ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Η «Δεσποτική νηστεία»

η-δεσποτική-νηστεία-534488

Του Νίκου Ε. Σακαλάκη, Μαθηματικού

Τον όρο «Δεσποτική νηστεία» διατυπώνει για τη Μ. Τεσσαρακοστή ο επίσκοπος Παλλάδιος στο πατερικό έργο «Διάλογος Παλλαδίου – περί βίου Ιωάννου Χρυσοστόμου». Συγγραφέας είναι ο ίδιος ο Παλλάδιος (407 μ.Χ.), επίσκοπος Ελενοπόλεως, μαθητής και πνευματικό παιδί του Ι. Χρυσοστόμου. Ο γνήσιος θεολογικός λόγος του Παλλαδίου, ενημερώνει το διαχρονικό εκκλησιαστικό σώμα της Ορθοδοξίας για τη ζωή του Χρυσοστόμου. Μια ζωή αδιάκοπα κινδυνεύουσα, ως κατάφαση της Ευαγγελικής αλήθειας. Μια ζωή μεταμορφούμενη συνέχεια από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία ακεραιώθηκε πνευματικά στο μαρτυρικό της τέλος. Απώτερος στόχος του Παλλαδίου ήταν, πιστεύω, να οδηγήσει τον μελετητή του «Διαλόγου» στον πνευματικό χώρο της ένθεης εμπειρίας – γνώσης του Ι. Χρυσοστόμου.

Σε κάποια παράγραφο ο Παλλάδιος αναφέρεται στο γεγονός της (επερχόμενης) νηστείας της Μ. Τεσσαρακοστής: «επήνθησεν η Δεσποτική (του Χριστού) νηστεία, καθάπερ έαρ, δι’ ενιαυτού παραγενομένη». Έφθασε, δηλ. η Δεσποτική νηστεία που έρχεται κάθε χρόνο, όπως ακριβώς η άνοιξη.

Ο Ι. Χρυσόστομος δίνει περισσότερες δυνατότητες θεολογικού προσανατολισμού για τη μεγάλη αυτή νηστεία. Δυνατότητες, που είναι καρπός των Γραφικών και πνευματικών εμπειριών του. Σε αρκετές ομιλίες του διευρύνει θεολογικά την αγιοπνευματική αυτή περίοδο της Τεσσαρακοστής.

Στο λόγο του «Κατά Ιουδαίων», (λόγος Γ΄, Ε.Π.Ε. 34,178) τονίζει με απόλυτη κατηγορηματικότητα: «Δεν νηστεύουμε για το Πάσχα, ούτε για τη θυσία του Σταυρού, αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα, επειδή πρόκειται να προσέλθουμε στα μυστήρια, γιατί το Πάσχα δεν είναι βεβαίως υπόθεση νηστείας, ούτε πένθους, αλλά ευφροσύνης και χαράς».

Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, ερμηνεύοντες την Αγία Γραφή, τονίζουν τη μεγάλη αλήθεια, ότι το κακό – αμαρτία στην προσωπική και κοινωνική ζωή, εκφράζεται ως εγωισμός, που αναπτύσσεται παράλληλα με την αντίληψη, με τη γνώση και με τη συνείδηση.

Καθώς δε προχωρούμε πέρα από τις πράξεις μας, ανακαλύπτουμε στα βάθη της καρδιάς τη ρίζα των παθών.

Για την Ορθόδοξη Εκκλησία η Δεσποτική νηστεία είναι περίοδος, όπου η ενδοσκόπηση διευρύνεται και γίνεται αφορμή για να μηδενίσουμε – ει δυνατόν – οντολογικά τα πάθη, την αμαρτία.

Αναμφίβολα, «ο νικήσας τα πάθη τιτρώσκει τους δαίμονας», υπογραμμίζεται στην Κλίμακα του Ιωάννου (ΚΣΤ΄).

Η απομάκρυνση από το πνεύμα, τηναγιότητα και την αλήθεια της καθολικής Εκκλησίας του Χριστού (Ορθοδοξίας) δημιούργησε θραυσμένες κοινωνίες, θραυσμένες – διχασμένες συνειδήσεις.

Στο σημείο αυτό η Εκκλησιαστική θεραπευτική προβάλλει τη μετάνοια, ως δώρημα της θείας αγάπης και φιλανθρωπίας.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία με την άσκηση και τη μυστική γνώση δίνει στον πιστό, ατομικά και συλλογικά, την τροφή της ψυχής και δυνάμει λύνει και το κοινωνικό πρόβλημα.

Ένας Ορθόδοξος κοινωνικός στοχαστής σημειώνει: «Σήμερα, οι κίνδυνοι των αιρέσεων δεν έλειψαν. Αλλά, εκτός από την αίρεση, που πολεμά την Αλήθεια στη καρδιά των πιστών, υπάρχουν και οι συνέπειες των αιρέσεων, κοινωνικά βιώματα και ιδεολογίες, που ήδη κυριαρχούν στη σκέψη και στη ζωή των ανθρώπων».

Όπως όλα στην Κτίση, έτσι και η περίπτωση του Κράτους και της πολιτικής, περιμένουν να προσληφθούν και να μεταμορφωθούν, για να γίνουν «διάκονοι εις το αγαθόν για τον κάθε άνθρωπο, όπως τονίζει ο Απ. Παύλος.

Οι Αγιογραφικές και Πατερικές θέσεις για κοινωνική δικαιοσύνη, αμφισβητούν τη σημερινή ταξική κοινωνία. Η φτώχεια, ο πλούτος και η δουλεία, σημειώνει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (4ος αιώνας), εισέβαλαν στην ανθρωπότητα όπως εισβάλλουν στον ανθρώπινο οργανισμό οι αρρώστιες.

Στην ψευδο-σύνοδο της Κρήτης έγινε μια θεολογική αναφορά στην παγκόσμια κοινωνική αθλιότητα.

Περιέγραψαν πολύ γενικά το κοινωνικό κακό, τα φαινόμενα κοινωνικής αποργάνωσης.

Από θεολογικής πλευράς δεν ανέφεραν την αποστολή και την αρμοδιότητα του Κράτους και γενικά των εξουσιών κατά την Αγ. Γραφή (Ρωμ. ΙΓ΄, 1-6).

Για πνευματικό κοινωνικό μήνυμα μπορούσε να προβληθεί ο Ορθόδοξος κοινοβιακός μοναχισμός, ως συνείδηση της Ορθόδοξης κοινωνικότητας, όπως την βίωσαν πολλοί άγιοι της Ορθοδοξίας.

Τέλος, έπρεπε να στηλιτεύσουν την κοσμοθεωρία του Καπιταλισμού, ο οποίος σήμερα λύνει όλο και περισσότερο το πρόβλημα της παραγωγής, αλλά αφήνει «άλυτο» το πρόβλημα της κατανομής των αγαθών, με συνέπεια να υπάρχουν πεινασμένοι και άνεργοι, εμπόλεμες ζώνες και πολεμικοί μετανάστες. Για την ιστορική, κοινωνική και πνευματική ευθύνη των Ορθοδόξων ο Μ. Βασίλειος (P.G. 95, 1489 C) υπογραμμίζει σχετικά: «Γνωρίζω πολλούς που νηστεύουν, προσεύχονται, σκληραγωγούνται και γενικά εφαρμόζουν με προθυμία κάθε θρησκευτική συνήθεια αρκεί να μην τους κοστίζει τίποτα (αδάπανος ευλάβεια) και δεν διαθέτουν δεκάρα (οβολόν) για όσους έχουν ανάγκη. Τι τους ωφελεί η υπόλοιπη αρετή τους; Δεν κάνουν για τη Βασιλεία του Θεού».

Να ξεκαθαρίσουμε ότι η νηστεία, η σωματική και ψυχική, και ο ιερός αγώνας για τη διαφύλαξη της καθαράς πίστεως της Ορθοδοξίας, δεν είναι δύο κόσμοι αντίθετοι αλλά συμπληρωματικοί, που ενοποιούνται με τη χάρη του Αγ. Πνεύματος (Α΄Τιμ., Γ-9).

Η «ευδιάθετος πίστις πασών των αρετών προηγείται» μας υπενθυμίζει ο Νικήτας Σταθάτος (11ος αιώνας).

Ο άγιος Πέτρος ο Δαμασκηνός (8ος αι.) παρατηρεί: «πίστις εστίν θεμέλιον πάντων αγαθών και θύρα των μυστηρίων του Θεού και νίκη ακόπωτος των εχθρών και αναγκαιοτέρα πάσης αρετής και πτερά της προσευχής και ενοίκησις του Θεού εν τη ψυχή».

Στη δε αποκάλυψη διαβάζουμε: «Ώδε η υπομονή των αγίων εστίν, οι τηρούντες τας εντολάς του Θεού και την πίστιν Ιησού» (Κεφ. 14, 12).

Σήμερα, υπάρχει συνειδητά σχεδιασμένη και συντεταγμένη στρατηγική από τα κέντρα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, για την αλλοίωση της πίστεως του Ιησού.

Ερώτημα: Όταν υπάρχει συνειδητή ή φοβική υποχώρηση – θεωρητική ή πρακτική – ενός ορθοδόξου επισκόπου ή κληρικού ή μοναχού ή λαϊκού μπροστά στον Οικουμενισμό, τότε αρκεί η οποιαδήποτε άσκηση και νηστεία για να πλησιάσει την αγιότητα του Τριαδικού Θεού;

«Χωρίς δε πίστεως αδύνατον ευαρεστήσαι» (Εβρ. 11, 6), υπενθυμίζει ο Απ. Παύλος.

Μια στάση ζωής συμβιβασμένη, υποχωρητική ή φοβική έναντι του οικουμενισμού, οδηγεί σε «Ορθοδοξία» χωρίς Ορθοδόξους.

«Όταν τις εκπέση της πίστεως, ουδαμού ίσταται, αλλά άλλην άλλως νήχεται, έως αν καταποντισθή πάλιν», παρατηρεί ο Ι. Χρυσόστομος.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου