Γρηγόρης Καρταπάνης:Μετά την απελευθέρωση (Μέρος Β’, 1947)

γρηγόρης-καρταπάνηςμετά-την-απελευθ-111652

ΑΝΕΛΚΥΣΕΙΣ ΝΑΥΑΓΙΩΝ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ

Αφότου πραγματοποιήθηκαν, αμέσως μετά την απελευθέρωση, κάποιες μεμονωμένες ναυαγιαιρέσεις στο λιμάνι του Βόλου, ώστε να καταστεί άμεσα στοιχειωδώς λειτουργικό, καμιά άλλη εργασία αποκατάστασης δεν έγινε ως τα τέλη του 1946, δηλαδή έπειτα από δύο και πλέον χρόνια ελεύθερου βίου. Οι αντιδράσεις και οι διαμαρτυρίες των τοπικών αρχών και φορέων προς το κράτος γι’ αυτή την αδιαφορία (ή αδυναμία), πύκνωναν συνεχώς και φαίνεται επιτέλους να αποδίδουν, αφού από τις αρχές του 1947 παρατηρείται μια κινητικότητα και ακολουθούν εξελίξεις προς αυτή την κατεύθυνση. Ίσαμε εκείνη τη στιγμή, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του τοπικού τύπου, είχαν διατεθεί μόνο 32 εκατομμύρια για έργα αποκατάστασης, του λιμανιού γενικώς, ενώ απαιτούνταν, τουλάχιστον 120. Η εξασφάλιση των αναγκαίων πιστώσεων, αλλά και των απαιτούμενων μέσων, έδινε πλέον ευοίωνες προοπτικές στο καίριο ζήτημα. Να υπενθυμίσουμε ότι μέσα στο λιμάνι ή έξω από αυτό υπήρχαν τουλάχιστον τριάντα ναυάγια και στον Παγασητικό άλλα είκοσι, ορισμένα από τα οποία αποτελούσαν εμπόδια για την ναυσιπλοΐα.

ΕΚΠΟΙΗΣΕΙΣ ΝΑΥΑΓΙΩΝ

Στο λιμάνι, ανάμεσα στις δεκάδες των ναυαγίων του πολέμου, υπήρχε και το ημιβυθισμένο γερμανικό φορτηγό πλοίο Ανόβερο, που είχε πληγεί, κατά το συμμαχικό βομβαρδισμό στις 13 Οκτωβρίου 1944, για να το αποτελειώσουν με αυτοβύθιση λίγο αργότερα οι Γερμανοί και παρέμενε μπροστά στη κεντρική προβλήτα. Από τα τέλη του 1945 είχε προκηρυχθεί πλειοδοτικός διαγωνισμός από τον ΟΑΝ για την εκποίηση του ναυαγίου και την ανάληψη της ανέλκυσης από ιδιωτική εταιρία, αλλά η προσπάθεια, ένα χρόνο αργότερα δεν είχε αποδώσει καρπούς. Η νέα προκήρυξη που δημοσιεύεται πάλι και στις τοπικές εφημερίδες, στις 25/10/1946, φαίνεται πως τελεσφορεί λίγο αργότερα και το ναυαγισμένο σκαρί αποδόθηκε σε εφοπλιστική εταιρία του Πειραιά, αντί του ποσού των 148 εκατομμυρίων δραχμών, τίμημα που κρίνονταν ιδιαίτερα χαμηλό. Σύμφωνα με όσους γνώριζαν την κατάσταση του γερμανικού πλοίου. Ήταν αξιόλογου εκτοπίσματος, έφερε σύγχρονους κινητήρες και άλλον εξοπλισμό που δεν είχε υποστεί όπως και το κύτος του σκάφους, ιδιαίτερες ζημιές, σύμφωνα με τις πρώτες αυτοψίες και εκτιμήσεις, οπότε η διάσωση μηχανημάτων, αλλά πιθανόν και του ίδιου του καραβιού, ήταν εφικτή, όπως και η επαναχρησιμοποίηση τους. Τα ρήγματα στα ύφαλα θεωρούνταν μάλλον επισκευάσιμα και το πλοίο που ήταν και μικρής ηλικίας, δεν θα πήγαινε για σκραπ.

Αντίθετα το κράτος δεν φαίνονταν διατιθέμενο να προχωρήσει στην πολυδάπανη ανέλκυση του α/π. Θήρα, από το οποίο βέβαια είχε διασωθεί μέρος του φορτίου ενώ συνεχίζονταν οι προσπάθεια ως την ολοκληρωτική ανάσυρσή του. Η παλαιότητα του συγκεκριμένου πλοίου που προέρχονταν από τις γερμανικές επανορθώσεις, αποτελούσε αρνητικό κίνητρο για τη διάσωσή του, συνυπολογίζοντας και τις εκτενείς ζημιές που προκάλεσε η νάρκη.

ΟΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΡΧΙΖΟΥΝ

Περί τα μέσα Φεβρουαρίου του 1947 κατάπλευσε στο Βόλο ο ειδικός γερανός ναυαγιαιρέσεων (μπίγα) Κίνγκαρθ, ανελκυστικής ικανότητας 150 τόνων. Τον είχε μισθώσει ο ΟΑΝ από αγγλική εταιρία για τον καθαρισμό όλων των ναυαγίων του πολέμου που αποτελούσαν εμπόδια στα ελληνικά λιμάνια και σε άλλα σημεία και ήταν επανδρωμένος με ελληνικό πλήρωμα και έμπειρους, εξειδικευμένους για τέτοιες εργασίες, δύτες. Μάλιστα σε περίπτωση ανεπάρκειας, σημειώνεται, ότι θα διατίθονταν και άλλος γερανός, ώστε η εκκαθάριση να ολοκληρωθεί στο υπολογισμένο χρονοδιάγραμμα.

Στο Βόλο, εκείνες τις μέρες, εκτός από τους αξιωματικούς του ναυτικού που ανήκαν στον ΟΑΝ και τη Ναυτική Διοίκηση Βόλου και θα επόπτευαν τις εργασίες, θα παραβρίσκονταν, για τον ίδιο λόγο και άγγλος πλοίαρχος, ο επικεφαλής της «βρετανικής ναυτικής αποστολής» στο πλαίσιο της συμμαχικής βοήθειας. Αφού έγιναν έλεγχοι σε βυθισμένα σκάφη με πυρομαχικά για να εκτιμηθεί η επικινδυνότητά τους, ορίστηκε ως μέρα έναρξης των ναυαγιαιρέσεων η 19η Φεβρουαρίου, αλλά η κακοκαιρία ανέβαλε το ξεκίνημα για την επόμενη. Τα μικρά σκάφη, όσα δεν ήταν κατεστραμμένα, θα ανασύρονταν ολόκληρα, ενώ τα μεγαλύτερα, εφ’ όσον δεν ήταν δυνατή η διάσωσή τους θα έβγαιναν σε κομμάτια ώστε να είναι εφικτή η μεταφορά τους. Τόπος εναπόθεσής τους ορίστηκαν τα αβαθή των Πευκακίων και η εκποίησή τους για παλιοσίδερα θα δρομολογούνταν αφότου ανελκύονταν στο σύνολό τους. Όσα ιδιωτικά σκάφη διασώζονταν και θεωρούνταν επισκευάσιμα, θα έπρεπε οι ιδιοκτήτες τους να επωμιστούν οι ίδιοι το κόστος της ναυαγιαίρεσης.

Τέλος ένα θετικό στοιχείο που προέκυψε από την έναρξη των συγκεκριμένων εργασιών ήταν η απασχόληση σημαντικού αριθμού ντόπιων εργατών και τεχνιτών, ανακουφίζοντας οικονομικά την τοπική κοινωνία.

ΣΤΟΧΟΣ Η ΑΜΕΣΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ

Προτεραιότητα δόθηκε στα ναυάγια που παρεμπόδιζαν την προσέγγιση στη σκάλα των σιδηροδρόμων, καθώς για τη χρήση της ενδιαφέρονταν το Επιτελείο Στρατού, ή ίδια η εταιρία σιδηροδρόμων, όπως επίσης έμποροι και παραγωγοί της περιοχής για τη διακίνηση των φορτίων τους. Οι πρώτες ανελκύσεις, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των ημερών, περιλάμβαναν: τμήμα ιστιοφόρου καϊκιού, μια περιστρεφόμενη βάση του σιδηρόδρομου, μια μεγάλη πλωτή γερμανική πλατφόρμα, κι ένα τμήμα κατεστραμμένου υδροπλάνου. Ένα ακόμη πετρελαιοκίνητο δεν έγινε δυνατόν ν’ ανασυρθεί, γιατί έφερε φορτίο πυρομαχικών κι έπρεπε πρώτα να εκτελεστούν οι απαιτούμενοι έλεγχοι από ειδικούς.

Ακολούθησαν τις επόμενες μέρες κι άλλες ανελκύσεις προς την κεντρική προβλήτα. Ανάμεσα τους ένα ρυμουλκό (22/2) το οποίο, όπως σημειώνεται «ανειλκύσθη ολόσωμον», γιατί ήταν σχεδόν άθικτο και είχε βυθιστεί από τμήμα μαρμάρου της προκυμαίας που καρφώθηκε στην πλώρη του κατά τον συμμαχικό αεροπορικό βομβαρδισμό. Μάλλον πρόκειται για το ναυαγοσωστικό Αγ. Γεώργιος, επιταγμένο από τους Γερμανούς το οποίο και αυτοβύθισαν, κατά την αποχώρησή τους. (Τα ναυάγια στις ελληνικές θάλασσες, τόμος Α’, σελ. 49).

Ακόμη ανελκύστηκαν άλλο ένα μικρότερο ρυμουλκό, μια γερμανική καταδίωξη (άκατος) 25 μέτρων, και βόμβες που υπήρχαν στο βυθό ή σε σκάφη. Με το ξεκαθάρισμα και κάποιων μικρών καϊκιών απελευθερώθηκε επιτέλους ολόκληρη η δυτική πλευρά της κεντρικής προβλήτας. Στη συνέχεια ο γερανός Κίνγκαρθ μετακόμισε πάλι στη σκάλα των σιδηροδρόμων για ν’ απομακρύνει ότι είχε απομείνει στη δυτική της πλευρά, όπως μια γερμανική τορπιλάκατο που κόπηκε στα δύο κατά την ανέλκυση, αλλά και το τσιμεντόπλοιο που επίσης ήταν μισοβυθισμένο εκεί. Επόμενη «στάση» στον «λιμένα των ιστιοφόρων», δηλαδή στον χώρο από την κεντρική προβλήτα ως τα ιχθυοπωλεία και πιο μέσα στο λιμενίσκο του τελωνείου, όπου η ύπαρξη πολλών μικροναυαγίων απαιτούσε απασχόληση αρκετών ημερών. Θα ολοκληρώνονταν όμως ο καθαρισμός ολόκληρου του «δυτικού λιμένος». Τα πράγματα είχαν πάρει πλέον το δρόμο τους. Είχε περατωθεί, μέσα σε δυο – τρείς βδομάδες, σημαντικό τμήμα των εργασιών, θ’ απαιτούνταν όμως ακόμη τουλάχιστον δύο μήνες για την ολοκλήρωσή τους.

Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΒΟΛΟΥ

Μια ακόμη σημαντική παράμετρος που σχετίζεται άμεσα με την πρόοδο των εργασιών της εκκαθάρισης του λιμανιού από τα ναυάγια, υπήρξε και η ίδρυση στο Βόλο, Ναυτικής Βάσεως του Πολεμικού Ναυτικού. Η επίβλεψη των αξιωματικών της στα έργα επιβάλλονταν γιατί έπρεπε να δημιουργηθεί ασφαλής χώρος για τον στολίσκο των πολεμικών σκαφών της και θα ναυλοχούσαν στο Βόλο. Επρόκειτο για τη δημιουργία ενός προκεχωρημένου μικρού ναυστάθμου, με την παρουσία μοίρας πλοίων που θα επιτελούσαν τον έλεγχο θαλασσών και ακτών σε συνεργασία με τις χερσαίες δυνάμεις, σε μια περίοδο που ο Εμφύλιος είχε φουντώσει για τα καλά. Η διοίκηση και οι υπηρεσίες της Ν.Β εγκαταστάθηκαν στο ξενοδοχείο Αίγλη, αφού στο μεταξύ επιδιορθώθηκαν οι ζημιές του πολέμου. Επίσης στο Βόλο θα έδρευε και ο ανώτατος ναυτικός διοικητής με το επιτελείο του, που ήταν υπεύθυνος, ως υπερκείμενη αρχή, για ολόκληρο το βορειοδυτικό Αιγαίο, συνεργαζόμενος με την αεροπορία και τη στρατιά Βορείου Ελλάδος στις επιχειρήσεις του εμφυλίου. Στις αρχές Απριλίου κατέπλευσαν 20 περίπου πολεμικά (αντιτορπιλικά, καταδιωκτικά κα) και έδεσαν στην κεντρική παραλία, όπως δείχνουν και οι σχετικές φωτογραφίες της εποχής. Διαβάζουμε σχετικά: «Ο λιμήν του Βόλου πρόκειται τας ημέρας αυτάς να δεχθή 15 έως 20 ελληνικά πολεμικά σκάφη. Μεταξύ αυτών θα υπάρχουν αντιτορπιλικά, κορβέτες, ναρκαλιευτικά, καταδιωκτικά και αρματαγωγά, τα οποία ως βάσιν θα έχουν τον λιμένα μας υπαγόμενα υπό τας διαταγάς του ενταύθα εδρεύοντος αρχηγού των ναυτικών δυνάμεων Βορείου και Δυτικού Αιγαίου, πλοιάρχου κ. Κώνστα. Τα σκάφη αυτά εκτός της μερίμνης δια την πλήρη διασφάλισιν των ασφαλεστάτων άλλωστε θαλασσίων συγκοινωνιών θα έχουν ως προορισμόν και το να υποστηρίξουν από θαλάσσης τας κατά ξηράν επιχειρήσεις εναντίον των συμμοριών…» (Ταχυδρόμος 30/3/1947).

Τις μάχιμες μονάδες συνόδευαν και βοηθητικά πλοία, πετρελαιοφόρα, πλωτό συνεργείο κα. Ο ελλιμενισμός των πολεμικών συνέβαλε καταλυτικά ώστε να καθαριστεί από τα ναυάγια ολόκληρη η ανατολική λεκάνη του λιμανιού το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να παρέχεται ασφαλής αγκυροβολία και να ικανοποιούνται όλες οι ανάγκες.

ΝΑΥΑΓΙΑΙΡΕΣΕΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Επανακάμπτοντας στο χρονικό των ναυαγιαιρέσεων, παρακολουθούμε στις τοπικές εφημερίδες το καθημερινό σχεδόν ναυαγιολόγιο. Στο δημοσίευμα με τίτλο « Τα ανελκυσθέντα μέχρι τούδε ναυάγια» στην εφ. Ταχυδρόμος στις 6/3/1947 δίνεται μια περίπου συνολική εικόνα των ναυαγίων που έως τότε είχαν ανελκυστεί «υπό του ναυαγοανελκυστικού Κίνγκαρθ». Στη σκάλα των σιδηροδρόμων απέμενε πια μόνο το τσιμεντόπλοιο με την ανάσυρσή του να ολοκληρώνεται στις 18/3 οπότε μεταφέρθηκε στα αβαθή και αφού αφαιρέθηκαν τα πυρομαχικά η μηχανή του και ότι άλλο χρήσιμο υπήρχε. Ακόμη θ’ ανελκύονταν ένα μισοβυθισμένο σλέπι μπροστά από το Αχίλλειον, ενώ το βουλιαγμένο στο κέντρο του λιμανιού σιδερένιο πετρελαιοκίνητο με φορτίο γαιανθράκων εκποιήθηκε σε ιδιωτική εταιρία η οποία και θα αναλάμβανε το έργο. Επρόκειτο για μια επίπονη περίπτωση, μιας και έπρεπε πρώτα ν’ αποσυρθεί το 300 τόνων φορτίο του, εργασία που θα απαιτούσε αρκετές μέρες. Καθυστερήσεις επίσης προκαλούνταν κι από τα βυθισμένα πυρομαχικά σε πλεούμενα ή στο βυθό του λιμανιού.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου