ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Τώρα αρχίζει η διαπραγμάτευση

τώρα-αρχίζει-η-διαπραγμάτευση-651109

Του Μάκη Γ. Μπαλλή, Βουλευτή Μαγνησίας του ΣΥΡΙΖΑ

Στ’ αλήθεια, πρόδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, όπως πολλοί έσπευσαν να δηλώσουν (εντός και εκτός κομματικών τειχών) αμέσως μετά τη συμφωνία στο Eurogroup για την τετράμηνη παράταση της δανειακής σύμβασης; Οτι ως κυβέρνηση έκανε πίσω στις μετεκλογικές του εξαγγελίες ακόμη και για τις παρεμβάσεις αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης που περιλαμβάνονται στο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης»; Οτι, εν τέλει, περισσότερα έχασε παρά κέρδισε με τις διαπραγματεύσεις; Κρίσιμα, είναι αλήθεια, ερωτήματα. Σίγουρα όχι αναγκαστικά κακοπροαίρετα. Αν επιχειρήσουμε να δούμε, καταρχήν, τι κέρδισε και τι έχασε η κυβέρνηση από αυτή τη διαπραγμάτευση, (ή τι δεν κέρδισε όπως λένε κάποιοι εκ των επικριτών της, ή τι δεν έχασε όπως υπογραμμίζουν όσοι επιμένουν στη θετική αποτίμηση των κυβερνητικών χειρισμών και εν γένει πρωτοβουλιών), θα πρέπει να συνεκτιμήσουμε το περιβάλλον και τις συνθήκες της διαπραγμάτευσης, τις επιδιώξεις και τους στόχους που είχε η κάθε πλευρά, τις προτεραιότητες που έθετε η πραγματικότητα, αλλά και τις διαθέσιμες εναλλακτικές επιλογές, κυρίως της ελληνικής πλευράς.

Καταρχάς μάλλον πολλοί από όσους σπεύδουν να επικρίνουν και την ελληνική -δηλαδή κυβερνητική – στάση και το αποτέλεσμα των Βρυξελλών, ότι δεν έχουμε ούτε μία αυτοδύναμη κυβέρνηση της Αριστεράς, δηλαδή έναν αυτοδύναμο αέρα σύγκρουσης με όλους και με όλα, ούτε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον που θα δεχόταν ως αυτονόητη εξέλιξη μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ την αποδοχή κάθε ελληνικού αιτήματος που θα ακύρωνε όσα κέρδισε στη χώρα μας η επιχειρηματική ελίτ της Ευρώπης ή το τραπεζικό κεφάλαιο τα τελευταία χρόνια, με την πρόθυμη συμβολή των εγχώριων εκπροσώπων τους στην κυβέρνηση. Οπως ακριβώς τα είπε και ο Γιούνγκερ άλλωστε.

Κατά δεύτερο, μάλλον διαφεύγει στους περισσότερους ότι η παρούσα κυβέρνηση τήρησε την κυριότερη δέσμευσή της. Να αγωνιστεί, να προσπαθήσει, να στηρίξει σθεναρά τις θέσεις της χωρίς να αποδεχθεί ασμένως τις υποδείξεις των ευρωπαϊκών κέντρων, σε αντίθεση με ό,τι γινόταν στο παρελθόν. Κάτι που διέκρινε και αναγνώρισε ο ελληνικός λαός όπως έδειξαν οι μαζικές συγκεντρώσεις στήριξης των κυβερνητικών προσπαθειών. Αυτό από μόνο του αποτελεί κάτι πρωτοφανές για το πολιτικό μας σύστημα που μέχρι τώρα είχε μάθει να λειτουργεί αποξενωμένο από την κοινωνία. Για να το παραδεχθείς, όμως, χρειάζεται πολιτική γενναιότητα.

´Η μήπως ξεχάσαμε κιόλας πως προεκλογικά όλοι οι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ έλεγαν άλλοι ότι μόλις εκλεγεί ως κυβέρνηση θα ξεχάσει όλες του τις δεσμεύσεις περί αναδιαπραγμάτευσης και θα συγκατανεύσει στις απαιτήσεις των δανειστών μας και άλλοι ότι δεν έχει καν κάποια στρατηγική διαπραγμάτευσης; Τελικά, στρατηγική υπήρχε και μάλιστα κατάφερε η διαπραγμάτευση να μη γίνεται στη βάση τεχνοκρατικών όρων, αλλά στη βάση μίας πολιτικής συμφωνίας.

Οι συνθήκες, τώρα, υπό τις οποίες επιτεύχθηκε η συμφωνία στο Eurogroup κάθε άλλο παρά ευνοϊκές για τη χώρα μας μπορούν να χαρακτηρισθούν. Διότι και μόνο τα ασφυκτικά χρονικά πλαίσια που έμπαιναν, ήταν ένα αρνητικό σημείο. Από τους δανειστές μας, η κύρια επιδίωξη ήταν να μην αμφισβητηθεί η ορθότητα του μοντέλου «σωτηρίας» που μας επέβαλαν. Με τη Γερμανία, επιπροσθέτως, να θέλει να επικυρώσει την υπεροχή της επίθεση των υπολοίπων εταίρων. Την ίδια στιγμή οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου των κεντροδεξιών κυβερνήσεων ήθελαν αποτέλεσμα που δεν θα διευκόλυνε την άνοδο της εγχώριας αριστεράς, κάτι που θα έφερνε η αποδοχή του εναλλακτικού δρόμου που υποστήριζε η ελληνική κυβέρνηση.

Στόχος της Γερμανίας ήταν να υπογράψει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ό,τι ακριβώς θα υπέγραφε η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ σύμφωνα με το γνωστό mail του Χαρδούβελη: Αμεση εφαρμογή όλων των προαπαιτούμενων για την ολοκλήρωση της 5ης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος δηλαδή οικονομική υποταγή και αποδοχή της λογικής ότι ο μόνος δρόμος εξόδου από την κρίση είναι αυτός που υποδεικνύει η Γερμανία, και με τον οποίο συντάσσονται, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, οι περισσότερες συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις της Ευρώπης δηλαδή ξεκάθαρη πολιτική υποταγή.

Τι κερδίσαμε; Καταρχήν, πολιτικό χρόνο ενώ αποσυνδέσαμε τη δανειακή σύμβαση από το μνημόνιο, αμφισβητήσαμε τα εξωπραγματικά πρωτογενή πλεονάσματα, βάλαμε τέλος στην επιτήρηση των τεχνικών κλιμακίων και έχουμε τη δυνατότητα για να προχωρήσουμε μια σειρά από νόμους και μεταρρυθμίσεις του προγράμματός μας, μέχρι την επόμενη ακόμα πιο σημαντική φάση της διαπραγμάτευσης για το χρέος.

Σίγουρα δεν είναι όλα όσα θα θέλαμε όλοι μας ή όσα είχαμε στο μυαλό μας όταν μαζευόμασταν στις πλατείες για τη στήριξη της κυβέρνησης και των ελληνικών θέσεων. Όμως δεν έπεσαν οι «τίτλοι τέλους» μετά τις Βρυξέλλες. Έχουμε συνέχεια, που θα κρίνει τα πάντα. Μην υποτιμάμε το γεγονός ότι το «όχι» που απαιτούσε ο λαός ως ελάχιστο βήμα αποκατάστασης της χαμένης του αξιοπρέπειας, το είπε η κυβέρνηση. Ενδεχομένως όχι όσο δυνατό θα ήθελε και ο Μίκης αλλά και όλοι μας, αλλά ήταν επιτέλους το πρώτο δικό μας, ελληνικό «όχι» σε απαιτήσεις που θα μας έσπρωχναν ακόμη πιο βαθιά στην ανατροφοδοτούμενη υφεσιακή σπείρα.

Τώρα μόλις ξεκινά ο δεύτερος γύρος της διαπραγμάτευσης που θα διαρκέσει όσο προβλέπει η «συμφωνία – γέφυρα»: τέσσερις μήνες. Μέσα σ’ αυτό το διάστημα θα κριθούν πολλά που θα επιτρέψουν να βγάλουμε σημαντικά συμπεράσματα.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου