ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

Οι Μάηδες της Μακρινίτσας- (Μέρος Α’)

οι-μάηδες-της-μακρινίτσας-μέρος-α-736423

Του Θωμά Στραβέλη συγγραφέα – πανεπιστημιακού

Ο Αγιος Ιερώνυμος μας μιλάει για έναν άλλο Άγιο που, όταν βρέθηκε στην έρημο, συνάντησε έναν Κένταυρο. Ήταν ο Αγιος Αντώνιος. Μετά, αντίκρισε ένα πλάσμα με κυρτή μύτη και κερασφόρο μέτωπο, και πόδια κατσίκας. Δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένας Σάτυρος.

Στην Απολλωνία της Ηπείρου, ένας αρχαίος στρατηγός αντίκρισε, κοιμώμενο, μέσα σ’ ένα Νυμφαίο, έναν Σάτυρο. Οι άντρες του συνέλαβαν το περίεργο αυτό πλάσμα και το έφεραν ενώπιον του στρατηγού τους, ο οποίος προσπάθησε να συνομιλήσει μαζί του. Αλλά επειδή δεν πήρε καμία απάντηση καταληπτή, κάλεσε διάφορους διερμηνείς, που απηύθυναν στον Σάτυρο ερωτήσεις σε γλώσσες διαφορετικές. Οι διερμηνείς δεν στάθηκαν ευτυχέστεροι του στρατηγού. Ο συνομιλητής τους έβγαλε ήχους ακατανόητους, όπου μέσα τους αναμιγνύονταν οι χρεμετισμοί του αλόγου με το βέλασμα του τράγου. Ο στρατηγός, έντρομος, διέταξε να αφεθεί ελεύθερο το αλλόκοτο αυτό πλάσμα.

Βλέπουμε, λοιπόν, μέχρι ποιο σημείο η παράδοση του Διόνυσου και της ιερής ακολουθίας του (Σάτυροι, Σειληνοί, Πρίαποι) παραμένει ζωντανή, και με τη βοήθεια της τέχνης και της ποίησης, που εμπνέουν τα πλάσματα αυτά των αγροτικών δεισιδαιμονιών, προσωποποιούνται όλα τα πάθη και τα λάγνα ένστικτα του πρωτόγονου ανθρώπου. Από την άποψη αυτή, ως δαίμονες της διαφθοράς και της ασέλγειας, οι Σάτυροι δεν πέθαναν μαζί με την ειδωλολατρία, αλλά, ελαφρώς παραλλαγμένοι, εξανθρωπίζονται σιγά – σιγά. Έτσι, δεν είναι πλέον τα άσχημα και αποκρουστικά, όπως τα γνωρίζουμε, πλάσματα. Από ζωώδεις δαίμονες γίνονται άνθρωποι, ή σχεδόν άνθρωποι. Και τελείται μέσα τους η διεργασία της μεταμόρφωσης των ειδών. Η φυσιογνωμία τους φωτίζεται με ακτίνες ευφυΐας και χάρης. Το σώμα τους είναι σώμα άντρα, στο άνθος της ηλικίας του και, από τον ζωικό τους κόσμο, κρατούν μόνο τα μακριά αυτιά και τα κοντά κέρατα. Δεν είναι πλέον γέροντες, αλλά χαριτωμένοι νεανίες. Οι αγαπημένες τους ενασχολήσεις είναι αυτές, που είχαν και πρώτα, μέσα στα δάση, μόνο που τώρα είναι ευγενικότερες.

Η ιερή ακολουθία του Διόνυσου, οι Σάτυροί του (σύντροφοι του Βάκχου), μας φέρνουν, ύστερα από αιώνες, στον περιοδεύοντα θίασο των Μάηδων. Έτσι, μέσα απ’ αυτή τη συνάντηση, βλέπουμε αξιοσημείωτες σατυρικές αναλογίες των Μάηδων, με τους σάτυρους του Διόνυσου. Στο Διόνυσο, η μόνη σκέψη του κάθε Σάτυρου είναι να χορεύει και να πηδάει, να πίνει και να μεθάει. Η πλέον έντιμη ενασχόλησή του είναι η μουσική. Στους Μάηδες, οι Ζεϊμπέκηδες (άτακτοι στρατιώτες της παλιάς Τουρκίας, όπως αναφέρει ο λεξικογράφος), που, κατά τον Ηλία Βενέζη, είναι πλάσματα αγαθά, χορεύουν ζεϊμπέκικο, με λάγνα ένστικτα και με καταπληκτική ευκινησία. Οι Ζεϊμπέκηδες είναι άνθρωποι θαρραλέοι, ενθουσιώδεις, ανοιχτόκαρδοι και λεβέντες και, χορεύοντας, ξυπνούνε τους προγόνους, κι ελαφρώνουν την κουρασμένη καρδιά τους. Κι έτσι όπως χορεύουν το ζεϊμπέκικο, με κρυφή λαχτάρα, δείχνουν να μας λένε: Τις έγνοιες τις πικρές έξω απ’ το νου σας βγάλτες τες, και φούρνος μην καπνίσει! Φάτε και πιείτε, κοιμηθείτε κι αγκαλιάστε, να η ζωή του ανθρώπου! Παραδοθείτε σαν κι εμάς στον ζεϊμπέκικο χορό, γίνετε κι εσείς ζεμπέκια!

Οι Σειληνοί, άλλοι κι αυτοί ακόλουθοι του Βάκχου, ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια των Σατύρων. Οι δύο κατηγορίες αυτών των δαιμόνων είναι αξιοπερίεργες. Οι Σειληνοί δεν έχουν ούτε την ίδια προέλευση ούτε τον ίδιο δαιμονικό χαρακτήρα με τους Σάτυρους. Ενώ οι Σάτυροι είναι πλάσματα θαυμαστά των βουνών, και στοιχειώδη πνεύματα των δάσων, οι Σειληνοί ανήκουν στις θρησκευτικές παραδόσεις της Μακεδονίας, διότι οι Μακεδόνες ανήκουν στην ίδια φυλή, που ανήκουν και οι Φρύγες.

Στο Διόνυσο, οι Σειληνοί ήταν άρρενες δαίμονες των πηγών και των ποταμών. Ο βασιλιάς Μίδας είχε συλλάβει έναν Σειληνό, σε κάποια πηγή, να ρίχνει κρασί στο νερό, που εκείνος έπινε. Στους Μάηδες, τα διαβολάκια φορούν μαύρα ρούχα, έχουν ουρά και κέρατα, και, συνεχώς, προσπαθούν, με πειράγματα και κοροϊδίες, να ξεγελάσουν και να εμποδίσουν το έργο των Μάηδων. Και, πολλές φορές, μπερδεύονται στα πόδια των θεατών που, παρακολουθώντας τους, τους εξάπτουν τη φαντασία.

Οσο για τον Πρίαπο, θα έλεγε κανείς ότι η λατρεία του θεού αυτού εντοπίζεται στις ακτές του Ελλησπόντου και της Προποντίδας. Μετά, μεταδίδεται στη Θάσο και στη Λέσβο, και θεωρείται ως ένα απλό επώνυμο του Διόνυσου.

Στο Διόνυσο, λοιπόν, ο Πρίαπος εκφράζει την παραγωγική ενέργεια της φύσης, προσθέτοντας και την ιδέα της ερωτικής αναπαραγωγής. Είναι, επομένως συγγενής του Έρωτα, με την φυσική του έννοια, που εξασφαλίζει τη διαιώνιση των ειδών. Ο Πρίαπος προσωποποιεί την γονιμοποιό δύναμη της φυτικής και ζωικής φύσης, κι έχει βασίλειό του τα υγρά εδάφη, όπου αυξάνεται η πλούσια βλάστηση, και μεγαλώνουν τα δέντρα, τα λουλούδια και τα φυτά. Στους Μάηδες, στεφανωμένος με λουλούδια στο κεφάλι και στολισμένος με καρπούς, στο άσπρο του μακρύ πουκάμισο, ο Μάης συμβολίζει την ευκαρπία. Στο χέρι, κρατώντας ένα ραβδί, που εικονίζει λουλούδια και καρπούς, το υψώνει πάνω κάτω, σαν όργανο ευγονίας και αναπαραγωγής, συμβολίζοντας έτσι τη γονιμοποιό δύναμη της φύσης, ανεξάντλητης σε δημιουργία και μεταμορφώσεις, και η οποία, από τον αφανισμό των πλασμάτων της, κάνει να αναγεννιέται η ζωή νέων πλασμάτων, διαρκώς.

Ο Αρκουδιάρης και η Αρκούδα που χορεύει και, συχνά, μπουσουλάει και σέρνεται στη γη, προκαλώντας γέλιο και στιγμές χαλάρωσης και ψυχαγωγίας, μας θυμίζει το χαρακτήρα του Σειληνού, που υποδηλώνεται επίσης με ένα συμβολικό ζώο, που τον συνοδεύει, τον όνο. Στην Ελλάδα, ο όνος είναι ζώο γελοίο, και οι άνθρωποι αρέσκονται να διασκεδάζουν σε βάρος του. Συχνά, το χτυπούν, το πετροβολούν, το σπιρουνίζουν, το μιμούνται, το προγκούν και το καγχάζουν. Κι αυτό το καημένο πεισματώνει (και ματώνει). Τρώει σχεδόν το ξύλο της αρκούδας. Στην Ασία, όμως, δεν συμβαίνει το ίδιο. Ο ευκίνητος και ευφυής ασιατικός όνος είναι ζώο ευγενές, κι αποδίδουν σ’ αυτό ιερό χαρακτήρα.

Τηρουμένων των αναλογιών, λοιπόν, οι Μάηδες πλησιάζουν τους φαιδρούς θεατρικούς τύπους όλης της συνοδείας του Διόνυσου. Και θυμίζουν, επίσης, το ατελλανό δράμα: Μία πρωτόγονη φαρσοκωμωδία. Έχουμε, σε πολλά σημεία, ένα αυτοσχέδιο έθιμο του είδους αυτού, που χαρακτηρίζεται από χοντροειδείς αστειότητες. Μας το παρουσιάζουν άτομα, που δεν είναι επαγγελματίες ηθοποιοί, και οι βασικοί τύποι τους οποίους μιμούνται, εξακολουθούν να μας διασκεδάζουν, γιατί, σε μεγάλο βαθμό, συγχωνεύτηκαν με τη μιμική τέχνη κι ένα είδος παντομίμας.

Ολα τα παιδικά μου χρόνια, κι οι αναμνήσεις μου συνδέονται με το έθιμο των Μάηδων της Μακρινίτσας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά, κάθε φορά που επαναλαμβάνεται, εξομολογούμαι την αγάπη μου γι αυτό. Γεμάτο από χορό και τραγούδια, ένα έθιμο όπου νέοι, γέροι και παιδιά, κάθε φορά που έρχονται οι Μάηδες, ξεθηκαρώνουν, και τα φρένα τους σαλεύουν. Κι απ’ όλους τους παλιούς θεούς-προγόνους, προβάλει εμπρός μας ο Διόνυσος, θεός μπροστάρης. Χίλια καλώς μας έρχονται, λοιπόν, οι Μάηδες, για να μας δώσουν την πολλή (και την καλή) χαρά. Χιμάει το κορμί σε τούτο το ξεφάντωμα, και ξαλαφρώνει η ψυχή. Κι εδώ, συμφέρει η συμπόνευση και της φιλίας το δίχτυ.

#Tags

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου