ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Με νέους όρους στην επόμενη μέρα

με-νέους-όρους-στην-επόμενη-μέρα-791530

Η μεταμνημονιακή πορεία έχει τα δικά της προαπαιτούμενα

Του Μάκη Γ. Μπαλλή, βουλευτή Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ

Οταν θέλουμε μπορούμε,

όταν μπορούμε οφείλουμε

Ναπολέων Βοναπάρτης

Είναι, αλήθεια, βάσιμη η αισιοδοξία ότι με την έξοδο από το μνημόνιο και με το τέλος της επιτροπείας, με την αυστηρή μορφή που την γνωρίσαμε, μπορεί να αρχίσει μία νέα τελείως διαφορετική εποχή; Διαφορετική για την οικονομία, τις παραγωγικές δυνάμεις, την ανάπτυξη αλλά και διαφορετική για την κοινωνία;

Για να απαντήσουμε θα πρέπει να δούμε το παρελθόν μας, τα λάθη των πολιτικών επιλογών όλων των προηγούμενων δεκαετιών, και τα πολιτικά – οικονομικά προτάγματα που οδήγησαν την χώρα στην χρεοκοπία. Και για να στηρίξουμε την αισιοδοξία, θα πρέπει να δούμε σε ποιές βάσεις σχεδιάζεται η πορεία από την επόμενη μέρα της εξόδου από τα μνημόνια.

Από τις αρχές της δεκαετίας του ´80 είχαμε ζήσει και στην περιοχή μας, όπως και όλη η υπόλοιπη Ελλάδα φυσικά, τις συνέπειες της αποβιομηχάνισης που έφερνε η παγκοσμιοποίηση. Η μικρή περιφερειακή ελληνική οικονομία ήταν δύσκολο να ξεπεράσει τους κραδασμούς της απελευθέρωσης της αγοράς, να προσαρμόσει έγκαιρα το παραγωγικό της μοντέλο, να προσανατολίσει την οικονομία της στις νέες απαιτήσεις. Οι κοινωνικές και περιφερειακές ανισορροπίες μεγάλωναν χωρίς να έχουν προβλεφθεί πολιτικές ανάσχεσης. Δεν αρκούσε πλέον το μοντέλο των μεγάλων δημόσιων έργων, προς ικανοποίηση των εργολαβικών συμφερόντων, και η τακτική του συνεχούς φθηνού δανεισμού για να κρύψουν το πρόβλημα. Πόσο μάλλον για να το αντιμετωπίσουν.

Σε όσους παρακολουθούσαν την πορεία της οικονομίας, ήταν γνωστή η κατάληξη. Ποτέ, όμως, δεν υπήρξε μία συντονισμένη προσπάθεια για μια διαφορετική πολιτική ανάπτυξης της οικονομίας. Αντίθετα συνεχίστηκε ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός και μάλιστα με πολιτικές πελατειακού χαρακτήρα, με χαριστικές τραπεζικές δανειοδοτήσεις, με διαμοιρασμό των πενιχρών οικονομικών πόρων σε παρέες φίλων και υποστηρικτών, με διαχείριση που ήταν η επιτομή της διαφθοράς και του σκανδάλου. Τα αποτελέσματα και τις αποκαλύψεις, άλλωστε, τα παρακολουθούμε όλοι μας σήμερα.

Όποια προσπάθεια υπήρξε, από το ξέσπασμα της κρίσης και μετά, βασίστηκε στο ίδιο πελατειακό σύστημα, στον γραφειοκρατικό δημόσιο τομέα, στην ανυπαρξία βούλησης για αναδιάρθρωση του δημόσιου και των επιχειρήσεών του και σε έναν ιδιωτικό τομέα που στηριζόταν αποκλειστικά στις σχέσεις (κυρίως διαπλοκής) με το κράτος για να κερδίσει. Ούτε στην αναζήτηση αγορών, ούτε στη βελτίωση του προϊόντος του, ούτε στον επανασχεδιασμό της παραγωγής, στην αναζήτηση και εκμετάλλευση νέων και καινοτόμων ιδεών. Γιατί, άλλωστε; Η φοροδιαφυγή, η διαπλοκή, τα χαμηλά μεροκάματα, εξασφάλιζαν συνέχιση των κερδών για τους λίγους την ίδια ώρα που δυστυχούσαν οι πολλοί. Μια απλή αναπαραγωγή του ίδιου μοντέλου της αποτυχίας. Μια συνταγή διαιώνισης του προβλήματος, της εξάρτησης, της κατρακύλας.

Σε αυτές τις συνθήκες και με αυτή τη διεθνή και εσωτερική πολιτική και οικονομική συγκυρία, ανέλαβε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Με στόχο να ανακόψει τον κατήφορο, να στηρίξει την κοινωνία που ήταν σε κατάρρευση, να ανασχέσει την διαρκώς εκτεινόμενη φτώχεια, να συνδράμει τα πιο ευαίσθητα κοινωνικά στρώματα, αλλά και να προχωρήσει τις απαραίτητες αλλαγές στη δομή του κράτους, της δημόσιας διοίκησης, της αυτοδιοίκησης, να ξαναβάλει στο παιχνίδι της ανάπτυξης και της οικονομίας τον δημόσιο τομέα με όρους διαφάνειας και σωστής διαχείρισης, να δυναμώσει τους δημοκρατικούς θεσμούς που είχαν αποδυναμωθεί, να διασώσει τους τομείς της δωρεάν δημόσιας υγείας και της εκπαίδευσης. Το τι μεσολάβησε στα χρόνια της διακυβέρνησης Τσίπρα, γνωστό. Γνωστό και το περιβάλλον και οι πιέσεις και οι απαιτήσεις αλλά και τα όποια λάθη έγιναν σε αυτή την περίοδο. Γνωστό όμως και το σημερινό αποτέλεσμα. Που ήρθε με πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση, επειδή και μόνο ήταν αποφασισμένη να προχωρήσει στις αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έκρινε αναγκαίες.

Φθάσαμε στο τέλος μίας δύσκολης διαδρομής. Τι φέρνει, όμως, η επόμενη μέρα; Πόσο έχει εξαλειφθεί ο κίνδυνος πισωγυρίσματος ή επανάληψης των ίδιων λαθών;

Σίγουρα δεν μπορούμε να μιλάμε για επιστροφή στην εποχή των εύκολων παροχών και πολύ περισσότερο των πελατειακών διευκολύνσεων.

Επιτεύξιμοι στόχοι

Είναι αλήθεια ότι έχουμε αναλάβει από το παρελθόν ήδη, δύσκολες υποχρεώσεις. Οι στόχοι παραμένουν, με τη διαφορά ότι πλέον θα μπορούμε εμείς να επιλέγουμε τα μέσα και τον τρόπο επίτευξής τους.

Ισως η επίτευξη σημαντικών πλεονασμάτων μέχρι το 2022 είναι η δυσκολότερη υποχρέωση, όμως τα στοιχεία δείχνουν ότι είναι στόχος επιτεύξιμος. Οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις που κατεγράφησαν το 2016 και το 2017 (πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% και 4,2% του ΑΕΠ αντίστοιχα1) καθιστούν επιτεύξιμη τη στόχευση για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ.

Το στρατηγικό σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση για την περίοδο μετά τα μνημόνια, δείχνει τον τρόπο για να πιαστούν οι στόχοι με παράλληλη στήριξη της κοινωνίας, ανάπτυξη και θεμελίωση ενός διαφορετικού παραγωγικού και οικονομικού μοντέλου.

Μετά από πολλά χρόνια οικονομικής κρίσης και στασιμότητας με απώλεια του 27% του ΑΕΠ, η οικονομική ανάκαμψη εδραιώνεται. Οι μεταρρυθμίσεις έχουν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς, η αβεβαιότητα στις αγορές έχει μειωθεί σημαντικά και υπάρχει αξιόπιστο και σαφές σχέδιο για το μέλλον.

Για πρώτη φορά από το 2006, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε για τέσσερα διαδοχικά τρίμηνα, με αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,4% το 2017, ενώ συνεχίζει με τους ίδιους ρυθμούς και για το 2018.

Η κατάσταση της αγοράς εργασίας βελτιώθηκε σημαντικά υποστηρίζοντας μια περιορισμένη αλλά σταθερή αύξηση της

κατανάλωσης των νοικοκυριών. Το ποσοστό ανεργίας βαίνει μειούμενο και σύντομα θα είναι κάτω του 20%, ενώ η απασχόληση αυξήθηκε, με αποτέλεσμα ο νέος ΕΦΚΑ να παρουσιάζει σταθερά πλεονάσματα.

Οι ελληνικές τράπεζες σημείωσαν θετική ροή καταθέσεων ύψους 5,73 δισ. ευρώ το 2017, το 2018 αρχίζει να φαίνεται επιστροφή καταθέσεων του εξωτερικού και σήμερα είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν με ασφάλεια την επιχειρηματικότητα.

Σε αυτή την πορεία, για μία ασφαλή επάνοδο της χώρας στην κανονικότητα, τρία είναι τα σημαντικά σημεία-κλειδιά για την σταθεροποίηση.

Α. Μεγέθυνση της οικονομίας, ανάπτυξη, αύξηση του ΑΕΠ

Ο πρώτος παράγοντας γι αυτό είναι οι επενδύσεις. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΜΠΔΣ 2019-2022 οι επενδύσεις παραμένουν η κινητήρια δύναμη στην αύξηση του Α.Ε.Π., αφού προβλέπεται μεγάλη άνοδος με πραγματικούς ρυθμούς αύξησης που εκτιμάται πως θα ξεπεράσουν το 11% το 2018 και 2019, ενώ αναμένεται να διατηρηθούν σημαντικά υψηλοί και τα υπόλοιπα χρόνια του προγράμματος (μέσα επίπεδα ετήσιας αύξησης, περίπου 8,7% μεταξύ 2018 και 2022).

Ενας δεύτερος παράγοντας είναι η ιδιωτική κατανάλωση (όσο και αν το αρνήθηκε ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ στην πρόσφατη συνέλευση του Συνδέσμου Βιομηχανιών Θεσσαλίας στον Βόλο).

Στην Ελλάδα το ποσοστό της ιδιωτικής κατανάλωσης στη διάρθρωση του Α.Ε.Π. κυμαίνεται περί το 70%. Συνεπώς είναι το μέγεθος του οποίου η εξέλιξη έχει την πιο ισχυρή, βραχυχρόνια επίπτωση στη μεγέθυνση της οικονομίας. Προς αυτή την κατεύθυνση μπορούν να συμβάλουν οι τράπεζες μέσω της πιστωτικής επέκτασης με έμφαση στην ιδιωτική κατανάλωση, η περαιτέρω αποκλιμάκωση της ανεργίας, η μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, η αύξηση του επιπέδου μισθών.

Β. Διαφορετικό φορολογικό περιβάλλον

Είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα φορολογικό σύστημα σταθερό, φιλικό προς την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, το οποίο θα είναι δίκαιο, απλό και αποτελεσματικό. Θα πρέπει να εξασφαλίσει τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες, η οποία αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια ως αποτέλεσμα της μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής, εφόσον τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι επαρκή για τη χρηματοδότηση τέτοιων μέτρων. Αυτές οι μειώσεις -παράλληλα με την απλοποίηση του συστήματος- θα βοηθήσουν το φορολογικό σύστημα να καταστεί βιώσιμο και κατάλληλα ισορροπημένο.

Ταυτόχρονα, οι έλεγχοι πρέπει να ενταθούν σε δίκαιη βάση. Με στόχο τη σύλληψη της μεγάλης φοροδιαφυγής, την επάνοδο κεφαλαίων που βγήκαν στο εξωτερικό, χωρίς άλλες παραγραφές στον έλεγχο ενδεχομένων ποινικών και φορολογικών παραβάσεων από τις διάφορες λίστες του εξωτερικού, με αναλογική κατανομή των επιβαρύνσεων της ιδιοκτησίας κ.λπ.

Γ. Ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής

Δεν θα είχε νόημα να μιλάμε για σχέδια ανάπτυξης και ανάκαμψης, αν δεν βάζαμε στην πρώτη γραμμή την προσπάθεια για την στήριξη των κοινωνικών τάξεων που πλήρωσαν -άδικα- το μεγαλύτερο βάρος της δύσκολης δημοσιονομικής προσαρμογής και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής που διερράγη τα τελευταία χρόνια.

Θα είναι ιδιαίτερα σημαντική η εφαρμογή των αναγκαίων αντισταθμιστικών μέτρων που θα αμβλύνουν την περιοριστική επίπτωση μέτρων που είχαν συμφωνηθεί και των οποίων επίκειται η εφαρμογή και υλοποίηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η συμφωνημένη μείωση των συντάξεων από το 2019 και του αφορολόγητου από το 2020. Η αναπλήρωση των όποιων απωλειών θα είναι ισχυρό μήνυμα προς την κοινωνία ότι η πορεία προς την επόμενη μέρα μπορεί να γίνει με διαφορετικούς όρους από το παρελθόν, ενώ παράλληλα θα είναι και τονωτική ένεση προς την ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, για μια σταδιακή επαναφορά της κανονικότητας στο χώρο της εργασίας και των εργασιακών σχέσεων και η αύξηση του κατώτατου μισθού, είναι τα απαραίτητα συμπληρώματα μίας τέτοιας πολιτικής. Ωστε να υπάρξει μία βιώσιμη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς.

Τέλος, η επιχειρούμενη αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, μέσω της ενίσχυσης των συνεταιριστικών επιχειρηματικών μορφών, των δομών της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, των επενδυτικών και αναπτυξιακών δυνατοτήτων στην Αυτοδιοίκηση, του νέου ρόλου των συνεταιριστικών τραπεζών και των νέων μορφών στήριξης και ανάπτυξης τη αγροτικής οικονομίας, δείχνουν ότι η πρόθεση της κυβέρνησης είναι να περάσει στην επόμενη σελίδα για τη χώρα και την οικονομία, βασιζόμενη στις κοινωνικές δυνάμεις που δικαιούνται να αναμένουν επανάκτηση μέρους εκείνων που πρόσφεραν ανισομερώς.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου