ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Φωτογραφίες Ευτυχίας

φωτογραφίες-ευτυχίας-495727

Του Θωμά Στραβέλη, συγγραφέα – πανεπιστημιακού

Βρίσκομαι, ψυχή τε και σώματι, στον Όλυμπο, όπου ανέβηκε πια το γλυκό φθινόπωρο. Νιώθω ολύμπια αταραξία και ομολογώ ότι με περιζώνει η παρήγορη δύναμη της ομορφιάς.

Η σκέψη μου περνάει από το ορατό στο αόρατο, από την ύλη στο πνεύμα, από τον άνθρωπο στο Θεό. Ο Όλυμπος γίνεται ο μεσάζων μεταξύ της ανθρώπινης φύσης και της θείας τελείωσης. Και μου δίνει την αίσθηση ότι εισάγει στην παγκόσμια ψυχή, την ψυχή μου. Μια πανθεϊστική απαίτηση με φωτίζει. Κοιτάζω τις κορυφές, το μεγαλείο τους, την ομορφιά τους, και με καταλαμβάνει ένας αγωνιώδης φόβος, μπροστά στον κίνδυνο, που διατρέχει μια τέτοια ομορφιά.

Η μυθολογία μπορεί να μας βοηθήσει να εκφράσουμε τη συγκίνησή μας με τον καλύτερο τρόπο. Δανείζομαι δυο ανάλογες σκηνές: Τις Χάριτες που τρέχουν προς την Αφροδίτη. Η θεά, τραυματισμένη, θρηνεί το θάνατο του Άδωνη. Και την Άρτεμη, που επιστρέφει στον Όλυμπο, μέσα σε μια φωτεινή αποθέωση. Κοιτάζοντας γύρω μου, προσπαθώ να μετρήσω τη μεγαλοπρέπεια αυτού του βουνού, διαπιστώνοντας πως καμιά δεν είναι πιο μεγάλη.

Mια αμίλητη, άγια υποταγή με κάνει να το ξαναδιαμετρήσω, μα διαμετρημό δε βρίσκω. Μυρίζομαι τη γη, χαμογελάω, χαϊδεύω το χορτάρι, κι ολομεμιάς χάνομαι σε νέες ονειροπολήσεις. Ξαφνικά, αντικρίζω μια αστραψιά. Βροντά ο ουρανός, ξαναβροντά. Και βρίσκομαι, πολύ ευτυχισμένος, στο αστραφτερό κατεβατό τού Ολύμπου… Ακούω και το βροντοχτύπημα της καρδιάς μου. Μου ζητούν να γράψω την ιστορία αυτής της ολύμπιας ανάβασηςκαι κατάβασης. Και υπόσχομαι: «Αύριο. Αύριο θα μιλήσω για το σήμερα. Αύριο!» Όταν πέσω να κοιμηθώ, όταν θ’ ακούσω, πολύ καθαρά, φωνές να λένε: «Σου μένει κανένας καιρός για νά’ σαι ευτυχισμένος;»- «Δεν ξέρω τίποτα», θ’ απαντήσω. «Δε μπορώ να ξέρω τίποτα». Γιατί έχω χάσει την ικανότητα να κάνω μια τέτοια προσπάθεια. Όμως, τώρα, όπως και πριν, η αγάπη μου για σας μεγαλώνει. Είμαι πάντα οπλισμένος με μια προμηθεϊκή αντίληψη, που χρονολογείται από τα παιδικά μου χρόνια: Να κλέβω μια σπίθα, πιασμένη ανάμεσα σε δυο φλογισμένους καθρέφτες, όπου η όραση χάνεται. «Κι εκείνον τον σιωπηλό καημό στο βλέμμα, που τρέχει ολοταχώς, τραβώντας, όσο πιο πολύ μπορεί, τις περιστροφικές φωτογραφίες της ευτυχίας».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου