ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Μνήμη Αλ. Μέρου V: Πώς ο Μέρος μού έδωσε την «εντολή»

μνήμη-αλ-μέρου-v-πώς-ο-μέρος-μού-έδωσε-τη-177095

Του ΠΕΤΡΟΥ ΚΥΠΡΙΩΤΕΛΗ

Μετά τα κινηματογραφικά «γυρίσματα» καιρός να γυρίσουμε στο σπίτι μας, στον «Τ», και να δούμε με ποιον τρόπο θα βάλουμε και πάλι τους αναγνώστες στο παιχνίδι.

Πού είχαμε μείνει; Σε ποιο λεπτό – χρόνου και αφηγήματος – έχουμε φτάσει; Ποιες είναι οι εντολές που δίνει ο Μέρος στο χαζοπούλι που είχε μπουκώσει Θρησκεία και Λογοτεχνία και δεν ήξερε πού παν τα τέσσερα; (Ευτυχώς που ήξερε την οδό Κασσαβέτη).

Αφού… συνήλθε ο Μέρος απ’ όσα άκουσε κι εγώ από την ταραχή μου γιατί με όσα είπα είχα καταλάβει ότι όχι μόνον απέτυχα στο σκοπό μου αλλά είχα φανεί ανόητος και γελοίος, μόλις και μετά βίας καταφέρνω να αρθρώσω:

– Και τι θα θέλατε να γράφω;

– Θα σου πω. Κάθε τι που ενδιαφέρει άμεσα τους αγρότες, τους κατοίκους των χωριών. Πώς πάνε οι πωλήσεις και οι τιμές στα μήλα και στα κάστανα, τι γίνεται με τα κοινοτικά έργα – δρόμοι αυλάκια, γεφύρια – κάτι περίεργο (αν μια κότα γέννησε παπάκι, αν φάνηκε φίδι με τρία κεφάλια) και, φυσικά, να μη σου ξεφύγει και θεωρήσεις κάτι συνηθισμένο και ασήμαντο ένα έγκλημα που θα γίνει στην περιοχή. Μη νομίζεις πως στα χωριά είναι και τόσο αγνά τα ήθη, όπως διαβάζουμε και όπως επικρατεί γενικά.

Προσγειώθηκα χωρίς μετασεισμικές δονήσεις. Το πήρα το μήνυμα. Και, στα Χ επαγγελματικά μου χρόνια, παρότι εργάστηκα, κυρίως, ως διορθωτής και, περιστασιακά, ως ρεπόρτερ, τα λόγια – υποθήκες του Μέρου συχνά μου θύμιζαν, αν όχι τίποτε άλλο, πως η Δημοσιογραφία και η Λογοτεχνία είναι δυο περιοχές που σε ελάχιστα σημεία εφάπτονται. Αργότερα, αυτό το κατάλαβα καλύτερα και το εμπέδωσα μαθητεύοντας – 8 έως 10 ώρες κάθε μέρα – κοντά στον αείμνηστο Νίκο Διαμαντόπουλο. Το ξέρετε όσοι διαβάσατε το σχετικό κομμάτι στο φύλλο του «Τ» της 20ης Δεκεμβρίου.

Έγκλημα στο Ξουρίχτι

Νοέμβριος 2017. Κατά σύμπτωση, είναι η επομένη που έχω γυρίσει, ύστερα από παραμονή λίγων ημερών στο Ανατολικό Πήλιο.

Μετά τις πρώτες διαχύσεις, η κουβέντα έρχεται σ’ αυτά που γράφω λίγο παραπάνω, και ο Γιώργος Πώποτας με ρωτάει:

– Τι νέα από την Τσαγκαράδα;

– Τρομερό έγκλημα στο Ξουρίχτι! Τον πήρε για αγριογούρουνο στους θάμνους και τον έστειλε στον άλλο κόσμο με μια ντουφεκιά. Μπαμ και κάτω!

– Κύριε Κυπριωτέλη, με όλο το σεβασμό στο άτομο σας, νομίζω ότι, ενώ ο Ξουριχτιανός ήταν μοιραία εύστοχος, εσείς, αντίθετα, αστοχήσατε τραγικά. Υποτιμήσατε και τη νοημοσύνη μας και τη δουλειά που κάνουμε όλοι σ’ αυτή την εφημερίδα. Το έγκλημα στο Ξουρίχτι έγινε πριν αρκετά χρόνια. Εσείς, προφανώς, παρακολουθήσατε την εκταφή του αδικοχαμένου Ξουριχτιανού και αυτό το θεωρήσατε ως είδηση άξια να μας την πλασάρετε. Δεν πειράζει, ωστόσο, θα τα βρούμε. Φαίνεται εξακολουθείτε να αγαπάτε το επάγγελμα, με το ίδιο πάθος για το οποίο μου είχε μιλήσει κάποτε ο θείος μου και το βρήκα γραμμένο σε κάποιες σημειώσεις του.

Άκουγα και σιωπούσα.

Στην άλλη αίθουσα σύνταξης, στο οβάλ γραφείο, ο Μέρος γελούσε κάτω από τα μουστάκια του. Για δυο λόγους: για την παρατεινόμενη ως την ένατη δεκαετία μου ανωριμότητα, αλλά και γιατί, επιτέλους, αντιδρούσα σωστά, με βάση τα λόγια – υποθήκες που μου είχε πει το 1955. Ίσως, μυστικά, να είχε δώσει το οκέι για την επιστροφή μου.

Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Και νιώθω την ανάγκη ν’ απευθύνω κάποιες ευχαριστίες. Νοερά στον παλιό μου Δάσκαλο, τον Αλ. Μέρο. Και, φανερά, σ’ εκείνους που μου δίνουν την ευκαιρία να ξεχάσω την παρατεταμένη αδράνειά μου και να ξαναμπώ στο παιχνίδι.

Συνήθως, «σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν». Ήταν το bonus εκεί που εργαζόμουν, ευδόκιμα και παραγωγικά, επί δεκαετίες.

Εδώ τα πράγματα φαίνονται εντελώς διαφορετικά. Και με συγκινεί η ιδέα ότι θα μπορώ, τακτικά και ελεύθερα, να ικανοποιώ το ασίγαστο πάθος της ζωής μου: να αναλώνομαι στην αναζήτηση του «Άγνωστου Αναγνώστη». Και να επιδοθώ, ανανεωμένος, στην ανεύρεση παλαιών και νέων φίλων. Φαίνεται πως ήταν γραμμένο ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ να σημαδέψει την αρχή και το τέλος της δημοσιογραφικής ζωής μου.

Επίμετρο

Στο παραπάνω κείμενο έχω κάνει μια «λαδιά». Σκόπιμα. Ή, πιο σωστά, ένα τεστ για γερούς και απαιτητικούς αναγνώστες. Τακτικούς του «Τ», – να έχουν, όμως, συμπληρώσει τουλάχιστον επταετία – και δικούς μου… έκτακτους. Με τη διπλή σημασία της λέξης. Εννοώ περιστασιακούς, από τη μια. Εξαιρετικούς από την άλλη.

Στην επόμενη συνέχεια, θα σας αποκαλύψω τι έκανα. Όποιος με βρει ως τότε και μου το πει, θα έχει κερδίσει 5 βιβλία, των αλήστου μνήμης εκδόσεων «ΠΥΛΗ» που τυγχάνει να είμαι ο μοναδικός κληρονόμος. [Για να μην ενοχλούμε για προσωπικά θέματα τον «Τ» για περισσότερες πληροφορίες στο 210 7519680 – μετά τις 10 Ιανουαρίου 2018].

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου