ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Οταν η επιβουλή καλείται διαβούλευση

οταν-η-επιβουλή-καλείται-διαβούλευση-251078

Της Ανθούλας Βασ. Αναγνωστοπούλου,

Πολιτικού Μηχανικού Ε.Μ.Π., με ειδίκευση στη διαχείριση υδάτων,

MSc Université Joseph Fourier– Grenoble I, Massachusetts Institute of Technology (M.I.T.),

MBA-TQM Intl Πανεπιστημίου Πειραιώς, Μέλους Δ.Σ. Ε.ΘΕ.Μ.

Ενας μήνας έχει ήδη περάσει από τη δημόσια διαβούλευση για την 1η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης υδάτων της Θεσσαλίας και ουδεμία απορία υπάρχει σχετικά με το αποτέλεσμα αυτής. Κύριο θέμα προς επεξεργασία της εν λόγω διαβούλευσης γύρω από το οποίο θα χτίζονταν τα σχέδια διαχείρισης, ήταν η πιθανή εκτροπή του Άνω Ρου του Αχελώου με την κατασκευή φραγμάτων.

Είναι γνωστό ότι όλα τα φράγματα στον ελληνικό χώρο αποτελούν οικολογικές, κοινωνικές και οικονομικές επιτυχίες. Όμως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει ορθότερα και πράττει ανάλογα. Προεκλογικά, για τον Αχελώο υποστήριζε πως το ενταγμένο τότε έργο στα σχέδια διαχείρισης «δεν επιδέχεται καμιά διαπραγμάτευση ή επανεξέταση». Άραγε πώς γίνεται ένα, τότε, μη κυβερνόν πολιτικό κόμμα να ακυρώνει εγκεκριμένες αποφάσεις διαχείρισης; Στη Βουλή, το 2016, ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Σκουρλέτης δήλωνε «Η εκτροπή είναι λανθασμένη από κάθε άποψη, περιβαλλοντική και οικονομική. Επιπλέον έχει επανειλημμένως ακυρωθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Όμως ήταν η αιτία που δεν έγινε κανένα σοβαρό υδατικό έργο στη Θεσσαλία τα τελευταία χρόνια, όπως φράγματα, εγγειοβελτιωτικά έργα, έργα αξιοποίησης του νερού της Κάρλας». Είναι θεμιτό, η ανικανότητα μίας κυβέρνησης να ολοκληρώσει έργα, να έχει ως αποτέλεσμα τη λήψη κυβερνητικών αποφάσεων «τιμωρητικού» χαρακτήρα, οι οποίες εμποδίζουν την εξέλιξη σπουδαίων έργων, τα οποία έχουν αποδεδειγμένα, μεγάλη προοπτική επιτυχίας; Η απάντηση στο ως άνω ερώτημα είναι απλή. Η κυβέρνηση για μια και μοναδική φορά παραμένει σταθερή σε μία της θέση, εδώ και χρόνια: την εναντίωσή της στα έργα του Αχελώου στη Θεσσαλία. Πριν αναλάβει τα ηνία της εξουσίας, συντασσόταν με ακραίων και παράλογων θέσεων, οικολογικές οργανώσεις και σήμερα ως κυβέρνηση αποφασίζει, διατάζει και καταδικάζει. Καταδικάζει κάθε μορφή ανάπτυξης στην Ελλάδα και στην Θεσσαλία ιδιαίτερα.

Η εκτροπή του Άνω Ρου του Αχελώου δεν είναι μία λύση για τα προβλήματα του αρδευτικού της Θεσσαλίας. Συνίσταται, πρώτα από όλα, στην συνέχιση έργων, τα οποία μετά από κόπο χρόνων είχαν δρομολογηθεί και περίμεναν τα τυπικά εύσημα από την κυβέρνηση προκειμένου να απεγκλωβισθούν. Αντί αυτού, η ίδια τώρα, απολυταρχικά, τα εγκαταλείπει. Είναι μεγάλες επενδύσεις του ελληνικού λαού που περιμένουν να ολοκληρωθούν και όχι να εγκαταλειφθούν για αμφίβολα και καθόλου ρεαλιστικά έργα τετραπλάσιου προϋπολογισμού. Είναι τα μόνα εγγυημένα έργα στη Θεσσαλία που μπορούν να φέρουν ανάπτυξη στην περιοχή αλλά και στη χώρα γενικότερα. Ενδεικτικά, το πολύπαθο ΑΕΠ της χώρας που πάσχει στον πρωτογενή και στον τριτογενή τομέα ανάπτυξης θα ενισχυθεί με την ανάπτυξη της γεωργικής παραγωγής και την εισαγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας στο σύστημα ηλεκτροδότησης, το οποίο αποτελεί την πλέον καθαρή ανανεώσιμη παραγωγή ενέργειας που είναι απαραίτητη στα πλαίσια μιας προοπτικής βιώσιμης ανάπτυξης και εν όψει της κλιματικής αλλαγής.

Όλα τα παραπάνω φυσικά τα γνωρίζει η κυβέρνηση και επιλέγει να τα παραμελεί και ουσιαστικά να παρανομεί, αφού δεν συμμορφώνεται στις διατάξεις της Οδηγίας 2000/60 της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Ύδατα (που έχει ως στόχο την προστασία των υδάτων συνολικά σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού), καθώς οι αποφάσεις που λαμβάνει οδηγούν σε περιβαλλοντική παρακμή. Συγκεκριμένα, όπως το αρμόδιο υπουργείο αναφέρει για την ανωτέρω Οδηγία: «προωθεί την αειφόρο και ολοκληρωμένη διαχείριση των διασυνοριακών λεκανών απορροής ποταμών… δημιουργεί και εισάγει νέες προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση κινδύνων από τις πλημμύρες και την ξηρασία». Τα προτεινόμενα έργα (πλην ενταγμένα, ορισμένα, προ δεκαετίας ως συμπληρωματικά έργα) που θέτει ως στόχο το Υπουργείο χωρίς φυσικά χρονοδιάγραμμα ή επικαιροποιημένη μελέτη, ακόμη και να μειώσουν το έλλειμμα που ως γνωστό υπάρχει λόγω της υπεράντλησης του υδροφορέα που έχει φέρει η λειψυδρία, δε δύναται να ικανοποιήσουν τη ζήτηση σε νερό. Ο υδροφόρος ορίζοντας πρέπει να επανέλθει και το οικοσύστημα να προστατεύεται από τον κίνδυνο της ξηρασίας. Από την άλλη πλευρά, στη διασυνοριακή λεκάνη της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας ελλοχεύει ο κίνδυνος των πλημμυρών, καθώς το πλεόνασμα του υδατικού ισοζυγίου είναι μεγάλο. Η όποια εκτροπή υδάτων -ακόμη και αυτή των 600hm3 που πλέον έχει εγκαταλειφθεί- ικανοποιεί πλήρως τις περιβαλλοντικές, αρδευτικές και ενεργειακές απαιτήσεις της διασυνοριακής λεκάνης. Επιπλέον, απαλλάσσει από τον κίνδυνο πλημμυρών (που πέρα από τις καταστροφές, οδηγούν σε αποζημιώσεις υψηλού, για το κράτος, κόστους) ο οποίος έγκειται να επιδεινωθεί ενόψει κλιματικής αλλαγής, ενώ συγκρατεί φερτά υλικά τα οποία σήμερα συσσωρεύονται κατάντη του έργου Στράτου ιδιαίτερα, και απειλούν το δέλτα του Αχελώου (περιοχή προστατευόμενη από το Natura 2000).

Σε όλα τα παραπάνω φυσικά, η -ίσως κατευθυνόμενη- παραπληροφόρηση και οι εμμονές, έχουν δημιουργήσει μία διαφορετική εικόνα στο ευρύ κοινό, για τα περί της εκτροπής του Αχελώου. Συγκεκριμένα, η πεπλανημένη κοινή γνώμη κατακρίνει τον αγροτικό κόσμο για μία ιδιαίτερη προτίμηση προς την καλλιέργεια του βαμβακιού, λόγω αγροτικών επιδοτήσεων (οι οποίες πρέπει να σημειωθεί ότι φορολογούνται κανονικά) και απαιτείται από αυτόν στροφή προς άλλου τύπου καλλιέργειες. Δεν έχει επισημάνει κανείς όμως ότι οι αγρότες, ίσως λαθεμένα, αλλά χωρίς να έχουν καμία άλλη λύση, επενδύουν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους σε αντλήσεις, γεγονός που τους εξαντλεί οικονομικά, περιορίζει την παραγωγή τους, καταναλώνει μη ανανεώσιμη ενέργεια και υποβαθμίζει το οικοσύστημα, ενώ μάλιστα οι προτεινόμενες νέες καλλιέργειες είναι περισσότερο υδροβόρες. Επιπροσθέτως οι επικριτές της εκτροπής του Αχελώου βασίζουν, εν πολλοίς, τα επιχειρήματά τους στο περιεχόμενο κάποιων τεχνικών μελετών του παρελθόντος, οι οποίες έγιναν χωρίς κάποιο οργανωμένο πλαίσιο νόμου. Ακολούθησε η αρνητική, κατά της εκτροπής, νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, με ουσιαστικό αποτέλεσμα την ακύρωση των διοικητικών πράξεων που υλοποιούσαν τις μελέτες αυτές, δια της αποδοχής των ισχυρισμών ορισμένων κακεντρεχών, πολλοί από τους οποίους μάλιστα πρόσκεινται σήμερα στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ξεχνούν όμως οι πάσης φύσεως επικριτές, ότι οι σύγχρονες τεχνικές μελέτες σχετικά με την εκτροπή του Αχελώου έχουν αναθεωρηθεί, είναι εναρμονισμένες με την Οδηγία 2000/60, εξασφαλίζουν ποιοτικούς, οικολογικούς και ποσοτικούς στόχους και είναι ικανές να ενσωματωθούν στα σχέδια διαχείρισης.

Η «Επιβουλή» ορίζεται ως ένα κρυφό σχέδιο, μια ύπουλη και επιβλαβής σκέψη που οδηγεί σε πράξεις και αποφάσεις και δεν στέκεται σε θεωρητικές προσεγγίσεις. Σε απολυταρχικές, χωρίς ίχνος συνείδησης και γνώσης πολιτικές, οι επιβουλές είναι πολλές και συνεπεία αυτού, ίσως να φαντάζει ουτοπική η ελπίδα των πολιτών για ευημερία. Παρόλα αυτά κανείς δεν πρέπει να σταματήσει να σκέφτεται και να διεκδικεί, ακόμη κι όταν ο λόγος του δεν εισακούεται και το παράλογο κυριαρχεί. Και αυτό διότι κάθε αδικία είναι καταδικασμένη στην ανατροπή της. Στην προκειμένη περίπτωση η αδικία πλήττει το νερό που καθαρίζει και ανανεώνει, που είναι κατ’ ουσίαν, η ίδια η ζωή. Ας ελπίσουμε λοιπόν, ότι η θεμελιώδης ανάγκη μας, το πολύτιμο νερό, θα μας οδηγήσει στην κάθαρση.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου