ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Στην ξεχασμένη μάνα

στην-ξεχασμένη-μάνα-653259

Με αφορμή τη Χριστιανική εορτή στις 2 Φεβρουαρίου

Δεν ήξερα τί σημαίνει να μαγειρεύεις κάθε μέρα για έξι άτομα. Δευ ήξερα τί σημαίνει να βάζεις πλυντήριο. Ούτε να σιδερώνεις πουκάμισα, ούτε να καθαρίζεις τζάμια. Τώρα καταλαβαίνω.

Δεν ήξερα τί σημαίνει να βάζεις θερμόμετρο κάθε τέσσερις ώρες, ούτε να διαβάζεις μαθηματικά 3ης Δημοτικού, ούτε να διαλέγεις μποτάκια με ροζ πουά και κορδόνια. Τώρα καταλαβαίνω.

Δεν ήξερα τί σημαίνει: «Τώρα, δεν θα μιλήσω», ούτε: «Τί φαγητό να φτιάξω αύριο:» ούτε καν: «Διάλεξε εσύ τί προτιμάς».

Τώρα καταλαβαίνω. Τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω.

Αυτό θα ήθελα να σου πω σήμερα, γιορτή της μητέρας, μητέρα. Τώρα καταλαβαίνω τί σημαίνουν όλα αυτά. Πόση κούραση, αγωνία, αγρυπνία. Πόσο πόνο και δάκρυ. Και πόσο τυχερή είμαι πού όλα αυτά ήταν αυτονόητα για είκοσι τόσα χρόνια.

Μέχρι που άρχισα να καταλαβαίνω. Στην αρχή ήταν δύσκολο, το ξέρεις καλά αυτό. Εχει λιγάκι πόνο μέσα το ν’ αρχίσεις να καταλαβαίνεις. Το να μαθαίνεις να ξεχνάς τον εαυτό σου. Βλέπεις, δε γίνεται αλλιώς.

Μάθε μου τώρα και αυτό. Οπως μου έμαθες να δένω τα κορδόνια στα μποτάκια, μάθε μου να δένω και τα Θέλω μου σε κείνο κοντάρι της Θυσίας. Να τ’ ανεμίζω ύστερα, μέρα και σαν εσένα. Μήπως και γίνει κάτι λίγο αλλιώτικο, λιγάκι πιο ωραίο. Μήπως και βρει λιγάκι λογική αυτός ό κόσμος, επιτέλους.

Μάθε μου τώρα και αυτό, το δρόμο της Θυσίας. Οπως μου έμαθες να κάνω το σταυρό μου, να προσεύχομαι και να νηστεύω. Οπως μου έμαθες να λέω ιστορίες με άγιους, μάθε τώρα να σιωπώ, όπως εσύ σιωπούσες πάντα. Κι όπως έδινες για χρόνια την ψυχή σου όλη, μάθε στην κόρη σου να δίνει απλόχερα και εκ βαθέων.

Κάνε με αρχόντισσα. να μοιάζω με σένα. Χωρίς μιζέριες, γκρίνιες και παράπονα. Να μη θέλω το λίγο, να μην αρκούμαι στο μέτριο, όταν προσφέρω. Δώσε μου τη μεγάλη ανοιχτή καρδιά σου, μάνα. Να τούς χωρέσω όλους, όπως χωράς εσύ. Δώσε μου λίγη απ’ την αγάπη σου.

Τώρα, σαν να άρχισα να φοβάμαι λιγότερο. Ισως, το να ξεχνάς τον εαυτό σου να είναι κάπως όμορφο. Όπως και ή ζωή είναι ωραία, εσύ μου το ‘μαθες κι αυτό.

Στο ’πα και πριν πώς είμαι τυχερή πού είχα την ευλογία να έχω εσένα. Αυτό το ήξερα πάντα. Από μικρή. Και να σου πω και κάτι: Θυμάσαι τα παράπονα, τις γκρίνιες και τις φωνές μου; Το ξέρω ότι δε θυμάσαι τίποτα. Ομως, συγγνώμη. Εβαλα μυαλό. Τώρα, καταλαβαίνω.

Χρόνια πολλά, μάνα, ο Θεός να σε στηρίζει για πολλά χρόνια. Σε χρειάζομαι.

Αφιερωμένο στη Μάνα, γραμμένο από μία φοιτήτρια και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Η Δράση μας».

Αποστ. Β. Κωστούλας

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου