ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Βέντρις Μιχαήλ:60 χρόνια από τον θάνατό του (Α’ μέρος)

βέντρις-μιχαήλ60-χρόνια-από-τον-θάνατό-697102

Του π. Γεώργιου Δ. Γεωργιάδη

Εάν με ρωτούσαν τί θα ήθελα να προλάβω να δω πριν αποβιώσω, ευθαρσώς θα απαντούσα «η αρχαιολογική σκαπάνη να βρει κάποιο μπαούλο με μια ντουζίνα απολεσθέντα κείμενα αρχαίων έργων». Π.χ. οι «Κέρκωπες» τού Ομήρου και αι «Χείρωνος Υποθήκαι» τού Ησιόδου. Τα «Ελευσίνιοι» & «Ωρείθυια» τού Αισχύλου. Τα «Ευρυσάκης», «Θυέστης» & «Τηρεύς» τού Σοφοκλέους. Τα «Κρεσφόντης» & «Πρωτεσίλαος» τού Ευριπίδου. Τα «Δαίδαλος», «Λήμνιαι» & «Πελαργοί» τού Αριστοφάνους. Πρό 100 ετών πράγματι ευρέθησαν οι (μισοί) «Ιχνευταί» τού Σοφοκλέους, οι μιμίαμβοι τού Ηρώνδα, και 3½ κωμωδίες τού Μενάνδρου (Δύσκολος, Επιτρέποντες, Σαμία, Ασπίς). Αλγεινό γεγονός όμως είναι ότι από τον τεράστιο πλούτο των 305 θεατρικών έργων που έγραψαν οι τρείς μέγιστοι τραγικοί, μόλις το 11% έχει διασωθεί. Η ίσως θλιβερότερη ιστορική μαρτυρία που έχω αναγνώσει, είναι στην σελίδα 710 τού Δ΄ τόμου τού Will Durant (1885→1981) που λέει για την πρώτη άλωση από τούς σταυροφόρους (1204), ότι στην Κωνσταντινούπολη:

«Αι βιβλιοθήκαι ελεηλατήθησαν και ανεκτίμητα χειρόγραφα κατεστράφησαν ή εχάθησαν. Δύο διαδοχικαί πυρκαϊαί απετέφρωσαν βιβλιοθήκας ή μουσεία. Από τά έργα τού Σοφοκλέους και τού Ευριπίδου, ‑που μέχρι τότε διετηρούντο όλα‑ (δηλ. 215), διεσώθησαν ελάχιστα (δηλ. 26), και χιλιάδες έργων τέχνης εκλάπησαν ή κατεστράφησαν».

Υπάρχει άραγε κάτι που να απαλύνει τον πόνο από την άδικη απώλεια αυτής της παγκόσμιας κληρονομιάς; Ίσως ναί, η αποκρυπτογράφηση της «Γραμμικής Β΄» («Linear B’»). Ο γερμανός Χένρυ Σλήμαν (1822→1890) μετά το Χισσαρλίκ (Τροία, 1870) πήγε στις Μυκήνες (1877) και Τίρυνθα (1885). Ο δε βρετανός Αρθουρ Εβανς (1851→11/7ου/1941) με την σύζυγό του Margaret Freeman έκανε ανασκαφές στην Κρήτη και βρήκε εκεί πινακίδες με γραφή Γραμμική-Α΄ και Γραμμική-Β΄.

Η «Γραμμική Α’» μέχρι σήμερα δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί. Υπάρχουν λόγοι που κάνουν να πιστεύεται ότι οι προ τού 1.450 π.Χ. κάτοικοι της Κρήτης δεν μιλούσαν ελληνικά. Ισως λυδιακά (Luwian). Το 1952 ο βρετανός αρχιτέκτων Michael Ed. Ventris (1922→ 6/9ου/1956) κατόρθωσε να αποκρυπτογραφήσει (decipher) τήν «Γραμμική Β’». Λίγο μετά τον πλησίασε ο βρετανός φιλόλογος John Fred Chadwick (1920→24/11ου/1998), και μαζί έκαναν την παραγωγικότερη και σημαντικότερη συνεισφορά στα ελληνικά κλασσικά γράμματα. Ο Ζ. Φρ. Σαμπολλιόν (1790→1832) που περί το 1820 αποκρυπτογράφησε τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά, συγκριτικά είχε έργο πολύ ευκολότερο εκείνου τού Βέντρις, διότι η στήλη της Ροζέττης βρέθηκε τρίγλωσση. Απεναντίας ούτε μία εκ των πολλών πινακίδων της Γραμμικής Β’ δεν ήταν γραμμένη παράλληλα και σε μιαν άλλην γλώσσα, ας πούμε σανσκριτικά (: αρχαία ινδο-ιρανικά) ή σφηνοειδή, ούτως ώστε ο Βέντρις να δυνηθεί να αρχίσει την αναζήτησή του από ένα-δυο γνωστά σημεία. Επιπλέον, μέχρι τότε (1952) ήταν έντονη η πεποίθηση ότι η Γραμμική Β’ επρόκειτο μάλλον γιά ετρουσκική γλώσσα. Ο Βέντρις με απίστευτη μεθοδικότητα κι αστείρευτη υπομονή, απέδειξε ότι επρόκειτο για προ-ομηρική ελληνική γραφή και γλώσσα.

Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος (1772→1847) υπεστήριξε ότι η νυν ελληνική γλώσσα είναι η απευθείας εξέλιξη της αρχαίας, και κατηγορήθηκε γι’ αυτό. Όμως, τί φταίει η ελληνική γλώσσα εάν κατακτητές μάς τήν περιόρισαν κι αλλοίωσαν επί 400 χρόνια; Εάν ελληνικά στρατεύματα (θεωρητικά) κατελάμβαναν ένα ανίσχυρο κράτος (π.χ. Ανδόρα) και τούς διαστρέφαμε την γλώσσα, θα είχαν άδικο οι μελλοντικοί φιλόλογοι τού 2500 μΧ να θεωρούν τα τότε ανδοριανά απομεινάρια εκείνης τής μικτής ελληνο-ανδοριανής ότι είναι χρονικά επακόλουθα της παλαιάς ανδορικής γλώσσας;

Ο Αχιλλεύς Τζάρτζανος (1873→1946) πρόκειται κατ’ εμέ για τόν σημαντικότερον νεοέλληνα φιλόλογο, η δε γραμματική του της αρχαίας (1931) ως η καλύτερη όλων. Ομοίως και της Λατινικής (1946). Νομίζω όμως ότι ο χρόνος ακμής του τον αδίκησε! Δυο-τρία σημεία της γραμματικής του θα τα είχε διατυπώσει διαφορετικά εάν είχε ζήσει κατά 20 χρόνια αργότερα (π.χ. 1893→1966). Υπονοούμε εάν θα είχε πληροφορηθεί το τί κρύπτεται στήν αρχαιότατη ελληνική γλώσσα (δηλ. προ τού 1100 π.Χ.) τών πινακίδων τής Γραμμικής Β΄. Π.χ., στήν σελ.9 γράφει ότι η δασεία (τάχα) «επροφέρετο αρχήθεν περίπου χ, δηλ. ο ίππος ως χίππος». Από εδώ παρασύρθηκαν όλα τά βιβλία και γράφουν το ίδιο. Η πραγματικότητα όμως είναι οτι τίς πλείστες φορές η δασεία (‛) επροφέρετο ως «σ», ενώ λιγοστές φορές είναι απομεινάρι τού ημιφώνου «j». Η δασεία δεν είναι πνεύμα, αλλά γράμμα. Επίσης στην σελ.145 λέει ότι: «τα αποθετικά ρήματα εκλήθησαν έτσι υπό των παλαιών γραμματικών, διότι εσφαλμένως ενόμιζον ότι είχαν αρχήθεν και την ενεργητικήν φωνήν, την οποίαν έπειτα απέθεσον». Ομως στην Γραμμική Β’ βλέπουμε το «εργάζομαι» και με καταλήξεις ενεργητικής φωνής. Το απαρέμφατο είναι Fόρζειν, κι ετυμολογικά συσχετίζεται με τα ρήματα έρδω και ρέζω.

Οσο έχω ψάξει την μυθολογία και ιστορία, τόσο εντονότερα βλέπω ότι τα ελληνικά φύλα κατέβαιναν (από τα βορειο-ευρωπαϊκά παράλια) σαν να είχαν συμφωνήσει να κατεβαίνουν ανά 1000 χρόνια. Οι Αιολείς (σημαίνει «πιτσιλωτοί») ήλθαν από την Σολλάντα (:Ολλανδία) περί το 4100 με τα πιτσιλωτού χρώματος γελάδια τους. Το 3100 ήλθαν οι Αχαιοί. Το 2100 ήλθαν οι Ιάστιοι = Ιάδιοι = Ιωνες. Και το 1100 π.Χ. ήλθαν οι Δωριείς. Αυτοί οι τέσσερεις κυρίως, διαμόρφωσαν την ελληνική γλώσσα τού τόπου μας. Και τό 100 π.Χ., ποιοί κατέβηκαν; Στον νου μου έρχεται έντονα η επανάσταση της Λουσιτανίας (δηλ. Πορτογαλίας). Τήν χρηστή διοίκηση που είχε (179 πΧ) ο πραίτωρ (πατήρ) Τιβέριος Σ. Γράκχος (220→150), δεν την ακολούθησε ο διάδοχός του Λούκουλλος. Ετσι οι Κελτίβηρες Λουσώνοι επαναστάτησαν το 154. Ο γνωστός μας Μόμμιος Lucius αρχικά (153) κατέπνιξε τήν Λουσιτανική επανάσταση. Τό δε 151 ο Λούκουλλος προέβη σε απροσχημάτιστες ανελέητες σφαγές. Παρομοίως κι ο Σουλπίκιος Γάλβας (150). Τότε έλαμψε ο μέγας ηγέτης Βιρίαθος, ο οποίος από το 149 νίκησε σχεδόν όλους τούς ρωμαϊκούς στρατούς, με μικρή εξαίρεση τον ύπατο Φάβιο Σερβιλιανό (145). Τό 141 οι Ρωμαίοι αναγκάστηκαν σε ταπεινωτική συμφωνία. Υπούλως πλήρωσαν και τον δολοφόνησαν (139). Ο Σκιπίων Αιμιλιανός (184→129) με 60.000 στρατό τούς πολιόρκησε επί 15 μήνες στήν ισπανική Νουμαντία και αφού έτρωγαν τούς νεκρούς τους οι 4.000 κελτίβηρες, παραδόθηκαν (133). Ο Γερμανός ιστορικός Κρίστιαν Μόμμσεν (1817→1902) λέει ότι «ποτέ δεν έγινε πόλεμος με τόσην δολιότητα, σκληρότητα και φιλοχρηματίαν» (ΙΙΙ, 220).

Κατά την «μεγαλειώδη (για τούς ρωμαίους) χρονιά» 146 π.Χ., ο μεν προαναφερθείς Μόμμιος υπέταξε την Ελλάδα, ο δε Σκιπίων την Καρχηδόνα. Οι τότε ρωμαϊκές ωμότητες εάν διερευνηθούν, θα μάς κάνουν να αναρωτηθούμε εάν πρέπει να τούς συγκαταλέξουμε στους βαρβάρους. Η Ρώμη είναι αποικία τού (σήμερα χωριού) Παλλαντίου Αρκαδίας από το 1.250 πΧ., και ως ελληνική πόλη (έτσι τήν χαρακτηρίζει ο Πλούταρχος, βίος Καμίλλου, § 22) όφειλε να φέρεται στούς ηττημένους διαφορετικά, ήπια. Ο Σαλαμίνιος Τεύκρος ίδρυσε (~1150 πΧ) τήν Καρθαγένη στην Ισπανία. Η δήωση και αφαίμαξη της (μητροπόλεως) Ελλάδος τό 146 ανατολικά, όσο και η λάτια επικράτηση και δούλωση τών κελτιβήρων στην Λουσιτανία δυτικά, ίσως έκανε τούς Κέλτες Κίμβριους και Τεύτονες να συνενωθούν προκειμένου να απελευθερώσουν την Ιβηρική ενώ ταυτόχρονα να τιμωρήσουν την αλαζόνα Ρώμη. Είχαν αλλεπάλληλες στρατιωτικές επιτυχίες, αλλά ο Γάιος Μάριος (157→86) τελικά συνέτριψε τούς Τεύτονες (102) και αφάνισε παντελώς τούς Κίμβριους (101), οπότε αυτοί δεν εποίκησαν την Ελλάδα. Ο Μάριος έγινε δεκτός ως «δεύτερος Κάμιλλος».

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου