Γρ. Καρταπάνης: Το απελευθερωτικό κίνημα του 1878 και οι μάχες στη Μακρινίτσα

γρ-καρταπάνης-το-απελευθερωτικό-κίνη-95615

Φέτος συμπληρώνονται 140 χρόνια από τις μάχες στη Μακρινίτσα (6/2 και 15 έως 17/3/1878), οι οποίες αποτέλεσαν τις σημαντικότερες πολεμικές ενέργειες στο απελευθερωτικό κίνημα του 1878. Ετούτη η προσπάθεια για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, οδήγησε στο ποθητό αποτέλεσμα -παρά την ατυχή κατάληξη των επιχειρήσεων-μέσω του Βερολίνειου Συνέδριου, με την σύμφωνη γνώμη των ευρωπαϊκών δυνάμεων, έπειτα και από την ήττα της Τουρκίας στον Ρωσοτουρκικό, πόλεμο. Βέβαια οι επέτειοι πρέπει να υπενθυμίζονται κάθε χρόνο (και όχι μόνο στις συμπληρώσεις δεκαετιών), ώστε να κεντρίζουν την ιστορική μνήμη, δίχως να τις σκεπάζουν τα πέπλα της λησμονιάς και της αδιαφορίας. Ας κάνουμε λοιπόν στο σημερινό άρθρο μας μια μικρή αναφορά, ορισμένων πτυχών των γεγονότων του 1878, μέσα από τις καταγραφές του λαϊκού ζωγράφου Νίκου Χριστόπουλου. Ο ίδιος βέβαια δεν έζησε τα συμβάντα, αφού γεννήθηκε το 1880, έτυχε όμως να ακούσει αρκετές ζωντανές αφηγήσεις από το στόμα των γονιών του, οι οποίοι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες της σύντομης επαναστατικής περιόδου, αρκετά κοντά στα πράγματα και με έμμεση συμμετοχή σε αυτά. Μάλιστα η μητέρα του Ελένη, όπως αναφέρει ο ζωγράφος, τόσο σε κείμενο που ακολουθεί εδώ όσο και στην αρχή των απομνημονευμάτων του, όπου καταθέτει τη γενεαλογία του, είχε δεσμούς με τη Μακρινίτσα, το θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων του κινήματος: «Η μάνα μου γενίθικε στη Μακριράχη του Πηλίου, το γένος Κωνσταντίνου Ρέτσου. Όταν απέθανε ο πατέρας της ήταν 8 χρονόν, ξαναπανδρεύτικε η μάνα της και επιδή δεν την ήθελε ο μιτριός της την έδοσαν ος ψιχοκόρη στο Δημήτριο Τοπάλη στη Μακρινίτσα και όταν απέθανε ο γέρο-Τοπάλης εγγαταστάθικε η οικογένεια των Τοπαλαίων στο Βόλο, όπου παντρεύτικε τον πατέρα μου στα 1875…». Πάντως κατά την περίοδο των μαχών η μητέρα πρέπει να διέμενε, όπως διαφαίνεται στην αφήγηση που ακολουθεί, στο Τοπαλαίικο αρχοντικό, ίσως για περισσότερη ασφάλεια, αν και το επίκεντρο της αντιπαράθεσης, μεταφέρθηκε στη Μακρινίτσα. Έτσι γνώρισε από πρώτο χέρι τα όσα συνέβησαν στις δύο φονικές μάχες. Ο Ν. Χριστόπουλος αναθυμάται τα συμβάντα, με αφορμή την επέτειο των 80 χρόνων από την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1961, όταν έγιναν και τότε, αρκετές εκδηλώσεις. Την ίδια χρονική περίοδο άρχισε να καταγράφει τα απομνημονεύματά του και συμπεριέλαβε σ’ αυτά τις ενθυμήσεις των γονιών του, στις οποίες συναντούμε γνωστά και άγνωστα στοιχεία για τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους.

Ο Ν. Γατζόπουλος και η Μαργαρίτα

«Τόρα με τη σιμπλίροση της 80ετίας από την απελευθέροση του Βόλου, θα γράψο μερικά που μας έλεγε η μακαρίτισα η μάνα μου, γιατή έκανε 12 χρόνια στη Μακρινίτσα, ήτανε ψυχοκόρη του γέρο-Τοπάλη. Τον κερό που γίνονταν η μάχη της Μακρινίτσας ανδραγάθισαν πολή Μακρινιτσότες, μεταξύ αυτών ήταν και ο Νικολάκης ο Γανζόπουλος, που μετά την απελευθέροση του Βόλου έκανε το φούρνο που έβγαζε την κουραμάνα του στρατού που όταν ξεφούρνιζε τις κουραμάνες μοσχοβολούσε όλος ο δρόμος. Ηταν πάντα εύθυμος και χαρούμενος, σπάνια φισιογνομία.

Επίσης μας έλεγε η μάνα μου με τη Μαργαρίτα. Όταν ήταν μηκρό κορίτση τάλα τα κορήτσα την έλεγαν Μαλιούφα, γιατή σπανίος χτενιζόνταν, ήταν άφοβη δεν φοβόταν τήποτα. Την λέγαν τάλα κορήτσα: Δε φοβάσε μαρή Μαργαρίτα απ΄γιρνας μαναχής ; και αποκρίνονταν με περηφάνια: Τη να φοφθό μαρή σαλές, άμα θα μη πράξι κανένας θα τον κρεμάσο απ τα ποδάρια απάν στου δουκάρι. Αυτή ήταν η Μαργαρίτα ανδρογινέκα λεβέντισα. Έτυχε και τη γνόρισα με την όμορφη πηλιορίτικη φορεσιά που φορούσα στραβά το καλιμκερή, ήταν θάμα.

Όταν γίνονταν η μάχη ανδραγάθησαν κιάλες γινέκες, εκουβαλούσαν σφέρες και νερό στους αντάρτες. Ήταν η Σουίπενα και η Κατσούρενα και άλες πολές, αλά όλες της περνούσε η Μαργαρίτα».

Σε τούτη την πρώτη αφήγηση μνημονεύεται αρχικά ο Μακρινιτσώτης αγωνιστής Ν. Γατζόπουλος, που συμμετείχε με πρωταγωνιστικό ρόλο στις δύο μάχες. Έγραψε και ένα σύντομο χρονικό των γεγονότων με τίτλο «Ιστορικές σελίδες της εν Πηλίω επαναστάσεως του 1878», όπου περιέχονται καταγραφές του από πρώτο χέρι. Στη συνέχεια γίνεται εκτενής αναφορά στη θρυλική προσωπικότητα της όμορφης και ανδρογυναίκας (με την έννοια της παλικαριάς ) Μαργαρίτας Μπασδέκη, που όπως είναι γνωστό πολέμησε με απαράμιλλη γενναιότητα, μαζί με άλλες γυναίκες του χωριού. Μάλιστα, όπως λέει ο Χριστόπουλος, έτυχε να τη γνωρίσει προσωπικά.

Η βάρκα του πατέρα

«Όταν γίνονταν η μάχη του Σαρακινού πολή τραυματίες και πολεμοφόδια τους μετέφεραν στη Μινζέλα με μια βάρκα του πατέρα που την λέγαν Γριά, ήταν πολή γρίγορη, ήχε κυβερνίτη τον Τρικεριότη τον Παρίση τον Μουστάκα και πλίρομα τον Αχιλέα τον Καψάλα από την Μακρινίτσα και τον Μιχάλη τον Λεούση από τον Βόλο. Έκανε ότη ήταν παραγαδιάρικια, από βραδής στο μουράγιο, το πρωί στο ίδιο μέρος και έτση ξεγελιόνταν η Τούρκη. Ορμιτίριο ήχαν του Αγίου Νικολάου τα χωράφια πουίνε αποκή απ τη Γορίτσα.

Αποκή πέρναν τους τραυματίες βγάζαν τα πολεμοφόδια όλη τη νίκτα και το πρωί πάλι στο μουράγιο. Άπχιαστός κλέφτης, καθάριος νηκοκίρης, πού να καταλάβουν η τούρκη τη γίνονταν όλη τη νίκτα.Αυτά γίνονταν εκίνα τα χρόνια, ήταν ο κόσμος αποφασισμένος και δεν γνόριζαν τη θα πή φόβος. Γιατή τάσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκονε η σκλαβιά».

Εδώ ο αφηγητής καταθέτει μια άγνωστη μαρτυρία, για την συμμετοχή στο κίνημα του πατέρα του με το ιδιωτικό του σκάφος, που φρόντιζε για τον ανεφοδιασμό των στρατιωτικών τμημάτων αλλά και την παραλαβή των τραυματιών, οι οποίοι μεταφέρονταν στη Μιτζέλα, ώστε να βρίσκονται ασφαλείς σε Ελληνικό έδαφος. Η επικινδυνότητα αυτών των κινήσεων, όπως και ο ευφυής παραπλανητικός τρόπος συμπεριφοράς του παράτολμου πληρώματος, καταγράφεται με σαφήνεια. Είναι άλλωστε γνωστή η συμμετοχή ιδιωτικών πλεούμενων στον αγώνα, με τους εμπλεκόμενους να παίζουν το κεφάλι τους κορώνα γράμματα. Ο πατέρας Αθανάσιος Χριστόπουλος διέθετε ανάλογη προϋπηρεσία, με την συμμετοχή του στην Κρητική Επανάσταση του 1866 -69, όταν είχε μεταβεί επικεφαλής ομάδας εθελοντών από τη Σύρο, καταπώς σημειώνεται σε άλλο σημείο των χειρογράφων.

Οι …… Αυστριακοί

«Επή τη σιμπλιρόση της 80ετιας για την απελευθέροση της Θεσαλίας θα γράψω μερικά που έλεγαν η γονίς μου όταν εγίνονταν η μάχη απάνο στο Σαρακινό της Μακρινίτσας. Όλη η Βολιότες που μετριόνταν στα δάκτιλα ήχαν χαθή μες τα προξενεία. Προπαντός στο Γαλικό, το Ρωσικό και στο Αγγλικό πουήταν η πρόξενη πολή φιλέληνες και γίριζαν μέρα νίκτα και φιλούσαν τους πολίτες. Ηχαν της σιμαίες ανεβαζμένες και τους καβάσιδες με εφόπλου λόνχη στής πόρτες των προξενίων. Επιδή η μάχη ήταν αμφίροπη κατέβεναν πολή χορική να προφιλακτούν και επιδή δεν χορούσαν όλη αναγγκάστικαν να γιρέψουν άσιλο στο Αυστριακό προξενίο, προπάντος η Ανοβολιότες.

Και όταν έγινε η ανακοχή και ησίχασε ο κόσμος, βγέναν και ο κόσμος από τα προξενία λέγαν η πολίτες: Να αυτός ήταν Αυστριακός, και ο λόγος έγινε σπόρος και η τρίχα έγινε τριχιά και έτση τους έμεινε τους καημένους τους Πιλιορίτες το όνομα Αυστριακή. Γιατή τότε δεν άκουγες Βόλο και Βολιώτες αλά μόνο στο Κάστρο, στα Κενουρια τα μαγαζιά στο παζάρι. Και έτσι έμινε αυτή η ιστορία με τους Αυστριακούς, γιατή λέη μια λαϊκή παριμία: Ένας ποντικός τρόη το ψομή και λέμε τα ποντίκια».

Ο Χριστόπουλος μνημονεύει τη γνωστή ιστορία, για το πώς απέκτησαν το παρωνύμιό τους οι Βολιώτες, το οποίο ισχύει έως σήμερα, έχοντας γίνει αποδεκτό. Οι πρόσφυγες ζητούσαν προστασία στα προξενεία των ευρωπαϊκών χωρών, που υπήρχαν τότε στο Βόλο, ως ένα σημαντικό αναπτυσσόμενο λιμάνι. Προφανώς να προτιμήθηκε το Αυστριακό προξενείο σαν περισσότερο ασφαλές, για τον απλό λόγο, ότι η Αυστρία ήταν ανέκαθεν παραδοσιακή σύμμαχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Επίλογος

Δεν χρειάζεται νομίζω να επαναλάβουμε το χρονικό των γεγονότων εκείνης της περιόδου. Τα πράγματα είναι -για όσους ενδιαφέρονται- γνωστά. Ας αρκεστούμε στον απλό λαϊκό λόγο του Χριστόπουλου και την παροχή γνωστών και άγνωστων πτυχών του κινήματος του 1878 και των μαχών της Μακρινίτσας. Εκείνος κατέγραψε τις ενθυμήσεις των γονιών του, με αφορμή την συμπλήρωση τις 80ετίας, από την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας, κι εδώ τις παρουσιάζουμε 140 χρόνια αργότερα από τα πολεμικά γεγονότα που προηγήθηκαν.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου