Γρηγόρης Καρταπάνης: Τα Πασχαλινά διηγήματα του Παπαδιαμάντη

γρηγόρης-καρταπάνης-τα-πασχαλινά-διη-571824

Οπωσδήποτε στις μέρες μας απουσιάζει ολοκληρωτικά η συγγραφή και η δημοσίευση επίκαιρων, εορταστικών διηγημάτων, στον καθημερινό και περιοδικό Τύπο, γεγονός που αριθμεί αρκετές δεκαετίες, κατά τη γνώμη των ειδικών ερευνητών. Κάτι τέτοιο, μάλλον θεωρείται πως δεν συμβαδίζει με τα αιτήματα και τις προτιμήσεις του σήμερα, ορίζοντας ως εξαιρετικά μακρινή την εποχή που η καταχώρηση αυτών των κειμένων, σε διάφορα έντυπα, παρουσιάζονταν επιβεβλημένη και απαραίτητη. Παρόλα αυτά συμβαίνει το εξής οξύμωρο: συχνά πυκνά, εφημερίδες και περιοδικά, φιλοξενούν στις σελίδες τους, κατά τις διάφορες εορτές κι επετείους, πολλά από εκείνα τα παλαιά διηγήματα – σε ειδικά ένθετα και όχι μόνο – σαν μια επιλογή ουσίας που προσδίδει κύρος στο έντυπο.

Τα πασχαλινά διηγήματα του Παπαδιαμάντη (όπως και τα άλλα εορταστικά) προτιμούνται στις παραπάνω επιλογές και για τούτο υπάρχει αιτιολόγηση. Δίχως να υποβαθμίζονται τα ανάλογα πονήματα άλλων κλασσικών και καταξιωμένων λογοτεχνών, το έργο του Σκιαθίτη ξεχωρίζει και έχει γίνει διαχρονικά αποδεκτό. Το περιεχόμενό τους αντλείται από προσωπικά βιώματα ή ακούσματα του συγγραφέα, δοσμένα με τον απαράμιλλο τρόπο της γραφίδας του. Οι απόψεις των ειδικών που ασχολούνται με το θέμα συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως ο Παπαδιαμάντης (και ο Μωραϊτίδης) έδωσε στο είδος του επετειακού – εορταστικού διηγήματος μια ξεχωριστή πνοή και σοβαρότητα, αναβαθμίζοντάς το από την αμφισβητήσιμη, μικτή μορφή του διηγήματος – επιφυλλίδας, που πρωταρχικό σκοπό είχε μόνο την επετειακή αναφορά, δίχως να διαθέτει χρονική διάρκεια. Η Μ. Θεοδοσοπούλου στο μικρό της δοκίμιο για τα εορταστικά διηγήματα του Παπαδιαμάντη, σημειώνει σχετικά: «Πάντως τα εορταστικά και των δύο αποδείχθηκαν της ίδιας λογοτεχνικής αντοχής με τα υπόλοιπα διηγήματά τους, σε αντίθεση με τα επετειακά διηγήματα πολλών ομηλίκων τους συγγραφέων ή και μεταγενέστερων που γράφονται μόνο για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή στις εορταστικές σελίδες ενός εντύπου ή σε μια ανθολογία». («Μετ΄ έρωτος και στοργής», εκδ. Νεφέλη σελ. 14).

Ο τόμος «Πασχαλινά διηγήματα», εκδ. Εστίας, Αθήνα 2002, περιλαμβάνει το σύνολο των διηγημάτων του Παπαδιαμάντη που έχουν αυτή τη θεματολογία. Πρόκειται για μια πλήρη, συγκεντρωτική συλλογή κατά τη χρονολογική σειρά των πρώτων δημοσιεύσεων, στις εφημερίδες «Εφημερίς» και «Ακρόπολις» κυρίως, αλλά και αλλού, όπως αναφέρεται στο ενημερωτικό επίμετρο των τελευταίων σελίδων. Εκεί επίσης επισημαίνονται οι ελλιπείς ομότιτλες ανθολογίες άλλων εκδοτών, όπως οι πρόσφατες μετά το θάνατο του συγγραφέα των Δικαίου και Φέξη – και οι δύο του 1912. Η πρώτη περιλαμβάνει μόνο πέντε διηγήματα και η δεύτερη έξι, από τα οποία όμως, τα τρία δεν είναι πασχαλινά. Μία αρκετά μεταγενέστερη (Βασιλείου, 1961) περιέχει δέκα από αυτά, ενώ και ως σήμερα εντοπίζονται αρκετές ανάλογες προσπάθειες, πολλές από τις οποίες, επειδή απευθύνονται σε παιδικό -νεανικό αναγνωστικό κοινό, έχουν μεταγλωττισμένο περιεχόμενο.

Τα Πασχαλινά διηγήματα του Παπαδιαμάντη είναι:

1. «Η τελευταία βαπτιστική», Εφημερίς, 24/4/1888.

2. «Εξοχική λαμπρή», Εφημερίς, 1/4/1890.

3. «Παιδική πασχαλιά», Το Αστυ, 24/4/1891.

4. «Πάσχα ρωμέικο», περ. Αττικόν Μουσείον, πασχαλινό, 1891.(Αθηναϊκό).

5. «Στην Αγια-Αναστασά», Ακρόπολις, 4/4/1892.

6. «Η βλαχοπούλα», Εφημερίς, 5/4/1892. (Αθηναϊκό).

7. «Λαμπριάτικός ψάλτης»,Ακρόπολις, 27 έως 31 /3/1893.

8. «Χωρίς στεφάνι»,Ακρόπολις, 24/3/1896.(Αθηναϊκό).

9. «Κοκκώνα θάλασσα», Το περιοδικό μας, τόμος Β’,1900.

10. «Υπό την Βασιλικήν δρύν», περ. Παναθήναια, τ. Α’, 31/3/1901.

11. «Ο αλιβάνιστος», περ. Η μούσα, τ. Α’, Απρίλιος, 1903. Επίσης στην εφ. Νέον Αστυ, 6/4/1903.

12. «Ο κοσμολαΐτης»,Αθήναι, 3/6 έως 2/7/1903.(Αθηναϊκό).

13. «Η άκληρη», Ακρόπολις, 17/4/1905.

14. «Τα’ αερικό στο δέντρο», περ. Νέα Ζωή Αλεξάνδρειας, τ. 3, Ιούνιος 1907.

15. «Τραγούδια του Θεού», περ. Καλλιτέχνης, τ. Β΄,Μάρτιος 1912.(Αθηναϊκό).

16. «Το Χριστός Ανέστη του Γιάννη», στον τόμο «Τα μετά θάνατον – η χολεριασμένη», εκδ. Φέξη, 1912.

Πασχαλινό είναι και το προσφάτως ανευρεθέν αθησαύριστο διήγημα «Η νοσταλγία του Γιάννη», οπότε ο αριθμός τους ανέρχεται στα 17.

Οι πρώτες δημοσιεύσεις, όπως βλέπουμε, ακολουθούν μια πορεία ανάλογη με εκείνη των χριστουγεννιάτικων, αφού το πρώτο πασχαλινό παρουσιάστηκε στην Εφημερίδα, τον Απρίλιο του 1888, δηλαδή το επόμενο Πάσχα, μετά την δημοσίευση του «Χριστόψωμου»,στις 26/12/1887. Παρατηρούνται οι κατά έτος, απαραίτητες καταχωρίσεις στα εορταστικά φύλλα, με την ίδια περίπου πυκνότητα, τις κάποιες απουσίες (1889, 1894, 1895) αλλά και τις ταυτόχρονες, σε δύο έντυπα (1891, 1892), διαφορετικών διηγημάτων.

Προτού συμπληρωθεί μια δεκαετία (1896),παρατηρείται ένα μεγαλύτερο κενό, αφού το επόμενο πασχαλινό διήγημα έρχεται το 1900. Μια ανάλογη αραίωση υπάρχει και στα χριστουγεννιάτικα μετά το 1896. Στην πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα έχουμε την ανά διετία παρουσίαση ως το 1907. Το σύνολο συμπληρώνεται από δύο διηγήματα που βρέθηκαν στα κατάλοιπα του συγγραφέα και γνωστοποιήθηκαν στο αναγνωστικό κοινό, αμέσως μετά το θάνατό του, στα 1912. Αλλά και ως συνολικός αριθμός -δεκαέξι- δεν διαφέρουν πολύ από τα αντίστοιχα των Χριστουγέννων, μιας και τα δεύτερα φτάνουν τα δεκαεννιά μαζί με εκείνα που μερικώς το περιεχόμενό τους είναι χριστουγεννιάτικο. Τούτο αποδεικνύει πιθανώς, την ισότιμη αντιμετώπιση των δύο μεγάλων γιορτών της χριστιανοσύνης, από τον σοφό και προσεκτικό σε αυτά Παπαδιαμάντη. Η αντιστοιχία σκιαθίτικων – αθηναϊκών, σαφώς αποβαίνει υπέρ των πρώτων, κάτι απόλυτα αναμενόμενο την στιγμή που οι παιδικές -νεανικές πασχαλινές αναμνήσεις της Σκιάθου κυριαρχούσαν απέναντι στην ψυχρή αντιμετώπιση των εορτών και τη συμβατική τυπικότητα, στο «κλεινόν άστυ». Αλλωστε αρκετές φορές ο «συγγραφέας – μετανάστης» της Αθήνας, μετέβαινε για μικρότερα ή μεγαλύτερα διαστήματα στο νησί του, ενίοτε και για το Πάσχα (1894). Μα και κατά την αναγκαστική διαμονή του στην πρωτεύουσα, επεδίωκε να εορτάζει τις Αγίες τούτες μέρες, σε διάφορα προάστια ή χωριά της Αττικής υπαίθρου, ώστε ο ανεπιτήδευτος και παραδοσιακός εορτασμός να συγκλίνει προς τον αντίστοιχο, του γενέθλιου τόπου. Το σκιαθίτικο Πάσχα βρίσκει, για τον επήλυδα της Αθήνας, το υποκατάστατό του στις κοντινές εξοχές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το διήγημα «Η βλαχοπούλα» με την υπόθεσή του να διαδραματίζεται σε «δροσερόν» και «μαγευτικόν» χωρίον, «εις το κέντρον γοητευτικού οροπεδίου», κοντά στην Πεντέλη, δηλαδή σε κάποιο από τα βλαχοχώρια -αρβανιτοχώρια των Μεσογείων και σύμφωνα με τον Βαλέτα, πρόκειται για το Χαρβάτι, την σημερινή Παλλήνη.

Αλλά και στο «Πάσχα Ρωμέικο», στις τελευταίες γραμμές, καταθέτει τον διακαή του πόθο: «Θα προσεχώρουν δε εις την επιθυμίαν του, (σ.σ. του φίλου του μπάρμπα – Πύπη, να γιορτάσουν την Ανάσταση στον Πειραιά) αν από πολλών ετών δεν είχα την συνήθειαν να εορτάζω εκτός του Άστεως το Αγιον Πάσχα». Η προτίμηση ετούτη καταμαρτυρείται και στα θρησκευτικά άρθρα του, όπου τονίζει τη διαφορά του κλίματος των ημερών και της ευλάβειας των πιστών, ανάμεσα στην πόλη και στην ύπαιθρο. Ακόμη η τήρηση παραδοσιακών εθίμων στην τελευταία, παρεμβαίνει λυτρωτικά στο άλγος που προξενεί στο συγγραφέα η απουσία του αγαπημένου του νησιού.

Ως προς την υπόθεσή τους τα πασχαλινά διηγήματα εμφανίζουν δύο διαφοροποιήσεις, σε σχέση με τα χριστουγεννιάτικα.

Πρώτον: Τα περισσότερα διαπνέονται από μια χαρούμενη διάθεση, που παραπέμπει ασφαλώς στο χαρμόσυνο, πανανθρώπινο μήνυμα της Ανάστασης του Χριστού. Σε τούτο συμβάλει και η ανοιξιάτικη φύση – τέλεια αντίθεση με τις βαρυχειμωνιές των Χριστουγέννων. Με μια πρώτη ανάγνωση διαπιστώνεται στα περισσότερα ετούτη η αίσθηση, παρά τις περιπέτειες και τον κίνδυνο που διέτρεξε ο αφελής κυρ- Κωνσταντός ο Ζ’ μαροχάφτης, στον «Λαμπριάτικο ψάλτη» ή την περιθωριοποίηση της αστεφάνωτης ηρωίδας στο «Χωρίς στεφάνι». Η κατάληξη έρχεται ευτυχής ή έστω αισιόδοξη. Δραματικό τέλος έχουν μόνο τρία διηγήματα: Το πρώτο χρονικά, «Η τελευταία βαπτιστική», το τρυφερό και ποιητικό «Τραγούδια του Θεού» και «Τ’ αερικό στο δέντρο» – τα δύο πρώτα με θάνατο.

Δεύτερον: Η θρησκευτική υπόθεση. Το θρησκευτικό κλίμα των ημερών, τα ήθη και έθιμα, όλα τα εκκλησιαστικά – λειτουργικά δρώμενα, οι ακολουθίες και τα τροπάρια, ολόκληρη τη Μεγάλη Εβδομάδα, έως την Ανάσταση και την Κυριακή του Πάσχα, ενυπάρχουν στα περισσότερα διηγήματα καλύπτοντας μικρότερο ή μεγαλύτερο μέρος τους. Αντίθετα προς τα χριστουγεννιάτικα, όπου κατά κανόνα, η σχέση της υπόθεσής τους με τις Αγιες ημέρες, είναι μόνο ημερολογιακή.

Ασφαλώς μια διερεύνηση και στον τομέα αυτό του Παπαδιαμαντικού έργου, απαιτεί σοβαρότητα και περισσότερη ανάλυση. Τα επί μέρους ζητήματα που προκύπτουν επιβάλλουν τη γνωμάτευση έγκριτων μελετητών, κάτι που βέβαια, έχει γίνει και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Το ταπεινό μας δημοσίευμα αποσκοπεί μόνο στην επίκαιρη παρουσίαση των πασχαλινών διηγημάτων του Παπαδιαμάντη, που αποτελούν στοιχεία ουσιαστικής μέθεξης στο πνεύμα των ημερών.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου