ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Και μας περνούν τις κόκκινες κορδέλες…

και-μας-περνούν-τις-κόκκινες-κορδέλες-330880

Του Θωμά Στραβέλη, συγγραφέα – πανεπιστημιακού

Εσύ, αδερφέ, καιρός να διακόψεις πια την αυτοκαταδίκη και τη συνεχή σου πλήξη. Η επικαιρότητα που ζεις, σου δίνει το σφυγμό της. Κι εσύ δεν έχεις, παρά να πιάσεις τούτο το σφυγμό και να τον κάνεις σφυγμό σου. Βοήθα, λοιπόν, να γκρεμιστεί το μακελειό της γης, όπου μας κοπαδιάζουν σαν τα σφαχτάρια, και μας περνούν τις κόκκινες κορδέλες. Βοήθα να πάψουν οι σφαγές, τα κλάματα, οι βαριές ντροπές κι οι μπαμπεσιές του ανθρώπου, να σταματήσει, επιτέλους, αυτό το ματωμένο μακελειό. Βοήθα να εξαφανίσουμε τα σημερινά ραμολιμέντα και τους γλείφτες, που πλέουν στα λεφτά και μοναχά εμείς μένουμε βουτηγμένοι μες στα χρέη. Φαίνεται πως οι εκλεκτοί μένουνε πάντα χρεώστες απέναντι στον κόσμο. Και θα πληρώνουν πάντα τόκους και υπερημερίες για τον πόνο των συνανθρώπων τους. Νέα αλήθεια να υπάρξει, νέα χαρά και αρετή. Και νέοι δρόμοι ν’ ανοίξουν…

Εσύ, πιστέ συνοδοιπόρε, πάψε να κλαις και να μεμψιμοιρείς. Και μη φιλάς άλλο βρώμικα χέρια. Κοίτα, φοράει τη συνοδοιπορία κι ο διπλανός, στην κεφαλή κορόνα! Σε βλέπω να στέκεσαι πάνω στον γκρεμό, εκεί που κόβεται η καρδιά σου. Λαμποκοπούν τα μάτια σου, το χέρι απλώνεις, κι ο τροχός όλου του κόσμου τρίζει. Φαίνεται πως την τύχη αυτού του κόσμου, στα χέρια σου κρατάς. Βοήθα! Καινούριος πια να σε δέσει χαλκάς με το χώμα. Τις αλυσίδες της ζωής χτύπα και φώναξε στον αέρα! Μες στο καμίνι του κορμιού, άφησε την ψυχή να ξεπετάξει φλόγα και κάψε μ’ αυτή το λιμασμένο στόμα του σκουληκιού. Εκεί στη μαύρη τρύπα που ανοίγεται, να καταπιεί τη ζωντανή σου σάρκα. Μην ανατριχιάζεις, σαν δεις μπροστά σου, παλιές σου προσοψίδες, παλιά βαθιά θηκάρια της ψυχής. Κι αν φανταστείς παλιά βαθιά καράβια, που αρμένισαν το νου σου, είναι καράβια των προγόνων σου, που χίμηξαν και φάγαν τα σάπια βασίλεια. Γιατί να ζει, γιατί να μη χαθεί πάνω στη γη ο σπόρος; Γιατί να κάνουμε παιδιά, ζεστές μπουκιές του Χάρου; Ε, όχι. Μία περήφανη φωνή μάς έσμιξε στον κόσμο. Όργωσε, σπείρε, θέρισε! Ο ήλιος, κάθε μέρα, βγαίνει.

Για ζύγωσε λίγο, να σου πω το μέγα κάλεσμά σου: Δούλος μη γίνεις κανενός, στάχυ, που σκύβει το κεφάλι στο κοφτερό δρεπάνι. Τα μάτια σήκωσε στα μάτια μου και δώσε μου μία υπόσχεση: Πώς θα νικήσουμε μαζί την νέα υποδούλωση, που συρρικνώνει τον άνθρωπο, στη γλώσσα των οικονομικών του μεγιστάνων.

Σκέψου πως είναι χρήσιμο, στην ελεύθερη ψυχή σου, το νόμο να κατέχεις. Και να τον δέχεσαι, περήφανα, και δίχως να τρεκλίζεις. Να οδεύεις εμπρός με το κεφάλι σου ψηλά. Και πίσω, τα παιδιά σου να σου γεννούν, να μη χαθεί ο σπόρος!

Κι ένα να ξέρεις: Νιώθω κι εγώ μαζί σου να ‘μαι αγέρας μιας βουνοκορφής. Κλείσε για λίγο τα ψηλά φτερά σου και κούρνιασε στο πλευρό μου. Αϊτός κι εγώ, σαν αϊτό να σε θωρώ και να σ’ ακούω. Και μπόι να παίρνει ο νους μου.

Η τάξη κατάντησε μία ανακατωσούρα, που την έχουμε συνηθίσει πια, γιατί ζούμε μονάχα σωματικά. Και η αξιοπρέπεια έγινε συνωμοσία της απρέπειας με τη σιωπή μας.

Οχι άλλη ευσπλαχνία. Γιατί η ευσπλαχνία προς τους λύκους είναι αδικία προς τα πρόβατα. Όχι άλλη διπλωματία. Γιατί διπλωματία είναι η πατριωτική τέχνη να ψεύδεσαι υπέρ της πατρίδας σου. Σκέψου, τώρα, αδερφέ, την ασυνήθιστη αντίδραση του ανθρώπινου χεριού, όταν έρχεται σ’ επαφή με το χρήμα. Είναι η αντίδραση της αρπαγής…

Ετσι, αδερφέ μου, πιο δυνατοί, πιο καθαροί, πιο αποφασισμένοι, θα είμαστε αυτοί που υπήρξαμε. Και στο τέρμα του λαμπερού αγώνα μας, θα είμαστε ήλιοι που ανατέλλουν. Ξέρουμε πως δεν μπορούμε να θερίσουμε καθιστοί, και να θέλουμε ψωμί να φάμε! Σίγουρα, για κάτι καλύτερο έχουμε γεννηθεί.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου