Γρηγόρης Καρταπάνης:Τα ναυάγια στο διήγημα του Αλ. Μωραϊτίδη (Μέρος Β΄)

γρηγόρης-καρταπάνηςτα-ναυάγια-στο-δι-844203

ΝΑΥΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ

Γνώστης της σκιαθίτικης ναυτικής δραστηριότητας και της θαλασσινής ζωής γενικότερα ο Αλ. Μωραϊτίδης μας προσφέρει, με τη γλαφυρή γραφίδα του, εξαιρετικά διηγήματα αυτής της θεματολογίας. Σε τούτα τα οπωσδήποτε ενδιαφέροντα ναυτικά περιστατικά που περιγράφονται , περιλαμβάνεται, όπως επισημάναμε στο προηγούμενο μέρος του άρθρου μας, κι ένας σημαντικός αριθμός ναυαγίων, από απλά ατυχήματα έως οδυνηρές τραγωδίες που σημάδεψαν τη ζωή του νησιού. Παρουσιάζουμε τα διηγήματα που εμπεριέχουν ναυάγια, ακολουθώντας τη σειρά της τρίτομης έκδοσης: Αλέξανδρος Μωραϊτίδης «Τα Διηγήματα» φιλολογική επιμέλεια Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, εκδόσεις Γνώση και Στιγμή 1990-1993.

  1. «Των θαλασσών ο Άγιος» (Α’ 65-80). Πρώτο διήγημα του Μωραϊτίδη (απροσδιόριστη η πρώτη δημοσίευσή του) με αναμενόμενη την εκτενή αναφορά σε ναυάγια και διασώσεις χάρη στην παρέμβαση του θαλασσινού αγίου. Η αποφυγή δυσάρεστων και οδυνηρών συμβάντων επαφίεται στην επέμβαση του Αη Νικόλα με την πίστη των ναυτικών να εκδηλώνεται σε κάθε στιγμή της θαλασσινής δραστηριότητας και η επίκληση του ονόματός του σε δύσκολες στιγμές να αποδεικνύεται σωτήρια. Στη σελ. 70 σημειώνεται μεγάλη και διαρκής κακοκαιρία, μήνα Νοέμβριο, στον Εύξεινο Πόντο, όπου σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής βούλιαξαν κάπου δέκα ιστιοφόρα, ανάμεσά τους κι ένα μεγάλο «βρίκιον» από το Γαλαξίδι, στο οποίο επέβαινε και ο σκιαθίτης ναυτικός, ο Νικόλας του παπά – Νικόλα. Η βύθιση υπήρξε αύτανδρη. Πιο κάτω στις σελ. 74-75 μνημονεύεται ο θρήνος στο σπίτι του απολεσθέντα, που ήταν νεοπαντρέμενος και η γυναίκα του κόντευε να παραφρονήσει. Στις σελ. 76-78 Μωραϊτίδης γράφει για τα ευλαβικά τάματα διασωθέντων ναυαγών προς τον Αγ. Νικόλαο, όπως και για τη θαυματουργή επέμβασή του σε άλλες περιπτώσεις ναυαγίων. Τέλος στις σελ. 79-80 επέρχεται η πλήρης ανατροπή των εξελίξεων με την επιστροφή του θεωρημένου ως πνιγμένου, ναυτικού, που διασώθηκε ,μόνον αυτός, χάρη στην επίκληση του ονόματος του αγίου. Μάλιστα η ανέλπιστη επιστροφή του – σα νεκρανάσταση – πραγματοποιείται κατά την παραμονή της γιορτής του Αγ. Νικολάου, όπου ο διασωθείς διηγείται τις δραματικές στιγμές του ναυαγίου και τη διάσωσή του. Και βέβαια το διήγημα ολοκληρώνεται με τέλεση παράκλησης και ευχαριστίας μπροστά στην εικόνα του θαλασσινού αγίου.
  2. « Ο Αναποδιασμένος», (Α’ 113-126). Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Χριστουγεννιάτικη Ακρόπολι του 1889. Εδώ αναφέρεται η περίεργη περίπτωση ενός περίπου εκούσιου ναυαγίου, με ολική καταστροφή του σκάφους, από τις ιδιορρυθμίες και τις παραξενιές του ιδιοκτήτη – κυβερνήτη του. Ενώ ήταν ικανότατος ναυτικός είχε ένα περίεργο ελάττωμα: Δεν επιθυμούσε υποδείξεις, επειδή γνώριζε τι έπρεπε να κάνει και όταν αυτό συνέβαινε, έκανε το αντίθετο, έστω κι αν αυτό απέβαινε σε βάρος του. Στη σελ. 120 σημειώνει ο Μωραϊτίδης πως τρείς φορές ο καπετάν Κωνσταντής, ο «αναποδιασμένος», κόντεψε να ρίξει το σκαρί σε ύφαλο, όταν του υπέδειξαν το εμπόδιο, που βέβαια γνώριζε. Η τέταρτη φορά υπήρξε μοιραία κατά την επιστροφή στη Σκιάθο, παραμονή Χριστουγέννων, εισπλέοντας στο λιμάνι του νησιού, όταν κάποιος ναύτης του επέστησε την προσοχή για τη γνωστή βραχονησίδα Δασκαλείο, στην είσοδό του, ενώ επικρατούσε και σχετική κακοκαιρία. Το αποτέλεσμα ήταν να προσαράξει το μπρίκι Ευαγγελίστρια, 105 τόνων στη βραχονησίδα, όπου στη συνέχεια το δυνάμωμα του καιρού αποτελείωσε το ημιβυθισμένο ιστιοφόρο. Στις σελ.123-125 περιγράφεται παραστατικά η πρόσκρουση του σκάφους από την «αναποδιά» του ιδιοκτήτη του.
  3. «Άρατε Πύλας» (Α’ 171-183). Πρώτη δημοσίευση περ. Αττικόν Μουσείον τ. 3, 1891. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, μπάρμπα – Κώστας ο ολλανδέζος, που υπέστη σοβαρό ατύχημα κατά την τήρηση του εθίμου του «άρατε πύλας» τη Μεγάλη Παρασκευή ,υπήρξε νωρίτερα ναυτικός και είχε αποκτήσει μια βάρκα από ναυαγισμένο, ευμέγεθες ιστιοφόρο ολλανδικό στο Ξάνεμο. (Πρόκειται για το ίδιο που αναφέρει ο Παπαδιαμάντης στο διήγημα «Οι ναυαγοσώσται». Όφειλε δε το παρώνυμι του χάρη στο κασκέτο που επίσης είχε περισυμμαζέψει από το ολλανδικό ιστιοφόρο. Με την βάρκα ετούτη λοιπόν, σημειώνει ο Μωραϊτίδης στη σελ 177, ναυάγησε στα νερά της Σκιάθου τουλάχιστον πέντε φορές, ευτυχώς χωρίς δυσάρεστα επακόλουθα, καθώς διασώθηκαν και ο ίδιος και η βάρκα του. Όμως σε μια χειμωνιάτικη, νυχτερινή κακοκαιρία το μικρό σκάφος συνετρίβη στον όρμο Μικρός Ασέληνος κι ο μπάρμπα – Κώστας, ίσα ίσα που πρόλαβε να γλιτώσει. Έκτοτε εγκατέλειψε τη θάλασσα κι έγινε νεοκόρος του ναού. Ακόμη στη σελίδα 181 αναφέρεται η συνήθεια «διαρπαγής» των λαμπάδων του επιταφίου που χρησιμοποιούνταν ως «φυλακτήρια εν ταις τρικυμίαις», δηλαδή για την αποτροπή ναυαγίων.
  4. «Φαντάσματα» (Β’ 141-171). Ο καπετάν Τσούρμας ο Παπαργυρός, κορυφαίος καραβοκύρης του νησιού παραφρονεί από τη στεναχώρια του για την απρόσεκτη διαχείριση του γιου του στα δύο ιστιοφόρα τους. Μέσα στην παραφροσύνη του οραματίζεται τον είσπλου των δύο σκαριών,για τα οποία δεν είχε ειδήσεις , στο λιμάνι της Σκιάθου, αλλά από κακό χειρισμό παραλίγο να συντριβούν και τα δύο στο Μπούρτζι, με τον ίδιο να δίνει φωναχτά οδηγίες από τον εξώστη του αρχοντικού του. (σελ. 150). Δυστυχώς ό,τι φαντάστηκε ο καπετάν Τσούρμας επαληθεύτηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο, όταν μαθεύτηκε η είδηση του ναυαγίου: οι δύο σκούνες του συγκρούστηκαν μεταξύ τους και βούλιαξαν αύτανδρες, κοντά στην είσοδο του Βοσπόρου, «εν νυκτερινή θυέλλη». Το όραμα του γέρο – καραβοκύρη υπήρξε προάγγελος του τραγικού περιστατικού (σελ. 150- 151). Όμως παρά την επιδείνωση της κατάστασης του καπετάν – Τσούρμα και τον οδυνηρό θάνατό του ,στη συνέχεια το διήγημα καταλήγει σε ευτυχές τέλος με την ανέλπιστη επιστροφή του γιου του που διασώθηκε από το ναυάγιο, συνετίστηκε, εγκατάλειψε τον άσωτο βίο και δουλεύοντας σκληρά απόκτησε δικό του σκαρί και επανέπλευσε με αυτό, έπειτα από χρόνια στο νησί του. Στη σελ. 169 περιγράφει ο ίδιος το τραγικό ναυάγιο στα στενά του Βοσπόρου και την διάσωσή του «επιτυχών το ξύλινον μαγειρείον» του ιστιοφόρου του, ενώ όλοι οι υπόλοιποι πνίγηκαν. Το ναυάγιο επιδρά λυτρωτικά στον άσωτο ναυτικό και γίνεται η αφορμή ν’ αλλάξει τη ρότα του.
  5. «Αλτανού» (Β’ 273-290). Χαροκαμένη κατά συρροή χήρα και μάνα η κεντρική ομώνυμη ηρωίδα του διηγήματος δε σώνει να θρηνεί απώλειες από ναυάγια . Πρώτα – πρώτα ο άντρας της και τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της πνίγηκαν όταν η μπρατσέρα τους βυθίστηκε αύτανδρη ανοιχτά από την Κύμη. Ακολούθως τα’ άλλα δύο αγόρια της χάθηκαν όταν η γολέτα που είχαν ναυτολογηθεί – παλιό, ταλαιπωρημένο σκαρί – βούλιαξε στην περιοχή του Αγίου Όρους. Σα να μην έφθαναν όλα τούτα, πνίγηκε στην παραλία του Κάστρου ακόμη ένα μικρό παιδάκι της, ενώ υπήρχε και ανάλογο παρελθόν πνιγμών στην οικογένειά της (σελ.279). Γι αυτό και η Αλτανού πρόσεχε σαν τα μάτια της τον μοναδικό εν ζωή γιο της, τον Μανώλη, που ατυχώς κι αυτός έτρεφε παθολογική αγάπη για τη θάλασσα. Από τη στιγμή δε που ανακάλυψε, έρμαιο των κυμάτων, στο Ξάνεμο «μιαν μεγάλην σκαμπαβίαν», την οποία μόνος του επισκεύασε και την ονόμασε «Γαλανομάτα», εξελίχτηκε στον ικανότερο και πλέον φιλόπονο πορθμέα – μεταφορέα του νησιού που τον προτιμούσαν όλοι. Μόνο η μητέρα του παρέμενε επιφυλακτική φροντίζοντας επίμονα να εφιστά την προσοχή του γιου της στις ναυτικές του εξορμήσεις, ώστε να μη συμβεί κι άλλο κακό. Κι αυτό δυστυχώς συνέβη, όταν παραμονή Χριστουγέννων ο Μανώλης προτίμησε να μην πάει στην εκκλησία ,προκειμένου να μη χάσει συμφέροντα ναύλο, μεταφέροντας προμήθειες σε μοναστήρι στη Β. Δ. πλευρά του νησιού. Η καθυστέρηση όμως του μοναχού Γαλακτίωνα, απέβη μοιραία γιατί ο καιρός επιδεινώνονταν άσχημα και το ταξίδι πραγματοποιούνταν με δυσμενέστατες συνθήκες και την Αλτανού να προσπαθεί μάταια με φωνές να μεταπείσει το γιο της. Το ξέσπασμα του καιρού πρόλαβε τη βάρκα λίγο πριν τον προορισμό της με αποτέλεσμα να βυθιστεί και ν’ απολεστεί ο Μανώλης – το στερνοπαίδι της Αλτανούς – ενώ ο συνεπιβάτης μοναχός με τα βίας διασώθηκε και διηγούνταν με οδύνη το συμβάν. Στις σελίδες 287-288 περιγράφεται παραστατικά το ναυάγιο και πιο κάτω στη σελ. 289, ο διασωθείς πατήρ – Γαλακτίων, με τον ιδιόρρυθμο λόγο του, αφηγείται την τραγωδία. Για την Αλτανού η παράδοση έλεγε ότι ακολούθησε με τη θέλησή της, απελπισμένη τη μοίρα των δικών της, στα βράχια του Κάστρου. Εύστοχα ο Μωραϊτίδης την αποκαλεί «θαλασσινή Νιόβη». Η Αλτανού είναι ίσως ένα από τα πλέον «ναυαγιακά» διηγήματα του συγγραφέα.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Σχετικά άρθρα: Γρηγόρης Καρταπάνης:Τα ναυάγια στο διήγημα του Αλ. Μωραϊτίδη (Μέρος Α΄)

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου