Γρηγόρης Καρταπάνης: Η απελευθέρωση του Βόλου από τους Τούρκους μέσα από το έργο του Γιάνη Κορδάτου

γρηγόρης-καρταπάνης-η-απελευθέρωση-τ-247878

Το περιορισμένο ελληνικό κράτος του 1830, με τα βόρεια σύνορα του να φθάνουν στη γραμμή Παγασητικού – Αμβρακικού, υπήρξε περισσότερο προϊόν της βούλησης των Ευρωπαϊκών δυνάμεων και λιγότερο αποτέλεσμα του Μεγάλου Ξεσηκωμού. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα δέχτηκε τις πρώτες προσθήκες εδαφών, αρχικά με την παραχώρηση των Ιονίων νήσων, δώρο των Βρετανών για την έλευση της ξενόφερτης βασιλικής δυναστείας. Ακολούθησε η προσάρτηση της Θεσσαλίας (εκτός της Ελασσόνας) και μέρους της Ηπείρου (Άρτα), το 1881, με την υλοποίηση των αποφάσεων του Συνεδρίου στο Βερολίνο, τρία χρόνια πρωτύτερα, σε μια εποχή όπου η διεθνής συγκυρία ευνοούσε την δημιουργία εθνικών κρατών (Σερβία, Βουλγαρία κ.ά.) ή την ενδυνάμωση των υπαρχόντων, στη Βαλκανική, με την απόσπαση εδαφών από την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής, έβλεπαν τα συμφέροντά τους να ευθυγραμμίζονται προς αυτή την κατεύθυνση, παρά τον μεταξύ τους έντονο ανταγωνισμό.

Η ενσωμάτωση όμως της Θεσσαλίας, πέρα από την διπλωματική οδό, σχετίζεται και με το απελευθερωτικό κίνημα του 1878, το οποίο παρότι εξέπνευσε σύντομα, ενίσχυσε τις προοπτικές για το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, προδιαθέτοντας ευνοϊκά τη διεθνή κοινή γνώμη. Παρά τις γνωστές κωλυσιεργίες των Οθωμανών και τις ποικίλες υπαναχωρήσεις ή τις επιμέρους διαβουλεύσεις, η Θεσσαλία έγινε Ελληνική τμηματικά, από τον Ιούνιο του 1881 και μετά. Τελευταίοι απελευθερώθηκαν, στις 2 Νοεμβρίου, ο Βόλος και η Μαγνησία. Μια ημερομηνία σημαντική για την πόλη μας, έστω κι αν περνά απαρατήρητη, στους ιλιγγιώδεις ρυθμούς της σύγχρονης καθημερινότητας.

Ενάντια σε τούτη τη διαπίστωση θα υπενθυμίσουμε κάποια από τα γεγονότα εκείνης της εποχής, μέσα από το έργο «Ιστορία της Επαρχίας Βόλου και Αγιάς», του Ζαγοριανού ιστορικού Γιάνη Κορδάτου.

«Η Θεσσαλία Ελληνική»

Στο κεφάλαιο ΚΕ΄ που τιτλοφορείται «Η προσάρτηση της Θεσσαλίας» σημειώνεται στην α΄ ενότητα «Η Θεσσαλία Ελληνική» (σελ. 940):

«Στις 24 του Ιούνη 1881 άρχισε η αποχώρηση των Τούρκων από την Άρτα. Η εκκένωση της Θεσσαλίας όμως ολοκληρώθηκε στις 2 Νοέμβρη 1881, όταν παραδόθηκαν στις ελληνικές αρχές ο Βόλος και τα χωριά του Πηλίου. Ο ελληνικός στρατός από τη Λαμία είχε ανέβει στο Δομοκό κι απεκεί στα Φάρσαλα και προχώρησε στο εσωτερικό της Θεσσαλίας. Παντού έγινε δεχτός με απερίγραπτο ενθουσιασμό. Δεν πέρασαν όμως πολλές μέρες και οι Θεσσαλοί αγρότες -οι κολλίγοι – έτριβαν τα μάτια τους. Ο ελληνικός στρατός έγινε φρουρός των τσιφλικάδων. Όταν οι αγρότες διατύπωσαν το αίτημα για το μοίρασμα των τσιφλικιών, οι ελληνικές αρχές, στρατιωτικές και πολιτικές, άρχισαν άγρια τρομοκρατία. Στο Βόλο, όπως ήταν φυσικό, ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος. Στο Βόλο υπήρχαν κάμποσοι Τούρκοι, καθώς και Εβραίοι, που είχαν πολύ στεναχωρεθεί. Φοβούντανε μήπως γίνουν αντεκδικήσεις. Τέτοιος φόβος όμως δεν υπήρχε, γιατί η ελληνοτουρκική συνθήκη εξασφάλιζε όλα τα περιουσιακά στοιχεία των Τούρκων και ξένων υπηκόων. Ο ελληνικός στρατός μπήκε στο Βόλο στις 2 του μήνα Ν/βρη του 1881. Οι πατριώτες έκλαιγαν από τη συγκίνηση. Οι λαϊκές μάζες ήταν στο πόδι. Παραλήρημα ενθουσιασμού. Μόνο οι τρανοί κοτζαμπάσηδες δεν ήταν ενθουσιασμένοι, γιατί θα έχαναν τις απολαβές που είχαν στο τουρκικό καθεστώς. Σ’ όλα τα χωριά του Πηλίου έγιναν σημαιοστολισμοί, δοξολογίες και παράτες. Μόνο οι κοτζαμπάσηδες κατέβασαν τα μούτρα. Όταν τους είπαν πως, σύμφωνα με το Σύνταγμα θα ψηφίζουν όλοι, φτωχοί και πλούσιοι, έγιναν έξω φρενών. Στις πρώτες μάλιστα εκλογές που έγιναν, μερικοί από τους κοτζαμπάσηδες της Πορταριάς πρότειναν στους κοτζαμπάσηδες της Μακρινίτσας, Ζαγοράς, Τσαγκαράδας, Δράκιας και των άλλων χωριών, να μην παν να ψηφίσουν. Δεν τους πέρασε όμως».

Οξυδερκής παρατηρητής ο ενταγμένος ιδεολογικά στην Αριστερά ιστορικός, δεν διστάζει να καταθέσει με το γνωστό κοφτερό λόγο του πικρές κι ανομολόγητες αλήθειες, που αποκρύπτονται από τους «συμβατικούς» ερευνητές. Αρνητικά δεδομένα τα οποία καλύπτονταν, στην αρχή τουλάχιστον, κάτω από το ευφρόσυνο κλίμα του γενικού ενθουσιασμού για την πολυπόθητη λευτεριά ! Με την πάροδο του χρόνου όμως φούντωσαν τα προβλήματα που έπλητταν το φτωχό λαό και την αγροτιά.

Τα «θαλάσσια οικόπεδα»

Στη συνέχεια ο Κορδάτος μνημονεύει τη γνωστή υπόθεση με τα περιβόητα «παραθαλάσσια» ή μάλλον επιθαλάσσια οικόπεδα, όπου οι Τούρκοι ξεπουλώντας σε Έλληνες «παραλήδες» κάθε είδους ακίνητη περιουσία ενόψει της επικείμενης αποχώρησής τους, πούλησαν ως και τη θάλασσα, όπου με επιχωματώσεις στα παραθαλάσσια αβαθή του Βόλου, πολλοί έγιναν οικοπεδούχοι. (σελ. 958). Εννοείται ότι από ετούτη την «κομπίνα» ευνοημένοι βρέθηκαν οι προνομιούχοι και όχι τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα:

«Το επιχειρηματικό πνεύμα της βολιώτικης πλουτοκρατίας φάνηκε από τις μέρες που άρχισε στο Βερολίνειο συνέδριο να συζητιέται το Ελληνικό – Θεσσαλικό ζήτημα. Μηχανεύτηκαν ένα πολύ απλό μέσον για να γίνουν στο άψε σβήσε οικοπεδούχοι μέσα στο Βόλο και μάλιστα στην παραλία… Οι πιο πολλοί Τούρκοι μπέηδες άμα το χώνεψαν πως ο Βόλος χάθηκε για πάντα, άρχισαν να πουλούν σε βολιώτες παραλήδες το μέρος που ήταν προς τη θάλασσα, για να το επιχωματώσουν οι νέοι ιδιοχτήτες και το κάνουν οικόπεδα. Δηλαδή οι παλιοί κοτζαμπάσηδες και γενικά οι βολιώτες πλουτοκράτες πριν ακόμα γίνει η προσάρτηση, κατάφεραν τους Τούρκους να πουλήσουν ολόκληρες εκτάσεις για ένα κομμάτι ψωμί κι έτσι όταν έγινε ρωμέικο, βρέθηκαν ιδιοχτήτες μεγάλων οικοπέδων. Μα το πιο σπουδαίο είναι πως οι Τούρκοι δεν είχαν καμιά ατομική ιδιοκτησία στην παραθαλάσια ακτή. Αυτή ανήκε στο τουρκικό δημόσιο. Ωστόσο τί είχαν να χάσουν οι Μπέηδες, αν με το αζημίωτο πουλούσαν μέρος που δεν ήταν δικό τους; Οι Βολιώτες επιχειρηματίες τους υποδείξανε πως η ζημιά θα ήταν δική τους. Οι Τούρκοι θα έπαιρναν τον παρά και θα κοιμόνταν ήσυχοι. Κανένας δε θα τους ενοχλούσε. Αν ακυρώνονταν τα συμβόλαια, εκείνοι που θα ζημιώνονταν θα ήταν οι αγοραστές». Και συνεχίζει πιο κάτω ο ιστορικός (σελ. 959), πως το Ελληνικό κράτος, αν και έπρεπε, δεν ακύρωσε αυτές τις παράνομες αγοραπωλησίες γιατί «δεν τόλμησε να τα βάλει» με τα παλιά τζάκια του Βόλου. Ανάλογη υπήρξε και η περίπτωση με τις εκτάσεις της Φατμέ Χανούμ.

Τράπεζες και χρήματα

Σχολιάζει ο κορυφαίος ιστορικός και την «άμεση» ενεργοποίηση των αστοτσιφλικάδων για τη δημιουργία Τράπεζας, ώστε να ελέγχεται και να χρησιμοποιείται για τα συμφέροντα τους, το χρήμα (σελ. 960). Η κοινωνική ανισότητα οπωσδήποτε διευρύνονταν: «Η πρώτη δουλειά των αστοτσιφλικάδων του Βόλου και της ανατολικής Θεσσαλίας ήταν να ιδρύσουν την Προνομιούχο Ηπειροθεσσαλική Τράπεζα. Η τράπεζα αυτή είχε σκοπό να τοκίζει. Οι τοκογλύφοι του Πηλίου και του Βόλου ήταν ακουστοί για την τοκογλυφική τους μαεστρία. Οι έμποροι και οι βιοτέχνες, όπως είδαμε, και τον καιρό της Τουρκοκρατίας ήταν εξαρτημένοι από τους τοκογλύφους… Έτσι ωφελήθηκαν πολύ τα αστικά στοιχεία του Βόλου και της Θεσσαλίας, οι μεσαίες όμως τάξεις και οι φτωχοαγρότες δεν είδαν κανένα όφελος, γιατί γι΄ αυτούς η τράπεζα δεν ενδιαφερόταν».

Καταπέλτης ο Κορδάτος για τις συμπεριφορές της ολιγαρχίας του πλούτου.

Εφημερίδες

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο λόγος του Γιάνη Κορδάτου για τις εφημερίδες που ξεκίνησαν να εκδίδονται άμεσα, από την ίδια την ημέρα της Απελευθέρωσης, αφού οι ζυμώσεις για την νέα, διαμορφούμενη κατάσταση είχαν αρχίσει κάποιους μήνες νωρίτερα. (σελ. 985):

«Οι πρώτες εφημερίδες του Βόλου παρουσιάζουν φυσικά κάποιο ενδιαφέρον, γιατί μας δίνουν πολλές πληροφορίες και αντικαθρεφτίζουν τις ανησυχίες και τις πολιτικοκοινωνικές ζυμώσεις εκείνου του καιρού, στην πρωτεύουσα του Πηλίου. Η αρχαιότερη εφημερίδα η Φωνή του Λαού, βγήκε στις 2 Ν/βρη 1881, δηλαδή την πρώτη μέρα της Απελευθέρωσης. Στην αρχή υποστήριζε την προοδευτική μερίδα της αστικής τάξης, μα δεν μπόρεσε να κρατηθεί πολύ. Έκλεισε και ξαναβγήκε το 1892, κρατήθηκε με μικρές διακοπές ως το 1902. Είναι λοιπόν η αρχαιότερη Θεσσαλική εφημερίδα. Δυστυχώς όμως πολύ λίγα φύλλα σώθηκαν σε ιδιωτικές βιβλιοθήκες. Το 1882 βγήκε και η εφημερίδα Αστήρ της Θεσσαλίας και το 1884 Ο Βόλος…».

Κόμματα και πολιτικοί.

Στο κεφάλαιο ΚΣΤ΄ με τίτλο «Το ξύπνημα» (σελ. 988), ο ζαγοριανός ιστορικός αναφέρεται στα πρώτα κόμματα και τους κομματάρχες συντηρητικούς και προοδευτικούς. Τα μεγάλα τζάκια είχαν τον πρώτο λόγο, αλλά υπήρξαν και φιλολαϊκές φωνές, όπως ο Γεώργιος Φιλάρετος που αφουγκράζονταν τα αιτήματα των ασθενέστερων οικονομικά στρωμάτων, τα οποία αποτελούσαν και τη συντριπτική πλειοψηφία.

Οι πρώτες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 20/12/1881:

«Ο Φιλάρετος λοιπόν, άμα έγινε η προσάρτηση της Θεσσαλίας, έβαλε κάλπη στις πρώτες βουλευτικές εκλογές (20 Δ/βρη 1881) και ψηφίστηκε πολύ στα χωριά χωρίς ούτε περιοδεία να κάνει, ούτε να μοιράσει παράδες. Κυρίως ψηφίστηκε από τις λαϊκές μάζες. Ήρθε πρώτος, αν και ανεξάρτητος. Τον ήξεραν για δημοκρατικό και είχαν ακουστά οι Πηλιορείτες και Θεσσαλοί, πως έβγαζε στην Χαλκίδα εφημερίδα και έκανε το δημοκράτη. Τόνε ψήφισαν λοιπόν όλοι. Ένας αυθόρμητος λαϊκισμός εκδηλώθηκε στις εκλογές αυτές όπως και στις δεύτερες του 1885. Ήταν το πρώτο ξύπνημα. Τα τζάκια του Πηλίου ξόδεψαν παράδες πολλούς και μεταχειρίστηκαν όλα τα μέσα της παλιανθρωπιάς για να μην πετύχει ο Φιλάρετος, ωστόσο δεν το κατάφεραν…».

Αλλες αναφορές

Αλλά και στο βιβλίο του «Το Πήλιο» –το πρωτόλειο έργο με την καταγραφή ιστορικολαογραφικού υλικού– ο Κορδάτος κάνει λόγο για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και τις συμπεριφορές των κοτζαμπάσηδων, αμέσως μετά το καλοδεχούμενο γεγονός.(σελ.85).

«Πιο ύστερα πάλι, άμα η Θεσσαλία έγινε ρωμέικο, οι ίδιοι κοτζαμπάσηδες δεν πήγαν να ψηφίσουν στις πρώτες δημαρχιακές εκλογές (1884). Μαθεμένοι να διοικούν ανταρτικά και κληρονομικά τα χωριά, τους κακοφάνηκε όταν προκηρύχτηκαν εκλογές, στις οποίες είχαν δικαίωμα να ψηφίσουν όλοι, φτωχοί και πλούσιοι. Έτσι αποφάσισαν να μην πάνε να ψηφίσουν…».

Ερευνητικό και κριτικό πνεύμα ο Γιάνης Κορδάτος με βαθιά γνώση, σοβαρή επιστημονική συγκρότηση και εφαρμόζοντας τη μέθοδο του ιστορικού υλισμού, με διεισδυτική ματιά και οξύ λόγο, αναλύει και ερμηνεύει πλευρές των ιστορικών γεγονότων, τις οποίες άλλοι συγγραφείς αποκρύπτουν ή ξεπερνούν ανώδυνα. Όπως σε ολόκληρο το πολυσχιδές έργο του, έτσι κι εδώ στο τοπικό του πόνημα, δε διστάζει να καταγγείλει την απαράδεκτη συμπεριφορά των κοτσαμπάσηδων και των προνομιούχων εν γένει, που ενεργούσαν πάντοτε με γνώμονα τα δικά τους συμφέροντα και τη συγκέντρωση του πλούτου, αδιαφορώντας για την δεινή θέση της αδύναμης πλειοψηφίας. Ας μην επεκταθούμε περισσότερο, περιοριζόμενοι στην μνημόνευση αποσπασμάτων από το έργο του Ζαγοριανού ιστορικού, σχετικά με την Απελευθέρωση του Βόλου από τους Τούρκους και των πρώτων χρόνων του ελεύθερου βίου.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου