ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Σε πόσο χρόνο μπορεί κάποιος να μάθει μια ξένη γλώσσα, ας πούμε αγγλικά;

σε-πόσο-χρόνο-μπορεί-κάποιος-να-μάθει-μ-794399

Του Δημήτρη Αντωνίου, καθηγητή Αγγλικής

aglo.academia@gmail.com

Πριν απαντήσουμε σε αυτή τη ρητορική ερώτηση πρέπει οπωσδήποτε να ορίσουμε τι σημαίνει η έκφραση ΄΄μαθαίνω μια ξένη γλώσσα΄΄.

Στην Ελλάδα έχει καθιερωθεί η απόκτηση των τίτλων Proficiency, είτε Michigan είτε Cambridge, ως τίτλοι γλωσσομάθειας βάσει των οποίων οι κάτοχοι μπορούν να παρακολουθήσουν μαθήματα αγγλόφωνων πανεπιστημίων, (πριν από λίγα χρόνια μπορούσαν και να διδάξουν και να ανοίξουν και σχολεία). Βεβαίως πρέπει να διευκρινίσουμε πως η απόκτηση του Cambridge Proficiency και ιδιαίτερα με διάκριση είτε Β είτε Α δεν είναι εύκολη υπόθεση, ακόμα και για αποφοίτους αγγλόφωνων λυκείων ή και πανεπιστημίων! Συγκεκριμένα, στο διαδίκτυο αναφέρεται: «η βάση για την απόκτηση του Proficiency του Cambridge είναι 60%, δηλαδή ο εξεταζόμενος πρέπει να ανταποκριθεί στο 60% της εξεταστέας ύλης των εξετάσεων. Το 60-80% της ύλης εκπροσωπεί το Β και το 80-100% της ύλης εκπροσωπεί το Α». Μεταξύ των δύο πτυχίων η πλέον σημαντική διαφορά φαίνεται να είναι το λογοτεχνικό μέρος του πτυχίου των εξετάσεων που απαιτεί το Cambridge και δεν απαιτεί το Michigan.

Ωστόσο, ας μην σταθούμε στις εξετάσεις του Michigan και του Cambridge που είναι και οι πλέον διεθνώς και παγκοσμίως αναγνωρισμένες. Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή, διότι το μαθαίνω μία ξένη γλώσσα εμπεριέχει ένα μεγάλο φάσμα διαβαθμίσων, αποχρώσεων και επικαλύψεων.

Ας ξεκινήσουμε με την ηλικία. Οι άνθρωποι διαθέτουν την έμφυτη ικανότητα να μαθαίνουν δύο ή και τρεις γλώσσες ταυτόχρονα από τη στιγμή που γεννιούνται και μαθαίνουν τις διάφορες γλώσσες όχι επειδή τις διδάσκονται, αλλά μόνο και μόνο που τις ακούνε. Εδώ πρέπει να τονιστεί με έμφαση πως τα μωρά μπορεί να μάθουν δύο και τρεις γλώσσες ταυτόχρονα αρκεί αυτές οι γλώσσες να μιλούνται από διαφορετικά πρόσωπα, δηλαδή ο μπαμπάς μιλάει στη μικρή του κόρη ελληνικά, η μαμά μιλάει αγγλικά και η γιαγιά μιλάει αλβανικά, η κόρη θα μάθει και τις τρεις γλώσσες τέλεια.

Ερχόμαστε τώρα στο επίμαχο θέμα του χρόνου κτήσης ή απόκτησης της άλλης γλώσσας,που μπορεί να είναι και να ακούγεται σαν ξένη γλώσσα ή να είναι και να ακούγεται ως δεύτερη γλώσσα, είναι θέμα καθαρά τόσο ποιοτικό όσο και ποσοτικό. Ενδεχομένως κάποιος να ρωτήσει: Μπορεί κάποιος να μάθει μία άλλη γλώσσα τόσο καλά όσο και τη μητρική του; Πρώτα – πρώτα πρέπει να ρωτήσουμε πόσο καλά γνωρίζει τη μητρική του. Η απάντηση είναι ένα ξεκάθαρο ναι, ενδεχομένως και καλύτερα. Τα πάντα είναι θέμα συγκυριών και ευκαιριών. Αν κάποιος γεννήθηκε σε ένα απομονωμένο χωριό των Αγράφων, από αναλφάβητους γονείς και μετά βρέθηκε σε μια πανεπιστημιούπολη και είχε την ευκαιρία να διδαχτεί σωστά μια άλλη γλώσσα, γιατί να μην την μάθει καλύτερα από τη μητρική του; Όσον αφορά ο χρόνος που απαιτείται για την εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας, είναι ένα θέμα τρομερά υποκειμενικό και προσωπικό. Ας μου επιτραπεί σε αυτό το σημείο να αναφέρω μία αγγλοσαξονική παροιμία: «Μπορούμε να οδηγήσουμε ένα άλογο στο ποτάμι αλλά δεν μπορούμε να το αναγκάσουμε να πιει νερό». Το θέμα της διδασκαλίας και εκμάθησης είναι θέμα αρμονίας μεταξύ διδάσκοντος και διδασκομένου. Όπως δεν μπορόυμε να αναγκάσουμε το άλογο να πιει νερό, το ίδιο συμβαίνει και με τους διδασκόμενους. Ωστόσο πρέπει να ομολογήσουμε πως και οι διδάσκοντες δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Κανένας δεν αμφισβητεί πως δεν μπορούμε να διδάξουμε αυτό που και εμείς οι ίδιοι δεν γνωρίζουμε.

Μεταξύ ενός καλού διδάσκοντος και ενός επιμελούς διδασκομένου ο χρόνος εκμάθησης μπορεί να περιοριστεί σημαντικά. Βέβαια παράγοντες όπως ο χρόνος που διατίθεται, το σύστημα που εφαρμόζεται, κατάρτιση διδάσκοντος, ικανότητα διδασκομένου κλπ. επηρεάζουν τα μέγιστα την όλη διαδικασία. Πάντως αποδεδειγμένα, ελεγχομένων των αναφερομένων παραγόντων, υπήρξαν εκατοντάδες περιπτώσεις μαθητών δημοτικού και εφήβων που απέκτησαν τα αναφερόμενα Proficiency από 11-14 ετών. And this is a matter of records.

Ο πλέον σημαντικός παράγοντας στη διδασκαλία και εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας είναι η ομοιογένεια ενός τμήματος, σε συνάρτηση με την απαραιτήτως σωστή ακαδημαϊκή κατάρτιση των διδασκόντων.

Είναι περιττό να τονιστεί η υψίστης σημασίας δανειστική βιβλιοθήκη. Είναι τελείως παράλογο να ετοιμάζονται οι μαθητές να αποκτήσουν τίτλους γλωσσομάθειας και να περιορίζονται μόνον σε ελάχιστα βιβλία που τους «εξοικειώνουν» με τις τελικές εξετάσεις…

ΑΝΑΓΚΗ ΜΕΤΑ-PROFICIENCY COURSES

Στην Ελλάδα, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, η διδασκαλία και εκμάθηση των ξένων γλωσσών, κυρίως της Αγγλικής, έχουν σημειώσει αξιόλογη πρόοδο και τούτο οφείλεται πρωτίστως στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών και όχι στην ισχνή μέριμνα της πολιτείας. Ωστόσο, πολλά επιπλέον πρέπει να γίνουν και ένα από αυτά είναι τα μετα-Proficiency courses. Η έκφραση δεν επιλέχθηκε τυχαία, ούτε το μετα-Proficiency, θα μπορούσαμε να πούμε και Post-Proficiency courses. Η λέξη μάθημα σημαίνει αυτό που διδάσκω αυτή τη στιγμή, η λέξη course σημαίνει σειρά μαθημάτων μεγάλης διάρκειας συνήθως πανεπιστημιακού επιπέδου σε έναν τομέα π.χ. Γενική Ψυχολογία. Η ανάγκη αυτών των μαθημάτων – courses, κρίνεται απαραίτητη διότι μόνο δι’ αυτών των μαθημάτων ενδυναμώνεται, εξασφαλίζεται και διαιωνίζεται η ποσοτική και ποιοτική κατάκτηση μιας δεύτερης γλώσσας. Εάν το πρώτο σκέλος είναι η απόκτηση τίτλων, το δεύτερο στάδιο είναι η συνεχής και διά βίου βελτίωση.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου