Γρ. Καρταπάνης: Οι μάχες στο Βελεστίνο και ο Ταξίαρχος Σμολένσκης

γρ-καρταπάνης-οι-μάχες-στο-βελεστίνο-κ-472807

Η καταφανής αδυναμία του Ελληνικού στρατού να οργανώσει μια, στοιχειώδη έστω, αμυντική γραμμή και να σταματήσει την προέλαση του εχθρού -η οποία άλλωστε, γίνονταν με ιδιαίτερα βραδύ ρυθμό- παρατηρείται σε όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων του πολέμου του 1897. Εκτός από μία και μόνη περίπτωση: Τη δεκαήμερη αντίσταση της 3ης Ταξιαρχίας υπό τον Συνταγματάρχη Κ. Σμολένσκη, στην περιοχή του Βελεστίνου, που σκοπό είχε την προστασία της πόλης και του λιμανιού του Βόλου, αποτρέποντας την κατάληψή τους από τους Τούρκους. Πραγματικά, οι μάχες που δόθηκαν εκεί από τις 15 έως τις 25 Απριλίου αποτελούν τη μοναδική φωτεινή σελίδα στις συνεχόμενες υποχωρήσεις. Στο Βελεστίνο τα Ελληνικά όπλα στάθηκαν στις θέσεις τους με ηρωισμό και αυταπάρνηση, συνάπτοντας με τον εχθρό μια σειρά αιματηρών εμπλοκών ευρείας κλίμακας. Ο Σμολένσκης με την ταξιαρχία του κράτησε, όλο αυτό το διάστημα, τους αντιπάλους του μακριά και εάν υπήρχε ανάλογη στάση και από το υπόλοιπα στρατεύματα οι εξελίξεις θα ήταν διαφορετικές. Ο ικανός στρατιωτικός παρέδωσε στο Βελεστίνο μαθήματα στρατηγικής, τακτικής και θάρρους, τη στιγμή που ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος με τους «θλιβερούς» επιτελείς του (έτσι τους χαρακτηρίζει ο Γ. Ρούσσος στη «Νεότερη Ιστορία της Ελλάδος 1826-1974» τόμος 4 σελ. 532) υποχωρούσαν συνεχώς, αν και είχαν στη διάθεσή τους περισσότερα στρατεύματα, εφεδρείες και εφόδια. Παρότι ο Σμολένσκης δέχθηκε όλο το βάρος των Τουρκικών επιθέσεων στο ανατολικό τμήμα του μετώπου και ανταπεξήλθε νικηφόρα, δεν του προσφέρθηκε η παραμικρή ενίσχυση σε όλη τη διάρκεια του αγώνα του. Δίκαια επικρατεί η άποψη πως υπήρξε ο μόνος που διέσωσε το κύρος του Ελληνικού Στρατού.

ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΣΤΟ ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ

Το μεσημέρι της 15ης Απριλίου άρχισαν να καταφτάνουν τα πρώτα τμήματα της Ταξιαρχίας και να λαμβάνουν θέση στην περιοχή, προλαβαίνοντας, την τελευταία στιγμή, την ανεμπόδιστη προέλαση του εχθρού προς το Βόλο. Να σημειωθεί πως η ίδια μονάδα υπήρξε η μόνη που υποχώρησε από τη Μελούνα συντεταγμένα και δίχως να απολέσει την συνοχή και το ηθικό της. Στις 4 το απόγευμα κατέφθασε και το πυροβολικό και πριν φθάσει ο ίδιος ο Ταξίαρχος με το επιτελείο του, αποκρούστηκε η πρώτη επίθεση.

Οι Τούρκοι ξαφνιάστηκαν από την απρόσμενη αντίσταση, γιατί είχαν συνηθίσει στη συνεχή οπισθοχώρηση των Ελλήνων και αναγκάστηκαν να συμπτυχθούν προς το χωριό Γκερλί (σημ. Αρμένιο). Όμως, στην πρώτη αυτή βιαστική συμπλοκή, έγινε και από τις δυνάμεις μας κακή εκτίμηση της κατάστασης και δεν επιχειρήθηκε αντεπίθεση, που θα επέφερε κάτι περισσότερο, με τον αποσυντονισμό του εχθρού. Ενισχύθηκαν οι θέσεις άμυνας και το πρωί, μόλις κατέφθασε ο Σμολένσκης, τοποθέτησε όλο το στράτευμά του σε σωστή διάταξη, με αποτέλεσμα να αποκρουστεί η νέα τουρκική επίθεση που εκδηλώθηκε το μεσημέρι από την περιοχή του Ριζόμυλου, με σημαντικό αριθμό απωλειών για τους επιτιθέμενους.

Οι δύο συνεχείς νίκες προκάλεσαν την αντίδραση του εχθρού, ο οποίος είχε συνηθίσει στα εύκολα και την επομένη (17/4) εξαπέλυσαν γενική επίθεση σε όλο το εύρος του μετώπου, από τους βάλτους της Κάρλας, έως τις γνωστές και από την αρχαιότητα, Κυνός Κεφαλές.

Ως τις δυόμισι το μεσημέρι η μάχη εξελίσσονταν αμφίρροπη, με διαδοχικές, συνεχείς επιθέσεις, δίχως όμως να σπάσει η διάταξη των αμυνομένων. Ο Σμολένσκης δεν υποχώρησε σπιθαμή, αναγκάζοντας τους αντιπάλους να συμπτυχθούν προς τον κάμπο της Λάρισας, με βαριές απώλειες: 1.600 νεκροί και ανάμεσα τους ο μέραρχος Χαϊρί Πασάς. Αντίθετα η 3η Ταξιαρχία είχε μόνο 37 νεκρούς και 140 τραυματίες. Όλη η περιοχή της μάχης είχε γεμίσει από πτώματα ανθρώπων και αλόγων, γεγονός που ανάγκασε τον ταξίαρχο να αναθέσει σε ομάδες στρατιωτών την πρόχειρη ταφή τους για ευνόητους λόγους. Ετούτη υπήρξε και η μεγαλύτερη, έως τώρα, συμπλοκή. Επόμενο ήταν για μερικές μέρες στη συνέχεια να υπάρξει σχετική αδράνεια, ώστε να ανασυνταχθούν τα στρατεύματα.

Οι Τούρκοι θα έφερναν σίγουρα εφεδρείες, σε αντίθεση με τους Έλληνες που κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Την ίδια στιγμή ο κύριος όγκος του στρατού στα Φάρσαλα, ετοιμαζόταν να … υποχωρήσει ξανά, αντί να συνδράμει το μοναχικό αγώνα των δυνάμεων στο Βελεστίνο. Στις 20 Απριλίου σημειώθηκε μόνο μια μικρή αψιμαχία, κοντά στην λίμνη Κάρλα, μεταξύ Ελληνικής προφυλακής και ομάδων Γκέκηδων ανιχνευτών. Η επόμενη σημαντική επίθεση εκδηλώθηκε την επαύριο (21/4) το απόγευμα, με τα Ελληνικά όπλα να απωθούν τους επιτιθέμενους προς τον κάμπο. Αν υπήρχαν ξεκούραστες εφεδρείες και το ανάλογο ιππικό θα επακολουθούσε καταδίωξη, με ό,τι αυτό συνεπάγονταν στην εξέλιξη του αγώνα. Αλλά πού τέτοιες πολυτέλειες! Τα αγήματα που στάλθηκαν από τα καράβια της Α΄ μοίρας του στόλου (ναυλοχούσαν στο λιμάνι του Βόλου εδώ και μερικές μέρες) έφθασαν στο Βελεστίνο αφότου η μάχη είχε τελειώσει και γύρισαν άπρακτα πίσω.

Η επομένη υπήρξε μέρα ανασύνταξης με τον Σμολένσκη να ισχυροποιεί τις θέσεις του και τον Ετέμ Πασά (αρχηγό του Τουρκικού στρατού) να διατάσσει την επιούσα (23/4), ταυτόχρονη προσβολή στο Βελεστίνο και στα Φάρσαλα. Τα στρατεύματα του διαδόχου, ύστερα από κάποιες όχι σοβαρές συμπλοκές, άρχισαν να υποχωρούν προς το Δομοκό, σε αντίθεση με τον Σμολένσκη που κράτησε για άλλη μια φορά τις θέσεις του σε όλο το μήκος της αμυντικής του διάταξης. Η ραγδαία βροχή που έπεφτε εκείνη τη μέρα ευνόησε τον εχθρό ώστε να πλησιάσει τις Ελληνικές θέσεις. Αλλά σαν κόπασε απότομα το ανοιξιάτικο μπουρίνι οι Έλληνες με εύστοχα πυρά αποδεκάτισαν τα επιτιθέμενα τμήματα, ενώ και το πυροβολικό έδρασε επίσης αποτελεσματικά.

Η μάχη συνεχίστηκε το απομεσήμερο με σφοδρότατη ένταση, με την 3η Ταξιαρχία να αγωνίζεται απελπιστικά μόνη, αφού τα αγήματα των πλοίων ανακλήθηκαν καθώς επιβιβάζονταν στο τρένο για το Βελεστίνο, άγνωστο γιατί. Αναμφίβολα επρόκειτο για άλλη μια από τις ολέθριες παλινωδίες των επιτελείων. Πάντως ακόμη μια φορά οι Τούρκοι οπισθοχώρησαν προς το Αρμένιο. Και εκεί που αποκαμωμένοι οι μαχητές του Σμολένσκη έπεσαν να ξεκουραστούν, έφθασε ένα ανεκδιήγητο τηλεγράφημα, από τον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο, που ήδη τραβούσε για το Δομοκό, με το οποίο διέτασσε τον ηρωικό ταξίαρχο να τον ακολουθήσει στη φυγή του. Χαμένος κόπος οι θυσίες τόσων ημερών για να κρατηθεί ελεύθερος ο Βόλος και η περιοχή του. Ο Σμολένσκης μόλις διάβασε την κατάπτυστη διαταγή φώναξε αγανακτισμένος: «Ντροπή, ντροπή. Οι στρατιώτες του διαδόχου είναι οι ίδιοι με τους δικούς μου, μπορούν να κερδίσουν νίκες εάν τους διοικεί ικανός αρχηγός». Κατηγόρησε ευθέως την ηγεσία του στρατού και το μίσος των στρατιωτών απέναντι σε αυτήν ήταν τόσο, που, όπως αναφέρουν οι ιστορικοί, αν εμφανιζόταν ο Κωνσταντίνος μπροστά τους θα στρεφόταν εναντίον του περισσότερα τουφέκια από ότι στους Τούρκους.

Όμως, επί του πρακτέου, η διαταγή έπρεπε να ακολουθηθεί άμεσα, γιατί υπήρχε κίνδυνος περικύκλωσης της 3ης Ταξιαρχίας ,από το αριστερό της άκρο, αφού έμεινε ακάλυπτο, έπειτα από την υποχώρηση του υπόλοιπου στρατού. Προτού αρχίσει η σύμπτυξη , δόθηκε άλλη μια σφοδρή μάχη στις 24 Απριλίου και τη νύχτα τα Ελληνικά στρατεύματα εγκατέλειψαν το Βελεστίνο, για να πορευτούν μέσω Αλμυρού και Σούρπης στην παλιά οροθετική γραμμή του κράτους και να οχυρωθούν στις ανατολικές παρυφές της Όθρυος. Η πορεία ετούτη ήταν απελπιστικά δύσκολη και οδυνηρή, γιατί πέρα από το όνειδος της οπισθοχώρησης, έπρεπε να δίνονται μάχες με τις προφυλακές του τουρκικού στρατού που πλαγιοκοπούσαν τις δυνάμεις μας.

Μάλιστα στον Αλμυρό, προσφέρθηκε βοήθεια στα γυναικόπαιδα της περιοχής, προκειμένου να εκκενώσουν την πόλη και να επιβιβαστούν στα Ελληνικά πολεμικά που βρίσκονταν στον Παγασητικό. Σε τούτο συνέβαλαν και τα κανόνια του θωρηκτού «Ψαρά» που αποθάρρυναν, με κάποιες βολές, τον εχθρό να προωθηθεί. (Για τη δράση αλλά και την …αδράνεια του στόλου στον Παγασητικό θα αναφερθούμε σε επόμενο σημείωμα.)

Ο Βόλος κατελήφθη στις 26 Απριλίου, αφού πρώτα έγιναν διαπραγματεύσεις .Η παρουσία των πολεμικών πλοίων, όσο να’ ναι, θορύβησε τους Τούρκους, οι οποίοι απαίτησαν την απομάκρυνσή τους εκτός του βεληνεκούς των πυροβόλων τους .Ως αντιστάθμισμα σε τούτο το αίτημα συμφώνησαν στην ειρηνική είσοδο στην πόλη δίχως να προβούν σε λεηλασίες και φόνους. Η κατοχή του Βόλου και ολόκληρης της Θεσσαλίας από τους Τούρκους, κράτησε 13 μήνες, ως τα τέλη Μάιου 1898 και υπήρξε καταστροφική για τον τόπο, παύοντας την ανοδική πορεία που διαγραφόταν, εδώ και δύο περίπου δεκαετίες.

***

Ο Ταξίαρχος Σμολένσκης τιμήθηκε για την προσφορά του με την προαγωγή του σε υποστράτηγο και στη συνέχεια σε Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων. Παρόλα αυτά παραμένει μια λησμονημένη φυσιογνωμία γενικά και περισσότερο για την περιοχή μας, μιας και το όνομά του είναι συνδεμένο με τη μοναδική σειρά επιτυχιών στον «άτυχο πόλεμο» του 1897. Από όσο γνωρίζω, στον Βόλο δεν υπάρχει οδός που να φέρει το όνομά του ώστε να τιμηθεί έτσι ο ήρωας – τουλάχιστον έως πριν λίγα χρόνια. Στα εμπεριστατωμένα « Δρόμο-λόγια» για τους δρόμους των άλλοτε Δήμων Βόλου και Νέας Ιωνίας, του κ. Δημ. Κωνσταντάρα –Σταθαρά ( εκδ. 2009 και 2006 αντίστοιχα) δεν αναφέρεται οδός Σμολένσκη. Στο Βελεστίνο, όπου και πολέμησε, υπάρχει πλατεία αφιερωμένη στον Ταξίαρχο και έχει τοποθετηθεί από το 1991 η προτομή του, ως ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης και τιμής για την ηρωική δράση του.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου