ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Τράπεζα Πειραιώς τέλος στη Νέα Αγχίαλο

τράπεζα-πειραιώς-τέλος-στη-νέα-αγχίαλ-244423

Του Γιάννη Τερψιάδη

Την περασμένη Παρασκευή, 3 Νοεμβρίου του 2017 και ώρα 12η, έκλεισε τις πύλες της η Τράπεζα Πειραιώς ύστερα από 40 χρόνια λειτουργίας, σαν Αγροτική αποκομίζοντας σεβαστά κέρδη, και τελευταία σαν Τράπεζα Πειραιώς, βυθίζοντας στο πένθος όλους τους Αγχιαλίτες.

Μία πόλη με 7.000 κατοίκους που το καλοκαίρι γίνονται 15.000, με 5 μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, με πολιτικό και στρατιωτικό Αεροδρόμιο μένει χωρίς τράπεζα, κύρια προϋπόθεση για κάθε περαιτέρω ανάπτυξη.

Στις 12-9-2017 απέστειλα επιστολή στον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου κ. Γιώργο Χατζηνικολάου στην οποία του εξέθετα όλους τους παραπάνω λόγους και πολλούς άλλους για τους οποίους δεν έπρεπε να κλείσει το υποκατάστημα της Αγχιάλου, και ότι υπήρχαν πολλές εναλλακτικές λύσεις για να μειώσουν τα έξοδά τους. Μία από αυτές π.χ. θα ήταν να ερευνήσουν ποιές εργασίες ήταν λίγες τον χρόνο και αφορούσαν λίγα άτομα και γι’ αυτές αυτοί οι άνθρωποι να πηγαίνουν στον Βόλο και στον Αλμυρό να τις κάνουν, μειώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο το προσωπικό της τράπεζας από 5, εκτός του Διευθυντού φυσικά, σε δύο ώστε να μην διαταραχθεί η καθημερινή εξυπηρέτηση του κόσμου. Στις 15-9-2017 έλαβα επιστολή από τον αρμόδιο της τράπεζας κ. Γ. Σκαρμπούτσο με την οποία με γνώριζε ότι η τράπεζα θα έκλεινε και ότι θα μπορούσαμε να εξυπηρετηθούμε με τα ηλεκτρονικά μέσα (τα οποία σημειωτέον μόνον το 30% του πληθυσμού της Αγχιάλου μπορεί να χειρισθεί) και για ότι δεν μπορεί να γίνει με αυτά να πηγαίνουμε στον Βόλο και στον Αλμυρό, χωρίς φυσικά να απαντήσει σε κανέναν από τους ισχυρισμούς μου για ποιο λόγο δεν έπρεπε να κλείσει η Τράπεζα. Αυτό είναι το κοινωνικό πρόσωπο και το σλόγκαν πρώτα ο πολίτης, από κράτος, τράπεζες, οργανισμούς κ.λπ. Αν θέλει η τράπεζα, έστω και τώρα, να δείξει το ανθρώπινο πρόσωπό της, δεν είναι αργά να αποδεχθεί την ανωτέρω πρότασή μου και να ξανανοίξει την τράπεζα.

Η περασμένη Παρασκευή λοιπόν ήταν για τους Αγχιαλίτες Μεγάλη Παρασκευή, χωρίς όμως να προσδοκάτε καμία Ανάσταση. Την τελευταία εβδομάδα πριν την Παρασκευή στα πρόσωπα όλων των Αγχιαλιτών που έμπαιναν στην τράπεζα για να εξυπηρετηθούν, διέκρινες την μελαγχολία τους και την οργή και την αγανάκτησή τους. Σε μένα η φόρτιση ήταν ακόμη μεγαλύτερη γιατί ήμουν αυτός που πριν από 40 χρόνια είχα εισηγηθεί την ίδρυση της ΑΤΕ στη Νέα Αγχίαλο. Με πολύ συγκίνηση λοιπόν, την τελευταία μέρα της λειτουργίας της τράπεζας, απευθύνθηκα στον διευθυντή της Δημήτριο Βολίδη και τούς συνεργάτες του, Μαρία Σταμάτη, Ειρήνη Ντάμπαση, Γιάννη Λυμπερδόπουλο, Δημήτρη Λέκκα και Μιλτιάδη Στάμο και τους ευχαρίστησα, βέβαιος ον ότι εκφράζω τα συναισθήματα όλων των συμπολιτών μου, γιατί όλα αυτά τα χρόνια μας εξυπηρέτησαν με απόλυτη ευγένεια και καλοσύνη και με προθυμία και ενδιαφέρον να ικανοποιήσουν όλες μας τις απορίες. Τους ευχήθηκα η τοποθέτησή τους σε άλλο Υποκατάστημα να μην διαταράξει την οικογενειακή τους γαλήνη, να έχουν καλή συνέχεια στην τραπεζική τους πορεία, να είναι όλοι τους καλά και ότι δεν θα τους ξεχάσουμε ποτέ.

Όσον αφορά εμάς τους Αγχιαλίτες, θα προσπαθήσουμε να επουλώσουμε την τρίτη πληγή που μας προξένησαν, μετά την επαίσχυντη κατάργηση του δήμου μας και την αλλαγή χρήσης του νεκροταφείου μας ύστερα από εκατό ολόκληρα χρόνια και να ευχηθούμε οι πληγές να μην γίνουν επτά όσες του Φαραώ. Μετά την κατάργηση του δήμου μας σε γραπτό μου στον τοπικό τύπο, είχα γράψει ότι διαισθανόμουν ότι και άλλες συμφορές θα μας εύρισκαν χωρίς ωστόσο να μπορούσα να μαντέψω ποιες θα ήταν αυτές και ότι η διαίσθησή μου δεν με είχε διαψεύσει ποτέ. Και πράγματι μας βρήκαν. Το ίδιο διαισθάνομαι και τώρα, χωρίς καθόλου να έχω την επιθυμία να γίνω μάντις κακών. Η μόνη παρηγοριά και επιθυμία μου είναι, ότι επειδή το κακό τρίτωσε, αυτή τη φορά η διαίσθησή μου να με διαψεύσει.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου