ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η παρερμηνεία των ερωτήσεων του Οθωνα από τους αγράμματους χωρικούς

η-παρερμηνεία-των-ερωτήσεων-του-οθωνα-502890

Του Νίκου Τσεκούρα, Συνταξιούχου δάσκαλου

Ο ΟΘΩΝΑΣ γεννήθηκε την 1η Ιουνίου του 1815 στο Σαλβούργο της Βαυαρίας. Ήταν δευτερότοκος γιος του φιλέλληνα Λουδοβίκου Α΄ Βασιλέα της Βαυαρίας και της Βασίλισσας Θηρεσίας. Σε ηλικία 17 χρονών εκλέχτηκε βασιλέας της Ελλάδας από τις τρεις Μ. Δυνάμεις.

Την 24-11-1938, συνοδευόμενος από την αντιβασιλεία του, που την αποτελούσαν ο Κόμης Άρμανσπεργκ (ως πρόεδρος), ο καθηγητής Μάουερ και ο υποστράτηγος Ένδεκ, καθώς και από τα πάρεργα μέλη: Γκρένερ και Άμπελ και ήρθαν στο Ναύπλιο, την πρώτη πρωτεύουσα της πατρίδας μας.

Τους έγινε μεγαλειώδης υποδοχή από τους επιζήσαντες αγωνιστές του ’21, καθώς και από μια λαοθάλασσα χωρικών από τα περίχωρα του Ναυπλίου. (Μετά επακολούθησε μεγάλο γλεντοκόπι, με πρώτη χορεύτρια τη βασίλισσα Αμαλία, τιμής ένεκεν.)

Κάποια στιγμή που η Αμαλία είδε τον Κολοκοτρώνη να κάθεται παράμερα περίλυπος ξεπιάστηκε από το χορό, πήγε κοντά του και του είπε:

– Στρατηγέ μου, γιατί εσείς δε χορεύετε; Μήπως δεν ξέρετε ευρωπαϊκούς χορούς;

– Μεγαλειοτάτη, ξέρω, ξέρω απ’ όλους τους χορούς.

– Αφού ξέρετε, σηκωθείτε να χορέψετε μαζί μου ένα χορό.

Ο Κολοκοτρώνης επειδή θεώρησε την πρότασή της τιμητική, σηκώθηκε αμέσως και μπαίνοντας στο χορό, θυμήθηκε τα νεανικά του χρόνια· χόρεψε πρώτα ένα δημοτικό τραγούδι με μικροπηδήματα, συνοδευόμενα και από διάφορα αυτοσχέδια τσαλιμάκια και φώναζε δυνατά: Ώπατα! Ώπατα!!

Μετά όμως, που άρχισε ο ευρωπαϊκός χορός και συνηθίζεται ο εναγκαλισμός των ζευγαριών αγκάλιασε και αυτός μ’ ευγένεια την Αμαλία και όταν είδε από πολύ κοντά το καλλίγραμμο σώμα της, παρ’ όλα τα γερατειά του, μερακλώθηκε· παράδοξα, όμως, πρυτάνευσε η λογική του και δεν παραστράτησε· χόρευε και αυτός σεμνά, όπως και τα υπόλοιπα ζευγάρια. Οι παριστάμενοι, όμως, που παρακολουθούσαν το χορό ξαφνιάστηκαν, όταν είδαν την ευγενική του συμπεριφορά και διερωτήθηκαν. Πώς αυτός άλλαξε συμπεριφορά, αφού σ’ όλα τα νεανικά του χρόνια ήταν ζωηρός; Για την απρόσμενη αλλαγή της καλής συμπεριφοράς του, οι παριστάμενοι τον επιβράβευσαν με ζωηρά χειροκροτήματα και ζητωκραύγαζαν για τα παλιά του κατορθώματα: – Ζήτω τα Δερβενάκια!!Ζήτω το Βαλτέτσι!!

Ο Κολοκοτρώνης, ακούγοντας τις επευφημίες των παρισταμένων, συγκινήθηκε και ένα καυτό δάκρυ αυλάκωσε το ρυτιδωμένο πρόσωπό του και όταν τελείωσε ο χορός, όλοι οι παριστάμενοι με δάκρυα στα μάτια τους, πήγαν και τον συγχάρηκαν εγκάρδια.

Αφού τελείωσε το γλεντοκόπι, ο Όθωνας άρχισε τις περιοδείες του για να γνωρίσει την πατρίδα μας. Στην ύπαιθρο που πήγαινε συναντούσε απλοϊκούς ανθρώπους και κουβέντιαζε μαζί τους. Λόγω, όμως, της αγραμματοσύνης τους και γιατί και ο ίδιος δεν γνώριζε καλά την ελληνική γλώσσα, δημιουργούνταν πολλές παρανοήσεις καθώς και χαρακτηριστικά ανέκδοτα ανάμεσα στο βασιλικό ζευγάρι και στους χωρικούς.

Φίλοι μου αναγνώστες, από τα πολλά ανέκδοτα που διάβασα, επέλεξα τα πιο καυτά και σας τα εξιστορώ:

1ον Το 1840, σε κάποιο ταξίδι, το βασιλικό ζευγάρι βρέθηκε στο χωριό (Ξ) της Κορινθίας. Ο κος Δήμαρχος τους υποδέχτηκε με ευγένεια και καλοσύνη και το βράδυ τους έκανε το τραπέζι.

Ο βασιλιάς θεώρησε καλό να ρωτήσει τον κο Δήμαρχο, το πώς πάει ο Δήμος του. Ο αγράμματος Δήμαρχος δεν κατάλαβε την ερώτησή του και του έδωσε την εξής απάντηση: – Μεγαλειώτατε, ο αδερφός μου ο Δήμος σουρτούκεψε (αλλαξοπίστησε). Ο βασιλιάς αφού κατάλαβε ότι ο κος Δήμαρχος δεν είχε εννοήσει την ερώτησή του, του διευκρίνισε: Κε Δήμαρχε, εγώ δε σε ρώτησα το πως πάει ο αδελφός σας ο Δήμος. Σας ρώτησα το πώς πάνε τα πράγματα του Δήμου σας. Μα και πάλι ο κος Δήμαρχος δεν κατάλαβε την ερώτησή του και του έδωσε την εξής απάντηση: – Μεγαλειώτατε, τα λιανά (αδύνατα) ζώα τάφαγε η βαρυχειμωνιά. Τα χοντρά, όμως, βάσταξαν, αλλά σήμερα είναι λέσια= (αδύνατα), διότι δεν έχουμε παράδες ν’ αγοράσουμε τροφές να τα ταΐσουμε.

Ο βασιλιάς απελπίστηκε που δεν μπορούσε να συνεννοηθεί μαζί του και γυρίζοντας προς έναν υπασπιστή του, του είπε: Κε Υπασπιστά, αυτοί εδώ οι χωρικοί, δεν εξεπαιδεύθησαν ακόμη στο βαθμό που πρέπει. Την ώρα, όμως, που ο βασιλιάς συνομιλούσε με τον υπασπιστή του, ο κος Δήμαρχος είχε τεντώσει το αυτί του και άκουγε τη συζήτησή τους. Απ’ όλη, όμως, τη συζήτησή τους, συγκράτησε, μόνον τη λέξη (εξεπαιδεύθησαν). Μπήκε και αυτός στη συζήτησή τους και είπε στο Βασιλιά: Αχ! Βασιλιάμ’, η παίδευσή μας και το ματσούκ’ που φάγαμε από τους Τούρκους, δε μολογιέται. Η Βασίλισσα όμως, που παρακολουθούσε όλη την ώρα τη συζήτησή τους, εκνευρίστηκε και νομίζοντας, πως η ίδια θα μπορούσε να συνεννοηθεί καλύτερα, πήρε το λόγο και είπε: Κε Δήμαρχε, ο Βασιλιάς εννοεί την παιδεία, δηλαδή τα γράμματα. Ο κος Δήμαρχος δεν κατάλαβε και πάλι τα λεγόμενα της βασίλισσας και της έδωσε την εξής ξεκαρδιστική απάντηση: – Εγώ κα Βασίλισσαμ’ έχω τρία παιδιά. Τότε ένας Βαυαρός από τη βασιλική συνοδεία, δεν κρατήθηκε από την αγραμματοσύνη του και του είπε: – Κε Δήμαρχε, είσαι χοντρός και ο Δήμαρχος του έδωσε την εξής απάντηση: – Κε, που να δεις και τον αδερφόμ’ το Δήμο, που είναι πιο χοντρός και από μένα.

2ον Όταν ο Όθωνας βρέθηκε στο νησί της Ύδρας, ρώτησε ένα δημόσιο υπάλληλο, – τί προϊόντα παράγει η νήσος Ύδρα; Ο υπάλληλος του απάντησε: – Αστακούς και Πρωθυπουργούς, Μεγαλειώτατε.

3ον Για τη στενοχώρια του βασιλικού ζευγαριού που δεν τεκνοποιούσε, συμπονούσε και ο ελληνικός λαός και κάποτε που το βασιλικό ζευγάρι πήγε στην Άνδρο, οι κάτοικοι το υποδέχτηκαν με ευγένεια και καλοσύνη. Οι κυρίες του νησιού με πρώτη τη Δημαρχίνα, πλησίασαν την Αμαλία και κάποια στιγμή η κα Δημαρχίνα της δείχνει την κοιλιά της που ήταν φουσκωμένη διότι ήταν έγκυος και της είπε: – Αχ! βασίλισσαμ’ δε θάτανε καλύτερα «Τούτο δω που’χω μέσα στη θκίμ’ την κλοιά, να’ταν στη θκίσ’» και της έδειξε την κοιλιά της.

4ον Ένας Βαυαρός, που βρέθηκε σ’ ένα Αναπλώτικο χωριό, ρώτησε πειρατικά τον Πρόεδρο:

– Κε Πρόεδρε, πόσο έχουν τα γκαϊδούρια στον τόπο σας; Ο Πρόεδρος δεν τα ’χασε, τον κοίταξε καλά, καλά και τότε του είπε: – Αν έχουν το μπόι της αφεντιάς σας, έχουν 10 σφάντζικες, ο ένας.

Σημείωση: Η σφάντζικα ήταν παλιό αυστριακό νόμισμα που κυκλοφόρησε και στην πατρίδα μας το 1815, όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας εκλέχτηκε κυβερνήτης της Ελλάδας.

5ον Κάποτε ο Όθων έλειπε στη Γερμανία και τον αντικατέστησε στα βασιλικά του καθήκοντα η Αμαλία. Η βασίλισσα απαγόρευσε στους στρατιωτικούς να τρέφουν μούσι. Γι’ αυτό ο φρούραρχος των Αθηνών, συνταγματάρχης Τουρέ, αναγκάστηκε να κόψει το ωραίο μούσι του, αφήνοντας όμως, άθικτο το παχύ μουστάκι του, που από κατάλευκο το είχε βάψει μαύρο.

Όταν η Αμαλία τον είδε, τον ρώτησε με απορία: – Πώς έγινε αυτό κε Συνταγματάρχα; – Μεγαλειοτάτη, απάντησε εκείνος, ο μύσταξ μου πενθεί, δια τον θάνατον του παλιού και αχώριστου συντρόφου του, δηλαδή το μούσι μου.

Ο Όθων, μετά την αποχώρησή του από την Ελλάδα, εγκαταστάθηκε στο Μόναχο στη μικρή πόλη Βαμβέργη.

Όταν κατάλαβε ότι πλησιάζει το τέλος του, είπε στον υπασπιστή του κ. Δράκο:

– Κύριε Δράκο, επιθυμώ να μ’ ενταφιάσετε με την εθνικήν ελληνική στολή και πριν πεθάνει, υποχρέωσε και τον πνευματικό του Ιερέα (Αρινέτ), να ψάλλει τη νεκρώσιμη ακολουθία του, στην ελληνική γλώσσα.

Πέθανε σε ηλικία 52 χρονών και ενταφιάστηκε σύμφωνα με την επιθυμία του, στο Μόναχο.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου