ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Μπροστά στην κάλπη

μπροστά-στην-κάλπη-712636

Γράφει ο Βασίλης Στεφ. Λάππας

Οι κάλπες είναι μπροστά μας και εμείς καλούμαστε να πάρουμε μια σαφή απόφαση για το εάν τελικά επιδοκιμάζουμε ή απορρίπτουμε την μέχρι σήμερα πολιτική που ακολουθήθηκε από τα κόμματα της συγκυβέρνησης. Μια πολιτική πολύ συγκεκριμένη που ο καθένας τη βίωσε με τον τρόπο του και όλοι μας πλην ουδενός εξαιρουμένου γνωρίζει κι αναγνωρίζει ότι αυτή η πολιτική επιβλήθηκε απ’ έξω κι εδώ απλά εκτελέστηκε, με την εκούσια συμμετοχή κι εμπλοκή των δύο κομμάτων που συμμάχησαν στη διακυβέρνηση της χώρας, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου του 2012.

Τα δυόμισι αυτά χρόνια είναι βέβαιο πως το αστικό σύνταγμα της χώρας κακοποιήθηκε βάναυσα και προκλητικά προκειμένου να ευαρεστηθούν οι δανειστές μας. Οι οποίοι μας κράτησαν στον ευρωνενωσιακό δρόμο ως τίμημα στη βαρβαρότητα που έπληξε ενίοτε και θανάσιμα συμπολίτες μας. Το κράτος πρόνοιας αποσαρθρώθηκε, η ανεργία εκτοξεύθηκε σε δυσθεώρητα ύψη, η μετανάστευση επιστημονικού και ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, πλησίασε τους 200.000 νέους κατά κύριο λόγο συμπολίτες μας ενώ την ίδια ώρα η παράνομη είσοδο στη χώρα μας χιλιάδων προσφύγων, εξαιτίας των εμφύλιων πολέμων που διαλύει χώρες και εξωθεί στην απόγνωση λαούς της ευρύτερης γειτονιάς μας, εντείνει το ξενοφοβικό κλίμα στο εσωτερικό της πατρίδας μας αλλά και πιο πέρα ακόμη σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Την 25η Γενάρη καλούμαστε να αποφασίσουμε αν θα συνεχίσουμε το δρόμο που επέλεξαν για μας να πορευτούμε οι δανειστές μας μαζί με τα δύο κόμματα τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Αν δηλαδή θα αποδεχτούμε τη νομοτέλεια του μονόδρομου όπως αυτό περιγράφεται και ορίζεται μέσα από τα μνημόνια κι ό,τι άλλο τα ακολουθεί ή θα δοκιμάσουμε κάτι άλλο. Κι αυτό το κάτι άλλο εν προκειμένω φέρεται να το εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ δίχως όμως υπαρκτές εγγυήσεις. Ωστόσο είναι κι αυτός πολιτικός φορέας που από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει αποδεχτεί την ευρωενωσιακή συνταγή δίχως όμως να υποστηρίζει το μείγμα διαχείρισης που μέχρι σήμερα ακολουθείται. Θα λέγαμε πως αδικαιολόγητα προκαλεί αυτός ο δρόμος ανησυχία και αναστάτωση.

Η δέσμευση του Αλέξη Τσίπρα ότι η Ελλάδα δεν θα αλλάξει περπατησιά προς το άγνωστο… λογικά δεν προβληματίζει τους ανθρώπους του κεφαλαίου και της οικονομίας. Πλην εκείνων που έχουν αφήσει ανοιχτές εκκρεμότητες με την παρούσα πολιτική τάξη πραγμάτων και η οποία δείχνει τώρα να απειλείται. Εκτός όμως από τις επιχειρηματικές δυνάμεις του αστικού μπλοκ που αντιπαρατίθενται καθώς συγκρούονται τα στρατηγικά τους συμφέροντα, υπάρχει και ο λαός. Όλοι εμείς. Και αυτό που όλοι μας ζούμε δεν είναι ούτε ευχάριστο ούτε προϊδεάζει αισιοδοξία. Αντιθέτως σε όλες τις επιστημονικές έρευνες που έχουν διεξαχθεί διαπιστώνεται η διάχυτη απαισιοδοξία των Ελληνίδων και Ελλήνων για το μέλλον τους. Αρα λοιπόν μια χώρα δεν μπορεί να πορευτεί έχοντας μια απόλυτα πεσιμιστική διάθεση. Χρειάζεται μια τονωτική ένεση του ηθικού της κοινωνίας. Κι αυτή μπορεί να δοθεί έστω μέσα από μια κυβερνητική αλλαγή που όμως θα προχωρήσει στη σύναψη ενός νέου – ουσιαστικά – κοινωνικού συμβολαίου στη βάση ενός πολιτισμένου δημοκρατικού κι αλληλέγγυου κράτους το οποίο θα θωρακίζει τα πολιτικά δικαιώματα, τις ελευθερίες και την ισότητα των πολιτών του. Ενός κράτους που οι θεσμοί του θα είναι διακριτοί, ανεξάρτητοι, λειτουργικοί κι αποτελεσματικοί, δίχως όμως να αντιβαίνουν στην αλήθεια και στον σεβασμό στην ανθρώπινη ετερότητα. Το σύνταγμα άλλωστε παρά τις ελλείψεις και τον ταξικό του προσανατολισμό τα διασφαλίζει.

Ωστόσο, στη διάρκεια της μεταπολίτευσης θεσμοί όπως η δημόσια διοίκηση, η δικαιοσύνη, η Βουλή κακοποιήθηκαν και τώρα απαιτείται η θεραπεία τους. Για να συμβεί όμως αυτή η επαναπροσέγγιση με τη συνταγματική αρχή πρέπει η κυβέρνηση καταρχήν να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης ή έστω της ανοχής της συντριπτικής πλειοψηφίας του κοινωνικού σώματος. Κάτι που δείχνει να είναι δύσκολο στις παρούσες συνθήκες και με την πόλωση να μεσουρανεί στα κομματικά επιτελεία των πολιτικών δυνάμεων, κυρίως εκείνων που διεκδικούν μερίδιο στη διακυβέρνηση.

Στην περίπτωση της εκλογής του ΣΥΡΙΖΑ ως νέα κυβέρνηση επιβάλλεται ο επανακαθορισμός των σχέσεων κράτους – κοινωνίας και γιατί όχι Κράτους – Εκκλησίας. Επίσης απαιτείται αποσαφήνιση των σχέσεων Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν είναι δύσκολη διαδικασία απαιτεί όμως καλή κι αμφότερη θέληση, που θα απομακρύνει τους μαξιμαλισμούς και τις ιδεοληπτικές αγκυλώσεις. Η Ελλάδα βρίσκεται στην καμπή και πρέπει να διαμορφώσει τον δρόμο εκείνο που περνά μέσα από το νεωτερικό μοντέλο σε αγαστή σύμπνοια με την ελληνική της παράδοση και την χριστιανική ορθόδοξη οικουμενική αντίληψη ζωής και συνύπαρξης. Είναι καιρός να διεκδικήσει την αυτοκυριαρχία της, την ελευθερία και την ευημερία του λαού της κι όχι να σπεύσει να εξασφαλίσει τα συμφέροντα των 559 ολιγαρχών που λυμαίνονται σκανδαλωδώς τον πλούτο της.

Στη νέα φάση που θα προκύψει μετά τις εκλογές το εργατικό κίνημα μπορεί να βγει ενισχυμένο μόνο αν κι εφόσον ενισχυθεί το ΚΚΕ. Είναι η πολιτική δύναμη που διαρκώς παλεύει για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης κι όλων των βιοπαλαιστών, βάζοντας όμως σε πολύ διαφορετικούς άξονες πορείας τη χώρα. Βασική προϋπόθεση σε μια τέτοια επιλογή είναι ο οριστικός κι αμετάκλητος αποχωρισμός της Ελλάδας από τα δεσμά της Ε.Ε. και όλης της δυτικής συμμαχίας. Σήμερα μια τέτοια επιλογή δε δείχνει τουλάχιστον κινηματικά να συγκεντρώνει την πλειοψηφία έστω των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Συνεπώς η ισχυροποίηση του ΚΚΕ θα επιτρέψει από καλύτερη θέση να διεκδικεί για το λαό καλλίτερες συνθήκες ζωής.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου