Γρηγόρης Καρταπάνης:Αποκατάσταση των καταστροφών στο λιμάνι του Βόλου

γρηγόρης-καρταπάνηςαποκατάσταση-τω-129320

ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Η αποκατάσταση των καταστροφών που είχαν προκληθεί από τους κατακτητές κατά την αποχώρησή τους, τον Οκτώβριο του 1944, στο λιμάνι του Βόλου, αποτελούσε οπωσδήποτε μια ιδιαίτερα επίπονη και εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία. Το εύρος των ζημιών, σε συνδυασμό με τις ανύπαρκτες δυνατότητες του κρατικού μηχανισμού, σε μέσα και υλικά, κατά τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση, καθιστούσαν απροσδιόριστο το χρονοδιάγραμμα που απαιτούνταν ακόμη και για μια πρώτη μερική επιδιόρθωση, η οποία θα επέτρεπε την στοιχειώδη λειτουργία του λιμανιού.

Η αρωγή της έξωθεν βοήθειας από τους συμμάχους – βρετανούς και αμερικάνους – και οι όποιες πολεμικές επανορθώσεις θα συντελούσαν καθοριστικά στην επαναδραστηριοποίηση και του λιμανιού του Βόλου, όπως άλλωστε και για ολόκληρη την καθημαγμένη χώρα, αλλά απαιτούνταν ικανό βάθος χρόνου, ώσπου να υπάρξουν επαρκή αποτελέσματα. Η ανορθωτική προσπάθεια σε τοπικό αλλά και πανελλαδικό επίπεδο, θα κρατούσε κάμποσα χρόνια έως ότου τα πράγματα ξαναβρούν τους κανονικούς τους ρυθμούς, αν συνυπολογιστεί και η αιματηρή συνέχεια του αδελφοκτόνου πολέμου.

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤ’ ΕΜΠΟΔΙΩΝ

Το λιμάνι του Βόλου, όπως άλλωστε καταμαρτυρούν και οι φωτογραφίες της εποχής, βρίσκονταν σε απελπιστική κατάσταση. Κατεστραμμένες εγκαταστάσεις, διαλυμένα κρηπιδώματα, κομματιασμένος κυματοθραύστης, σωρεία άλλων ζημιών και ένα πολυάριθμο σύνολο ναυαγισμένων πλεούμενων διαφόρων τύπων και μεγεθών, συνέθεταν μια ιδιαίτερα ζοφερή εικόνα. Απελπισία και θλίψη προκαλούσε σε όλους το καταρημαγμένο τοπίο, με την αποκατάσταση να απαιτεί κοπιώδεις εργασίες που χρειάζονταν βάθος χρόνου, με σωστό προγραμματισμό, διαρκή συντονισμό και άμεση έναρξη, ώστε να προκύψουν, το συντομότερο δυνατό, αποτελέσματα. Κάποιες πρώτες, τμηματικές και απαραίτητες παρεμβάσεις επέτρεψαν την στοιχειώδη λειτουργία του λιμανιού, για την εξυπηρέτηση των βασικών αναγκών της κάθε μορφής ναυτιλιακής και εμπορικής δραστηριότητας, ενώ με την πάροδο του χρόνου αναμένονταν πιο συντονισμένες κι εκτεταμένες προσπάθειες. Αναδιφώντας στις τοπικές εφημερίδες εκείνες της περιόδου (1945 – 1947) συναντούμε πλήθος δημοσιευμάτων που άπτονται των επιβαλλόμενων ή εκτελούμενων λιμενικών έργων με στόχο την επαναφορά στις κανονικές λειτουργικές συνήθειες.

Η Λιμενική Επιτροπή, παρά τις ανυπέρβλητες, πολλές φορές, δυσκολίες, προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί την όποια δυνατότητα της παρέχονταν προς αυτή την κατεύθυνση, εξαντλώντας κάθε περιθώριο πίεσης, τόσο στους τοπικούς φορείς, όσο και (περισσότερο) στην κεντρική εξουσία.

Προς τα τέλη του 1945 το αρμόδιο υπουργείο είχε προχωρήσει στην παραχώρηση 18 εκατομμυρίων δραχμών, ένα μέρος από τα οποία είχε δαπανηθεί στην αποκατάσταση κυρίως των κρηπιδωμάτων της κεντρικής προβλήτας για να καταστεί δυνατή η πλεύριση πλοίων.

Οι εργασίες είχαν «κυρίως αναληφθή υπό της Βρετανικής Υπηρεσίας» με τη διάθεση των σχετικών μηχανημάτων και άλλων μέσων, αφού τέτοιες δυνατότητες δεν υπήρχαν στο Ελληνικό κράτος για την πανελλαδική κάλυψη των επιτακτικών υποχρεώσεων. Η πρόοδος των εργασιών που αναφέραμε, καθυστερούσε όμως από την έλλειψη υλικών και θα συνεχίζονταν «μόλις εξασφαλισθεί το απαιτούμενον τσιμέντον», γι’ αυτό και η Λιμενική Επιτροπή συνέταξε και κατέθεσε για έγκριση στο αρμόδιο υπουργείο, νέα μελέτη που κάλυπτε και όλο το τμήμα της προκυμαίας δυτικά της προβλήτας ως το τελωνείο, με υπολογισμό δαπάνης στα 22 εκατομμύρια.

Ακόμη η Λιμενική Επιτροπή υπέβαλε υπόμνημα προς τον γνωστό φορέα βοήθειας, την Ούνρα, για τον εφοδιασμό του λιμανιού με γερανούς και άλλα απαραίτητα μηχανήματα, όπως και την παραχώρηση ειδικού εκσκαφέα για την εκβάθυνση των εκβολών και των κοιτών των χειμάρων Κραυσίνδωνα και Αναύρου που εξέβαλαν εκατέρωθεν του λιμανιού.

Τέλος, μέσα στη σειρά αυτών των έργων προβλέπονταν και η μεταφορά των παραπηγμάτων των ιχθυοπωλείων σε άλλο σημείο, ώστε να δημιουργηθεί χώρος για τον ελλιμενισμό των εμπορικών πετρελαιοκινήτων και άλλων μικρών σκαφών. Ετούτα περιλαμβάνονται σε δημοσίευμα της εφ. Ταχυδρόμος, στις 24/10/1945, με τίτλο: «Η Λιμενική Επιτροπή και αι ανάγκαι του λιμένος μας».

ΠΡΟΟΔΟΣ ΜΕ ΑΡΓΟΥΣ ΡΥΘΜΟΥΣ

Ανάλογα δημοσιεύματα συναντούμε και τους επόμενους μήνες καταγράφοντας την πρόοδο ή την καθυστέρηση των εργασιών στο λιμάνι του Βόλου. Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1946 διαβάζουμε στην εφ. Ταχυδρόμος ένα ενδιαφέρον κείμενο με τίτλο: «Αι ανάγκαι του λιμένος μας» και διευκρινιστικούς, των επι μέρους θεμάτων, υπότιτλους: «Να κατασκευασθούν τα κρηπιδώματα. – Να εκκαθαρισθή ο λιμήν από τα υπάρχοντα ναυάγια. – Να γίνουν εκβαθύνσεις. – Τα συμπεράσματα μιας συσκέψεως», όπου σαφώς καταγγέλλεται η βραδύτητα με την οποία προχωρούσαν οι παρεμβάσεις αποκατάστασης.

Σε ευρεία σύσκεψη τοπικών φορέων και παραγόντων που είχε προηγηθεί , επισημάνθηκε η απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκονταν ακόμη το λιμάνι αν και είχαν περάσει περίπου δύο χρόνια από την απελευθέρωση. Τα έργα έπρεπε να «τρέξουν» με ταχύτερους ρυθμούς ώστε να καταστεί το λιμάνι απολύτως λειτουργικό. Η κίνηση παρουσιάζονταν ιδιαίτερα αυξημένη, αλλά η εξυπηρέτηση των μεγάλων πλοίων ήταν προβληματική από την έλλειψη χώρων ελλιμενισμού και άλλων μέσων φορτοεκφόρτωσης, μιας και ό,τι υπήρχε αδυνατούσε να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται καθυστερήσεις και προβλήματα. Προπολεμικά η κεντρική προβλήτα, διευρυμένη με τα λιμενικά έργα του 1926-30, εξυπηρετούσε τον κύριο όγκο των μεγαλύτερων καραβιών και συμπληρωματικά λειτουργούσε η αποβάθρα των σιδηροδρόμων, στο σημείο της σημερινής προβλήτας του σιλό.

Εκείνη την εποχή όμως (Σεπτέμβριος ’46) η προσέγγιση στη κεντρική προβλήτα ήταν προβληματική, αφού δεν είχε ολοκληρωθεί η αποκατάσταση της δυτικής της πλευράς και επιπλέον υπήρχαν ναυάγια που εμπόδιζαν την πλεύριση. Ομοίως εμπόδια υπήρχαν και στην αποβάθρα του σιδηροδρόμου, όπως και σε άλλα σημεία των μουράγιων όπου προσέδεναν μικρότερα πετρελαιοκίνητα εμπορικά και αλιευτικά σκάφη.

Για τα φορτηγά πλοία η κατάσταση παρουσιάζονταν ακόμα πιο δύσκολη λόγω της έλλειψης γερανών και άλλων μέσων για τις φορτοεκφορτώσεις, όπως και της ανεπάρκειας στεγασμένων και υπαίθριων χώρων για τα διάφορα εμπορεύματα. Έλλειψη υπήρχε και στις φορτηγίδες, για τα καράβια που δεν εισέπλεαν στο λιμάνι αλλά παρέμεναν αρόδο. Μολαταύτα η κίνηση όλο και αυξάνονταν, γεγονός που καθιστούσε επιτακτική την επιτάχυνση των εργασιών αποκατάστασης του λιμανιού.

Συγκεκριμένα έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στις ακόλουθες κατευθύνσεις:

Α) Πλήρης ανέλκυση των ναυαγίων

Β) Άμεση ολοκλήρωση των αποκαταστάσεων των κρηπιδωμάτων που είχε αρχίσει η Λιμενική Επιτροπή και είχαν διακοπεί από έλλειψη πιστώσεων.

Γ) Αποκατάσταση της αποβάθρας των σιδηροδρόμων με πρωτοβουλία της ίδιας της Επιχείρησης Σιδηροδρόμων

Δ) Εκβάθυνση ολόκληρης της λεκάνης του λιμένος για την είσοδο μεγαλύτερων πλοίων.

Φτάνουμε στα τέλη του 1946 και στο λιμάνι – μέσα κι έξω από αυτό – υπήρχαν πάνω από τριάντα μικρά και μεγάλα ναυαγισμένα σκάφη. Ο κίνδυνος για την ασφαλή ναυσιπλοΐα ήταν προφανής γι’ αυτό κι επιβάλλονταν άμεσες και συντονισμένες ναυαγιαιρέσεις. Σα να μην έφταναν αυτά ήρθε να προστεθεί και η βύθιση του α/π. θήρα, λίγο πριν την είσοδο του λιμανιού (22/12/1946) δημιουργώντας ένα επιπλέον εμπόδιο.

ΑΔΥΝΑΜΙΑ Η ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ; – ΦΙΛΟΤΙΜΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ

Η κρατική αδιαφορία (ή αδυναμία) για την αποκατάσταση του λιμανιού του Βόλου μέσα σ’ ένα εύλογο χρονικό διάστημα, συνυπολογίζοντας και τις κάθε είδους δυσκολίες και ανεπάρκειες, ήταν πλέον προφανής. Διατέθηκαν ελάχιστα ποσά σε σχέση με τα απαιτούμενα έργα και τους ήδη εγκριμένους προϋπολογισμούς. Η Λιμενική Επιτροπή από την πλευρά της έκανε ότι μπορούσε και της επέτρεπαν οι διαθέσιμοι πόροι, εκτελώντας έργα προς τη δυτική πλευρά του λιμανιού, ενώ παράλληλα πίεζε τους αρμόδιους φορείς για τη διασφάλιση των απαραίτητων κονδυλίων. Ο καθαρισμός του λιμένος από τα ναυάγια αποτελούσε έναν από τους πρώτους στόχους και γι’ αυτό χρειάζονταν η διάθεση ειδικού γερανού σημαντικής ανελκυστικής ικανότητας.

Σε δημοσίευμα της εφ. Ταχυδρόμος στις 5/1947 εκτός από τις παραπάνω επισημάνσεις, προσδιορίζονται και κάποιοι άλλοι κίνδυνοι που παρεμπόδιζαν την απρόσκοπτη πρόοδο των έργων. Στο βυθό του λιμανιού αλλά και στα βουλιαγμένα σκάφη παρέμενε πλήθος πυρομαχικών που ενδεχομένως να αποτελούσαν θανάσιμη απειλή. Παρά τις καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των ειδικών που αποφαίνονταν ότι η πολύμηνη παραμονή τους στο νερό τα είχε καταστήσει ανενεργά, οι όποιες εκκαθαριστικές εργασίες έπρεπε να εκτελούνται με ιδιαίτερη προσοχή.

Παράλληλα η Λιμενική Επιτροπή προχωρά, στο μέτρο του δυνατού, σε ανάπλαση του χώρου στο εσωτερικό, δυτικό τμήμα του λιμανιού με διεύρυνση της παραλίας ώστε σε συνδυασμό με την επικείμενη μεταφορά των ιχθυοπωλείων να διαμορφωθεί εκτενής λειτουργικός χώρος για την πρόσδεση, όπως είπαμε των μικρότερων σκαφών, ενώ θα επέρχονταν και αλλαγές στην σιδηροδρομική γραμμή και την οδική κυκλοφορία στο εκεί παραλιακό μέτωπο. Όμως ο υπάρχων γερανός ήταν μικρός και δεν μπορούσε να τοποθετήσει τους ογκόλιθους (μπλόκια) στην καθορισμένη απόσταση, ούτε να εκτελέσει όλες τις εργασίες, γι’ αυτό και ζητούνταν η έλευση μεγαλύτερου. Ακόμη, στην ολοκλήρωση των έργων συνέβαλε και η Ναυτική Διοίκησις Βόλου με τον διοικητή της να μεριμνά για την εξεύρεση πιστώσεων για το δίκτυο ύδρευσης του λιμανιού. (Ταχυδρόμος 9/2, 2/3 και 2/4/1947).

ΣΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΕΥΘΕΙΑ

Από τις αρχές του 1947 διαφαίνεται μια επιτάχυνση των ρυθμών στις εργασίες αποκατάστασης του λιμανιού από τις καταστροφές του πολέμου. Ο τίτλος εκτενούς δημοσιεύματος είναι απόλυτα ενημερωτικός: « Ο λιμήν μας εφοδιάζεται με νέους γερανούς και ρυμουλκά. Η ανέλκυσις των υπολοίπων ναυαγίων και του Ανόβερρου. Η καταπλέουσα εις Βόλον μπίγα των 40 τόννων. Η συνέχισις της κατασκευής των νέων κρηπιδωμάτων. Ο ανατολικός λιμήν και το δίκτυον υδρεύσεως της προβλήτος. (Ταχυδρόμος 13/4/1947).

Πράγματι οι εργασίες δείχνουν πλέον σημαντική πρόοδο και προχωρούν συνεχώς, αλλάζοντας άρδην το αποκαρδιωτικό τοπίο. Θα διαρκέσουν όμως αρκετό καιρό ακόμη. Οι ανελκύσεις των ναυαγίων και ο πλήρης καθαρισμός του θαλάσσιου χώρου, ολοκληρώνεται το Μάιο του 1947, όπως θα δούμε στα επόμενα δύο δημοσιεύματά μας. Γερανοί, μπίγες, ρυμουλκά, φαγάνες και άλλα εργαλεία συμβάλλουν αποφασιστικά στην εκτέλεση των έργων ώστε σιγά σιγά να επουλώνονται οι χρόνιες πληγές του πολέμου και το λιμάνι του Βόλου να επανέρχεται στην πλήρη λειτουργικότητά του με την διαρκώς αυξανόμενη κίνηση και την κάλυψη των αναγκών της. Η περάτωση των έργων θα διαρκέσει ως τις αρχές του 1949, όπως μας ενημερώνει το σύντομο αλλά κατατοπιστικό, επόμενο δημοσίευμα, το οποίο αναγγέλλει και φιέστες μετά το πέρας των έργων.

Το παραθέτουμε αντί επιλόγου στη σημερινή μας αναδρομή:

«Εντός του Φεβρουαρίου περατούνται τα λιμενικά έργα.

Ανεκοινώθη αρμοδίως ότι εντός του μηνός Φεβρουαρίου περατούνται τα υπό αμερικανικής εταιρίας εκτελούμενα λιμενικά έργα Βόλου. Μέχρι τότε υπολογίζεται ότι θα έχη συντελεσθή και η ανοικοδόμησις της βορειοδυτικής πλευράς της προβλήτος, όπου συνεχίζονται τώρα εντατικώς αι εργασίαι. Εις τας εργασίας δια την ανοικοδόμησιν του λιμένος μας ασχολούνται εξ’ αρχής περίπου 500 εργάται. Όταν λήξουν αι λιμενικαί εργασίαι περί τα τέλη Φεβρουαρίου θα γίνη επίσημος τελετή εις την οποίαν θα συμμετάσχουν αι αρχαί της πόλεως και όλοι όσοι ειργάσθησαν ή δι’ οιουδήποτε τρόπου εβοήθησαν εις την ταχείαν ανοικοδόμησιν του λιμένος μας» (Ταχυδρόμος 13/1/1949).

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου