρίνεια μου, κατανοώντας της αδικία σε βάρος μου. Όχι μόνο συμφώνησε μαζί μου για την εσκεμμένη αλλαγή τοιχαρχίας, αλλά πήρε πρωτοβουλία ώστε να υπάρξει επανόρθωση.
-Επειδή έχεις απόλυτο δίκιο, εγώ προσωπικά θα ζητήσω να σου δοθούν σε έξοδο η Πέμπτη και η Παρασκευή και να απολυθείς με το καλό, μου είπε κοφτά.
-Ευχαριστώ κ Πάππου, δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό, τον ευχαρίστησα.

Πράγματι πήγε την Τρίτη ο ίδιος στο οπλονόμειο και έθεσε μόνος του το αίτημα για τις δύο μέρες, το οποίο και έγινε άμεσα αποδεκτό δίχως άλλα προσκόμματα. Με το διήμερο αυτό θα έβγαινα ως εξοδούχος την Τετάρτη το μεσημέρι και θα επέστρεφα την ερχόμενη Δευτέρα με μοναδική υποχρέωση την παράδοση, στην Υπηρεσία Υλικού του Ναυστάθμου, του σάκου με τις δύο κουβέρτες.

Πάλι έξοδος κι επιστροφή -τελευταία- με πολιτικά την Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου στη Διεύθυνση Ναυτικών Όπλων, πάλι στη Σαλαμίνα (στην Αμφιάλη ήταν το τμήμα Υφάλων Όπλων) για παραλαβή του απολυτηρίου.

Ουσιαστικά από τη μέρα που χορηγήθηκε το διήμερο αυτό δεν υπήρχε από μέρους μου καμία υπηρεσιακή υποχρέωση. Επιπλέον επικρατούσε πλήρης ικανοποίηση για την αποκατάσταση της αδικίας, χάρη στη κατανόηση του αξιωματικού που είχε τη βούληση, να βοηθήσει σε αντίθεση με τον προϊστάμενο μας.Ισως αυτή η μικροταλαιπωρία έκανε πιο ενδιαφέρουσα την απόλυση.


Καθημερινή στη διάρκεια της θητείας, η μεταφορά τορπιλών

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου