Γρηγόρης Καρταπάνης:Αλιευτικά προβλήματα στον Παγασητικό

γρηγόρης-καρταπάνηςαλιευτικά-προβλ-355113

ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 1954

Το καλοκαίρι του 1954 (όπως και στο προηγούμενο του 1953) είχε παρατηρηθεί στον Παγασητικό «αθρόα εμφάνισις» καρχαριοειδών, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα σε ψαράδες και λουόμενους, καθώς περιφέρονταν και πλησίαζαν απειλητικά τις ακτές. Το τοπικό Λιμεναρχείο εξέδωσε ανακοινώσεις με οδηγίες για την αποφυγή δυσάρεστων περιστατικών που δημοσιεύονταν στον τύπο και επισήμαιναν τους σοβαρούς κινδύνους που προέκυπταν από την παρουσία επιθετικών κι επικίνδυνων για τον άνθρωπο «θαλασσίων κητών». Ψαράδες που επέβαιναν στις λαμπόβαρκες των γρι – γρι, κατά τη διάρκεια νυχτερινής αλιείας, είδαν με τα μάτια τους, δίπλα στις λέμβους τους, τα σκυλόψαρα που ελκύονταν κι αυτά από το δυνατό φως των λαμπτήρων αλλά και από τα κοπάδια των αλιευόμενων ψαριών. Τις ανεπιθύμητες αυτές εμφανίσεις και τα σοβαρά συμβάντα που συνέβησαν σε ορισμένες από αυτές έχουμε μνημονεύσει σε παλιότερα κυριακάτικα σημειώματά μας το καλοκαίρι του 2013.

Μια περίεργη «λάσπη»

Εκείνο το καλοκαίρι όμως του 1954 μαζί με την εμφάνιση των καρχαριοειδών προέκυψε ένα ακόμη σπάνιο και πρωτόγνωρο εν πολλοίς φαινόμενο που καθιστούσε δύσκολη έως ακατόρθωτη κάθε αλιευτική προσπάθεια, αν και είχαν παρουσιαστεί αξιόλογες ποσότητες αλιευμάτων, διαφόρων ειδών. Μια παράξενη ουσία σαν λάσπη ή βλέννα προσκολλούσε στα δίχτυα ή και τα παραγάδια επιφέροντας διπλή ζημιά: αφενός μεν τα καθιστούσε ανίκανα για αλίευση και αφετέρου τα κατέστρεφε (τα δίχτυα κυρίως που τότε δεν ήταν ακόμη από συνθετικά, ανθεκτικά νήματα) κατά την ανέλκυσή τους λόγω του βάρους που αποκτούσαν. Το άγνωστης προέλευσης τότε φαινόμενο αναφέρεται στα σχετικά δημοσιεύματα ως «βρώμα», «λάσπη» ή «γλοιώδης ιλύς», προκαλώντας αξεπέραστα προβλήματα, ενώ δεν μπορούσε να δοθεί καμιά πειστική εξήγηση. Βέβαια σήμερα γίνεται αντιληπτό ότι επρόκειτο για «πλαγκτόν» δηλαδή τις μεγάλες μάζες θαλάσσιων μικροοργανισμών που «δεν διαθέτουν ικανότητα ενεργητικής κίνησης» σύμφωνα με το σχετικό ορισμό, «αλλά μεταφέρονται παθητικά από τα κύματα και από τα ρεύματα » (Εγκυκλοπαίδεια Δομή).

Εκείνη την εποχή όμως η υδροβιολογία, τουλάχιστον τον τόπο μας, διέθετε μάλλον ιδιαίτερα περιορισμένες δυνατότητες. Τα είδη του πλαγκτόν εμφανίζονται ευρύτατα σε διάφορες περιοχές, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν οι άλλες συγκεκριμένες αιτίες που οι ειδικοί επιστήμονες αναλύουν και επισημαίνουν. Είναι νομίζω γνωστή μια πιο πρόσφατη τέτοια εμφάνιση περί τα μέσα της δεκαετίας του ’80, που για ικανό χρονικό διάστημα παρέλυσε την τοπική αλιεία και όχι μόνο.

Στα 1954 όμως οι ψαράδες του τόπου μας είχαν να αντιμετωπίσουν ένα πρωτόγνωρο εχθρό που δεν γνώριζαν σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν, ούτε για αιτίες που τον προκάλεσαν. Κι επιπλέον δεν είχε δοθεί καμιά, έστω και πιθανή, εξήγηση, από τους αρμόδιους φορείς και ειδικότερα από τη Διεύθυνση Αλιείας του Υπουργείου Εμπορίου. Το ψάρεμα γίνονταν πλέον υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες με αποτέλεσμα σιγά – σιγά να εκλείπει σχεδόν κάθε μορφής αλιευτική δραστηριότητα.

Διαβάζουμε στην εφ. « Θάρρος » στις 14/6/1954:

«Περίεργον φαινόμενον εις τον Παγασητικόν – Διεκόπη η αλιεία. Από ημερών εις τον Παγασητικόν παρατηρείται ένα περίεργον φαινόμενον. Η θάλασσα απέκτησε ένα είδος βρωμιάς ωσάν λάσπη, η οποία όχι μόνον εμποδίζει την αλιείαν, αλλ’ επικάθηται εις τα δίκτυα των γρι – γρι και εμποδίζει να τα ανασύρουν. Δια να ανασυρθή κενόν το δίκτυον ενός γρι – γρι, εχρειάσθησαν 6 ½ ώρες, λόγω του βάρους που απέκτησε εκ της βρωμιάς. Ακόμη και τα παραγάδια καθιστά άχρηστα η λάσπη αυτή η οποία ήδη επεκτείνεται και εκτός του Παγασητικού με κίνδυνον να διακοπή και εκεί η αλιεία, η οποία διεκόπη ήδη εις τον Παγασητικόν κόλπον».

Το δημοσίευμα είναι απολύτως ενημερωτικό για την κατάσταση που επικρατούσε και την αναγκαστική διακοπή κάθε μορφής ψαρέματος. Η ζημιά για αλιείς και ιχθυέμπορους υπήρξε πρωτοφανής, καθώς εκείνη την εποχή είχε παρατηρηθεί «αφθονία ψαριών» που όμως ήταν αδύνατον, λόγω της «λάσπης», να αλιευθούν. Η ματαίωση κάθε πλούσιας αλιευτικής συγκομιδής, αποτελούσε σοβαρό πλήγμα στην τοπική ιχθυαγορά. Κι όποιος αποτολμούσε να καλάρει τα δίχτυα του ήταν αμφίβολο ακόμα κι αν θα κατάφερνε να τ’ ανασύρει σώα.

Οπως μας πληροφορούν τα δημοσιεύματα εκείνων των ημερών κι ενώ τα προβλήματα συνεχίζονταν αμείωτα, η έλευση του Διευθυντή Αλιείας του Υπουργείου Εμπορίου, στο Βόλο πραγματοποιείται όχι για το φλέγον ζήτημα της «ιλύος», αλλά κατόπιν αιτήματος των ντόπιων ιχθυοπαραγωγών για άλλα θέματα:

«Τεραστίας ζημίας υφίστανται οι αλιείς εκ της ιλύος που εκάλυψε τον Παγασητικόν. Αφίκετο ο Διευθυντής Αλιείας του Υπουργείου Εμπορίου. Οι ιχθυοπαραγωγοί ευρίσκονταν εις απόγνωσιν. Τα αλιευτικά τους συγκροτήματα υφίστανται και νέας ζημίας εκ της ιλύος που έχει καλύψει τον Παγασητικόν κόλπον και μέρος του Βορείου Ευβοϊκού. Δια πρώτην φοράν εις τα χρονικά παρουσιάζεται τοιούτον φαινόμενον. Οταν ρίπτονται υπό των γρι – γρι τα δίκτυα εις την θάλασσαν είναι αδύνατον να ανασυρθούν διότι είναι γεμάτα λάσπη. Δυστυχώς το κακό δεν υποχωρεί και οι ιχθυοπαραγωγοί προς περιορισμόν των ζημιών των, αντιμετωπίζουν την διακοπήν της λειτουργίας των συγκροτημάτων των. Επίσης σημαντικώς επλήγησαν και οι μικροαλιείς, οι οποίοι με παραγάδια προσπαθούν να εξοικονομήσουν τα προς το ζην. Το φαινόμενον είναι ανεξήγητον. Σημειωτέον, ότι αυτή η εποχή είναι η καλύτερα δια το ψάρευμα, διότι υπάρχει αφθονία ψαριών» (Θάρρος 26/6/1954).

Παρακάτω το δημοσίευμα αναφέρεται στην ύπαρξη επαρκών ποσοτήτων ψαριών στην ιχθυαγορά (προερχόμενα μάλλον από άλλες περιοχές) που διατίθενται σε ιδιαίτερα προσιτές τιμές. Επίσης επισημαίνεται και ο ερχομός του διευθυντή αλιείας κ. Σκούτα, για «να εξετάσει το ζήτημα της απαγορεύσεως της αλιείας της μικρής σαρδέλας επί ορισμένους μήνας εις τον Παγασητικόν». Αν και πρώτο μέλημα έπρεπε ν’ αποτελεί η διερεύνηση του περίεργου φαινόμενου της «ιλύος».

Οπως μας πληροφορεί όμως η εφ. Ταχυδρόμος (26/6/54) βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη έρευνα για την εξήγηση της πρωτόγνωρης κατάστασης.

Σημεία εκτόνωσης

Δύο εβδομάδες αργότερα εμφανίζονται τα πρώτα ενθαρρυντικά σημάδια για την εκτόνωση του φαινομένου. Η «λάσπη» φαίνεται να υποχωρεί σε μεγαλύτερα βάθη και τα νερά γίνονται και πάλι διαυγή, τόσο στον Παγασητικό, όσο και τον Ευβοϊκό κόλπο.

Στο δημοσίευμα που ακολουθεί περιγράφεται η ευνοϊκή εξέλιξη κι επιπλέον δίνεται και μια πιθανή ερμηνεία-εντελώς διαφορετική – για την εμφάνιση του φαινομένου της «λάσπης»:

«Υποχωρεί η γλοιώδης ιλύς εις τον Παγασητικόν – Μια εξήγησις του φαινομένου. Κατά πληροφορίας παρασχεθείσας παρ’ ιχθυοπαραγωγών η εμφανισθείσα προ καιρού εις τον Παγασητικόν και εις μικροτέρον έκτασιν εις τον Ευβοϊκόν κόλπον λάσπη, έχει ήδη εξαφανισθή. Τώρα τα νερά και των δύο κόλπων έχουν επανεύρει το παλαιόν, γαλάζιο, πεντακάθαρο χρώμα τους, ενώ η λάσπη έχει κατακαθίσει εις βάθος 40 οργιών και διαρκώς υποχωρεί προς τον βυθόν. Ως γνωστόν η εμφάνισις της γλοιώδους εκείνης ουσίας είχεν ως αποτέλεσμα την αναστολήν της αλιείας εντός του Παγασητικού, εντός του οποίου είχε τόσην πυκνότητα, ώστε να ώστε να καθίσταται αδύνατος η αλιεία δια των δικτύων. Μέχρι σήμερον ουδεμία υπεύθυνος εξήγησις του περίεργου αυτού φαινομένου εδόθη. Πάντως ελέχθη υπό ιχθυοπαραγωγών, ότι η εμφάνισις της μυστηριώδους αυτής θαλάσσιας λάσπης δεν είναι άσχετος με τους σεισμούς της 30 Απριλίου και τας συνεχιζομένας έκτοτε μικροδονήσεις.

Ελέχθη δηλαδή ότι ο βυθός του Παγασητικού λόγω της ισχυράς σεισμικής δονήσεως, εταράχθη τόσον πολύ ώστε ν’ ανυψωθή εξ’ αυτού ένα είδος κολλώδους λάσπης, η οποία και ανήλθεν εις την επιφάνειαν μετά 20ήμερον περίπου από της ημέρας του σεισμού. Η πυκνότης της λάσπης ήτο πολύ μεγάλη εις τον Παγασητικόν και μικροτέρα εις την περιοχή Στυλίδος και Χαλκίδος, όπου επίσης ο σεισμός υπήρξεν ισχυρός. Ενισχυτικόν της ανωτέρω απόψεως είναι και το γεγονός ότι, ως αναφέρουν ιχθυοπαραγωγοί, το φαινόμενον της θαλασσίας αυτής λάσπης παρουσιάσθη και κατά τον Μάρτιον του 1941, ολίγας δηλαδή ημέρας μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς της Λαρίσης. Η έκτασις της όμως τότε, καθώς και η πυκνότης της, ήτο πολύ περιορισμένη εν συγκρίσει με την τωρινή» (Ταχυδρόμος 11/7/1954).

Επιχειρείται δηλαδή, σύμφωνα με τις παραπάνω εκτιμήσεις, συσχέτιση του φαινομένου με τον ισχυρό σεισμό του προηγούμενου Απρίλη που είχε επίκεντρο τους Σοφάδες και έπληξε επίσης σοβαρά και την περιοχή της Μαγνησίας. Οι ειδικοί επιστήμονες έχουν τη δυνατότητα ν’ αποφανθούν αν ήταν πιθανή μια τέτοια εξήγηση.

Η «λάσπη» παραμένει

Η βελτίωση της κατάστασης θα πρέπει να ήταν προσωρινή ή έστω επιφανειακή, αφού τις επόμενες μέρες γίνεται πάλι λόγος για παραμονή της «λάσπης» που καθιστούσε αδύνατη την αλιεία των γρι – γρι, όταν τα τελευταία εξέδραμαν ομαδικά για ψάρεμα, έπειτα από την εμφάνιση κοπαδιών παλαμίδας.

Η προβληματική κατάσταση συνεχίζονταν:

«Αθρόα εμφάνισις τοννοειδών εσημειώθη στον Παγασητικό. Η αλιεία όμως παρεμποδίζεται από την λάσπην της θαλάσσης. Εις τα ύδατα του Παγασητικού εσημειώθη τας τελευταίας ημέρας αθρόα εμφάνισις ψαριών της κατηγορίας των τοννοειδών… Προς αλιείαν των εμφανισθέντων τοννοειδών εκινήθησαν εντός του Παγασητικού πολλά αλιευτικά συγκροτήματα… Οταν όμως ήρχισαν την αλιείαν παρετήρησαν ότι κάθε ήτο αδύνατος και επικίνδυνος δια την τύχη των δικτύων, διότι εις ικανόν από του βυθού ύψος έχει επικαθήσει ένα πυκνότατο στρώμα λάσπης, το οποίον όχι μόνον κάνει αδύνατην την άνοδον, αλλά και επιφέρει, προσκολλόμενον εις τα δίκτυα, σοβαράς βλάβας εις αυτά. Ούτω εγνώσθη ότι το αλιευτικόν συγκρότημα του Συνεταιρισμού Ιχθυοπαραγωγών «Ποσειδών», ενώ ηλίευε παρά τας ακτάς της Μπούφας, ενεπλάκη το δίκτυόν του εις παχύτατον στρώμα λάσπης, όταν δε ανεσύρθη τούτο, διεπιστώθη ότι μέγα μέρος αυτού είχε καταστραφεί και παρέμεινε, αποκοπέν, εις τον βυθόν. Κατόπιν τούτου όλα τα αλιευτικά συγκροτήματα εγκατέλειψαν την αλιείαν των τοννοειδών και κατέπλευσαν εις Βόλον ή και άλλους όρμους, δια να ετοιμασθούν δια την αρχομένην από της προσεχούς Τρίτης, νέαν αλιευτικήν περίοδον» (Ταχυδρόμος 17/7/1954).

Στη συνέχεια γίνεται λόγος για την εμφάνιση και διαφορετικού είδους «παρασίτων» της θάλασσας που έμοιαζε με «γυαλί». Ετούτη η αναφορά δείχνει ότι γνώριζαν πάνω – κάτω οι ψαράδες ότι επρόκειτο για μάζες μικροοργανισμών της θάλασσας, αν και για την σύσταση της λάσπης ακόμα δεν είχαν διεξαχθεί οι σχετικές έρευνες, παρότι είχε περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα από την εμφάνισή της:

«Επίσης, όπως ανέφερον πολλοί αλιείς εις τον Παγασητικόν, ενεφανίσθη και ένα άλλο είδος θαλασσίων παρασίτων το οποίον εμποδίζει την αλιείαν. Είναι το λεγόμενο «γυαλί». Τούτο ομοιάζει με ταινίαν διαφανή, αρκετού πάχους και μήκους, έχει δε την περίεργον ιδιότητα να κατακαίη τα δίκτυα και να τα καταστρέφει. Πάντως, ως προς το φαινόμενον της λάσπης καίτοι αυτή ενεφανίσθη από μηνών, ουδεμία μέχρι σήμερον υπεύθυνος εξήγησις εδόθη. Τελευταίως, εξεφράσθη η γνώμη να συλλεγή μια ποσότης η οποία να υποβληθή εις χημικήν εξέτασιν δια να διαπιστωθή από ποία, ακριβώς, στοιχεία αποτελείται αυτή».

Η άγνοια, αλλά και η αβελτηρία ίσως των αρμόδιων φορέων να προχωρήσουν στις αναγκαίες έρευνες, δημιούργησαν ένα ιδιαίτερα θολό τοπίο, δίχως να δίνεται μια πειστική εξήγηση, και αντιμετώπιση του προβλήματος. Το φαινόμενο, όπως φαίνεται, εκτονώθηκε στη συνέχεια από μόνο του και η αλιεία στον Παγασητικό επανήλθε στους φυσιολογικούς της ρυθμούς.

Εντυπωσιακή φωτογραφία με φωσφορίζον πλαγκτόν.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου