ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Ολόκληρος ο Βόλος, ή μάλλον ολόκληρη η Ελλάδα, είχε κολλήσει στον αέρα στο Πήλιο

ολόκληρος-ο-βόλος-ή-μάλλον-ολόκληρη-η-ε-583459

Του Φάρις Νεζάντ*

Και εγώ ήμουν απ΄ τους τυχερούς που κόλλησα εκεί τον περασμένο μήνα όταν κράτησε μόνο λίγο, και όχι όπως μία από τις προηγούμενες Κυριακές που κράτησε τρείς ώρες.

Αποκλεισμένος πάνω σε ένα ακίνητο lift στην κορυφή του Πηλίου τον προηγoύμενο μήνα, ένιωθα μια μικρή ανατριχίλα αλλά καμία έκπληξη. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τα lift είχαν βλάβη ή είχαν απλά σταματήσει να δουλεύουν, τόσο κατά τη διάρκεια αυτής της σεζόν, όσο και των προηγούμενων. Μία από τις πιο αξιομνημόνευτες δικαιολογίες που είχα ακούσει γι’ αυτό ήταν ότι ο καιρός ήταν πολύ κρύος κι ότι τα μηχανήματα θα λειτουργούσαν αφού ζεσταινε λίγο μέσα στη μέρα, αν είχε καθόλου λιακάδα.

Μετά από λίγο, ασφαλής στο έδαφος, δεν εξεπλάγην καθόλου όταν είδα πως κανείς δεν ήξερε τί συμβαίνει. Αφού ανακοινώθηκε πως κανένα lift δε θα λειτουργούσε, εκτός από δύο, δεν εξεπλάγην με τους πολλούς θυμωμένους σκιέρ που έφευγαν, ούτε καν με την απαίτησή να πάρουν τα χρήματά τους πίσω. Ένα μεγάλο πλήθος κόσμου που αποφάσισε να μείνει και να χρησιμοποιήσει τα δύο μόνο εναπομείναντα lift, μόνο και μόνο προσπαθώντας να δώσει νόημα στο μακρύ ταξίδι που είχε κάνει, δεν ήταν έκπληξη για μένα, όπως δεν ήταν έκπληξη και η παντελής έλλειψη οργάνωσης στο χειμερινό θέρετρο. Δε με εξέπληξε το ότι ούτε ένα σχοινί δεν παρασχέθηκε στους εξαγριωμένους σκιέρ που στοιβάζονταν ο ένας πάνω στον άλλο για να ανέβουν σε ένα από τα δύο lift που λειτουργούσαν. Δε με εξέπληξε να δω πως η τιμή των εισιτηρίων, λίγο πολύ, όπως στο χρηματιστήριο, έπεσε κατακόρυφα από τα έντεκα στα πέντε ευρώ κι έπειτα, αμέσως μόλις το μεγάλο lift άρχισε να λειτουργεί ξανά, ανήλθε στα εννιά ευρώ, προκαλώντας έντονη σύγχυση και διαμαρτυρία. Αυτό που τελικά όντως με εξέπληξε ήταν να αναγνωρίσω κάποιους από τους διαδικτυακούς φίλους μου ανάμεσα στο διαμαρτυρόμενο και εξαγριωμένο πλήθος να φωνάζουν και να απαιτούν! Το αναπάντεχο ήταν ότι οι καθημερινές αναρτήσεις των ανθρώπων αυτών στο Facebook και σε άλλα κοινωνικά δίκτυα καταδικάζουν και απορρίπτουν κάθε είδους ιδιωτικοποίηση στην Ελλάδα, με το δημοφιλές και επαναλαμβανόμενο σλογκαν, «η Ελλάδα δεν είναι για πούλημα».

Αφού αναρωτήθηκα αν δικαιούμουν την αποζημίωση των έξι ή των δύο ευρώ, εφόσον είχα πληρώσει και τα έντεκα ευρώ νωρίτερα, το πρώτο ερώτημα που μου ήρθε στο μυαλό αφορούσε εκείνους τους φίλους από το Facebook: αν η αντίθεσή τους στις ιδιωτικοποιήσεις ήταν τόσο δυνατή λόγω μεγάλου πατριωτισμού, τότε, σαν άλλοι τριακόσιοι, θα έπρεπε να είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το τίμημα χωρίς διαμαρτυρίες, όπως πλήρωσε ο Λεωνίδας με τη ζωή του για τα «πατριωτικά» πιστεύω του.

Χαμένος στις σκέψεις μου, έχασα την ευκαιρία να χωθώ μπροστά από το τεράστιο πλήθος που είχε μαζευτεί για να επιβιβαστεί σε κάποιο προσφάτως λειτουργούμενο μεγάλο lift. Σίγουρα, ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα μία ουρά τόσο πλατιά όσο και μακριά, λόγω της έλλειψης οποιασδήποτε προσπάθειας διαχείρισης από την πλευρά των υπευθύνων. Και ήταν πριν ανέβω στο lift και περάσω από το σημείο όπου είχα κολλήσει πριν, που άρχισα να σκέφτομαι πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν το χιονοδρομικό κέντρο ήταν μακροπρόθεσμα ενοικιασμένο από κάποια εταιρία ειδικευμένη στα θέρετρα χειμερινών αθλημάτων. Το lift συνέχισε να υψώνεται ενώ εγώ αναλογιζόμουν πως, εκτός από την εγκατάσταση σύγχρονων και αξιόπιστων υποδομών, μία εταιρία που στοχεύει στο κέρδος θα διέθετε επίσης τεχνητό χιόνι, όπως αυτό που έχουν στη Βουλγαρία, περίπου εξήντα χιλιόμετρα από τα σύνορά μας. Αναζητώντας εγγυημένα κέρδη, η εταιρία σύντομα θα αναγνώριζε τον κύριο λόγο για τον οποίο το Πήλιο δεν αποτελεί παγκόσμιο χειμερινό προορισμό, ότι δηλαδή δεν είναι σίγουρο πως θα υπάρχει χιόνι. Έτσι, επιπλέον του τεχνητού χιονιού, θα μπορούσε να εξετάσει την επένδυση σε πλαστικές πίστες, για σκι καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, ακόμα και το καλοκαίρι. Φανταστείτε το σλόγκαν, «Από την πλαγιά του Πηλίου, στο κύμα της Μεσογείου» ή «Σκι στο βουνό, βουτιά για θαλάσσιο σκι», αντί για εκείνο το άλλο, ότι «οι Έλληνες δεν πουλιόμαστε». Μία πλαστική πίστα, σκεφτόμουν, θα βοηθούσε στην καθιέρωση του Πηλίου ως θέρετρο για σκι και snowboard, ενώ οι τουρίστες δε θα ήταν διστακτικοί να κλείσουν τις διακοπές τους εκ των προτέρων και θα επισκέπτονταν το Πήλιο, με χιόνι ή λιακάδα. Φανταστείτε, αν μαζί με το μακροπρόθεσμο συμβόλαιο ενοικίασης, υπήρχε ως συμβατικός όρος η απασχόληση ντόπιων σε μεγάλο ποσοστό του προσωπικού λειτουργίας, ή ακόμα και η διάνοιξη ενός κύριου παρακαμπτήριου δρόμου, ώστε οι δρόμοι μας να μην έκλειναν, καθώς καταλήγουν στο χιονοδρομικό κέντρο και από τις δύο πλευρές! Φυσικά, τα ξενοδοχεία και οι ταβέρνες, τα τουριστικά μαγαζάκια, τα πάντα θα άρχιζαν να δουλεύουν ξανά. Φανταστείτε, αν το Πήλιο γινόταν παγκοσμίως διάσημο για τους καλοκαιρινούς σκιέρ; Τότε ίσως ακόμα και το αεροδρόμιο να λειτουργούσε καθόλη τη διάρκεια του χρόνου και δε θα χρειαζόταν να παρακαλάμε και να πληρώνουμε τις αεροπορικές εταιρίες για τις γραμμές τους. Σκεφτόμουν πως αν όλα πήγαιναν καλά με την εταιρία, τότε κι άλλοι ενδιαφερόμενοι σε χειμερινά ή καλοκαιρινά θέρετρα θα ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για να αναλάβουν την επένδυση στα βουνά γύρω από τον Αλμυρό, για κάποια παρόμοια υποδομή, η οποία θα έφερνε ακόμα περισσότερους τουρίστες στην περιοχή.

Είχα πια φτάσει στην κορυφή του βουνού κι άρχισα να κατεβαίνω την πλαγιά με το snowboard μου. Καθώς γλιστρούσα, σκεφτόμουν πως το χιονοδρομικό κέντρο του Πηλίου είναι μάλλον ένα από τα ελάχιστα στον κόσμο, όπου το parking των αυτοκινήτων δεν είναι δίπλα στα lifts. Ως εκ τούτου πρέπει πρώτα να κατέβεις μια πλαγιά γύρω στο χιλιόμετρο για να ανακαλύψεις αν λειτουργούν τα lifts ή αν σταμάτησαν για οποιοδήποτε λόγο και μετά να περπατήσεις μια μεγάλη ανηφόρα για να γυρίσεις πίσω . Κατά πάσα πιθανότητα είναι το ένα και μοναδικό χιονοδρομικό κέντρο όπου πρέπει να κινδυνέψεις περπατώντας στην πίστα, κάνοντας ζιγκ ζαγκ ανάμεσα στους σκιέρ (αν δουλεύουν τα lift), για να πας στην καφετέρια για ζεστή σοκολάτα. Ή αν δεν κάνεις σκι αλλά σου αρέσει το χιόνι θα πρέπει να ανηφορίσεις 200 μέτρα, πάλι μέσα από την πίστα, για να ανέβεις σε κάποιο lift (αν δουλεύουν τα lift) και να απολαύσεις τη θέα. Σκεφτόμουν πως μία ιδιωτική εταιρία θα τα προέβλεπε όλα αυτά, αλλά και πάλι, κατέβαινα την πλαγιά προσπαθώντας να μη χτυπήσω τους πεζούς, οπότε μου ήταν δύσκολο να σκεφτώ και πολύ θετικά.

Μα φυσικά, σκέφτηκα, δε θα άφηναν μια ιδιωτική εταιρία να κάνει αυτό στο οποίο ειδικεύεται! Είμαι σίγουρος πως οι δασικές υπηρεσίες δε θα συμφωνούσαν με κανένα πλαστικό που θα απλωνόταν οπουδήποτε στο βουνό, ενώ οι οικολόγοι θα είχαν κι αυτοί τις ενστάσεις τους. Καθώς κατέβαινα συνειδητοποίησα πως και οι πολιτικοί του τόπου δε θα το ήθελαν, καθώς θα θεωρούσαν πως δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν. Στο κάτω κάτω, δίνουν κάτι παραπάνω και στέλνουν τα παιδιά τους σε καλύτερα μέρη, μόλις εξήντα χιλιόμετρα από τα σύνορα! Γλιστρώντας τώρα με μεγαλύτερη ταχύτητα, προσπαθούσα να βρω τη δικαιολογία που θα εφήυρε η αρχαιολογική υπηρεσία για να σταματήσει το όλο πράγμα. Δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι, αλλά αυτοί είναι καλοί σε κάτι τέτοια, είμαι σίγουρος πως δε θα με απογοήτευαν. Σε χαμηλότερο υψόμετρο, φαντάστηκα τις δικαστικές υποθέσεις που θα έβαζαν φρένο στην επένδυση, και δεν άργησα να φτάσω ξανά κάτω, στο επίπεδο του πλήθους που στεκόταν μπροστά στο γκισέ.

Ήταν όλοι σε υπερδιέγερση κι ακόμα οργισμένοι, προσπαθώντας να βρουν κάποιο τρόπο να πληρώσουν κι αυτοί πέντε ευρώ αντί για εννιά, όπως και ο κόσμος πριν από αυτούς. Τέσσερα ευρώ είναι τέσσερα ευρώ, κι όπως είναι ευρέως γνωστό, οι Έλληνες δεν αντέχουν την αδικία και πάντα παλεύουν για το δίκιο τους.

Οδηγώντας προς το Βόλο, σκέφτηκα πως οι εργαζόμενοι στο χιονοδρομικό ήταν πραγματικά ευγενικοί και πρόθυμοι. Σίγουρα είχαν κι εκείνοι μία άσχημη μέρα στη δουλειά τους, ήταν όμως φιλικοί και συγκεντρωμένοι στο να βοηθούν τον κόσμο να επιβιβαστεί στα lift και να τους προειδοποιούν για τα κομμάτια μετάλλου που εξέχουν από τα lift ώστε να μην τραυματιστούν. Ίσως ήταν εξαιτίας τους που πέρασα καλά, όπως και πολύς κόσμος. Και εξάλλου επειδή έχω ζήσει στο εξωτερικό, δε θα έπρεπε να συγκρίνω τις υποδομές της Ελλάδας, της χώρας που αγαπώ, με υποδομές απο άλλες χώρες.

Όπως περνούσα από την Πορταριά, προσπαθούσα να κρατήσω το χαμόγελό μου, αυτό που είχα σχηματίσει με μεγάλη προσπάθεια, με τις θετικές μου δικαιολογίες. Προσπαθούσα να αγνοήσω εντελώς πως, χρόνια πριν, από σεβασμό και αγάπη σε αυτή την υπέροχη χώρα, όλοι αποφεύγαμε να τη συγκρίνουμε με χώρες όπως η Ελβετία. Να τώρα, που μάθαμε να αποφεύγουμε να τη συγκρίνουμε με χώρες όπως τα Σκόπια και η Βουλγαρία.

Κι όμως κατάφερα να κρατήσω το χαμόγελό μου μέχρι το κέντρο του Βόλου. Όπως περνούσα μπροστά από το ψηλό χριστουγεννιάτικο δένδρο, υπενθύμισα στον εαυτό μου πως ακόμα κι αν δεν έχουμε πλαστικές πίστες, έχουμε ένα από τα μεγαλύτερα πλαστικά δένδρα στη χώρα! Αν ούτε αυτό φέρει αρκετούς πλούσιους τουρίστες, μέσω του εγκαταλελειμμένου αεροδρομίου μας, η κυβέρνησή μας έχει δαιμονίως εφεύρει ένα άλλο σχέδιο να χρησιμοποιήσει το πλαστικό για να έχει έσοδα, το «πλαστικό χρήμα». Το μόνο πρόβλημα είναι πως όποιας μορφής χρήμα παραχθεί για την κυβέρνηση πάλι από έμάς θα έχει έρθει κι όχι από τους πλούσιους τουρίστες που περιμέναμε.

Οταν πρωτοήρθα στην Ελλάδα όπου κοίταζα έβλεπα μόνο ομορφιά. 
Η πίεση της οικονομικής κρίσης έχει πειράξει αυτή την άποψη,τώρα όπου κοιτάζω εκτος απο ομορφιά 
βλέπω και χαμένες ευκαιρίες για τη χώρα.

*Ο Φάρις Νεζάντ είναι πολιτικός επιστήμονας και ο συγγραφέας της ελληνικής σύγχρονης νουβέλας «Η Κατάρα των Αρχαίων».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου