ΤΟΠΙΚΑ

«Κόκκινα φανάρια» στον Βόλο με όρους… πολεοδομίας

κόκκινα-φανάρια-στον-βόλο-με-όρους-743306

Είναι η πορνεία νόμιμο επάγγελμα, με δικαιώματα ελεύθερης επιλογής και πρόσβασης στο αστικό περιβάλλον; Θα έπρεπε η χωρική βάση της να περιλαμβάνεται στις θεσμοθετημένες χρήσεις γης στον αστικό ιστό; Επιδρά θετικά και σε άλλες χρήσεις που συνολικά θα προσθέτουν στην ανταγωνιστικότητα μιας πόλης; Θα μπορούσαν τέτοιες ζώνες να είναι αισθητικά και ηθικά αποδεκτές; Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν χωρίς «αρνητικές συνεπαγωγές» όπως η εγκληματικότητα, η εμπορία ναρκωτικών; Πόσο και πώς η παράδοση, η θρησκεία διαμορφώνουν τις κοινές αντιλήψεις τις περιοχές με τα «κόκκινα φανάρια»;

Ρεπορτάζ: ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ

«Σκιώδεις» διαστάσεις της βιομηχανίας του σεξ στον αστικό ιστό επιχείρησε να φωτίσει διδακτορική που παρουσιάστηκε στο 5ο Πανελλήνιο Συνέδριο Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, από τον τοπογράφο μηχανικό, υποψήφιο διδάκτορα και διευθυντή Κοιμητηρίων του Δήμου Βόλου, κ. Γιάννη Πολυμενίδη και τον δικηγόρο και υποψήφιο διδάκτορα Νίκο Μόσχο υπό την επίβλεψη του καθηγητή του τμήματος Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Κωνσταντίνο Λαλένη.

Μελετήθηκε η περίπτωση του Δήμου Βόλου για τη χωροθέτηση των οίκων ανοχής και επιχειρήθηκε να αναδειχθούν τα διλήμματα και οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο σχεδιασμός, σε περιπτώσεις που αστικές λειτουργίες, αν και ιστορικά προϋφιστάμενες, είναι για πολύ καιρό στο λυκόφως της νομιμότητας, και σχεδόν πάντοτε σε δημόσια αποδοκιμασία.

Στη διδακτορική με θέμα «Τα «Κόκκινα Φανάρια». Ζητήματα πολεοδομικού σχεδιασμού και θεσμικού πλαισίου στις ζώνες αγοραίου έρωτα: οίκοι ανοχής στον Δήμο Βόλου» αναλύονται το θεσμικό πλαίσιο, οι πολιτικές, αλλά και οι επιπτώσεις απουσίας του χωρικού σχεδιασμού, που σχετίζονται με τις λειτουργίες των περιοχών αγοραίου έρωτα.

«Κόκκινα φανάρια» στο κέντρο του Βόλου

Στον Δήμο Βόλου προβλέπονται 11 άδειες λειτουργίας οίκων ανοχής, από τους οποίους λειτουργούν 9 στο κέντρο της πόλης, κι από τους οποίους όμως, κανένας δεν εκπληρώνει τις προϋποθέσεις των αποστάσεων του ν.2734/99.

Ο αριθμός των 11 αδειών είχε εγκριθεί με αποφάσεις δημοτικού συμβουλίου του πρώην Δήμου Βόλου. Παράλληλα εγκρίθηκε η υφιστάμενη έως και σήμερα χωροθέτηση των οίκων ανοχής, με την αιτιολογία «οίκοι ανοχής που υπάρχουν στο απαγορευμένο τμήμα της πόλης, θα εξακολουθούν να λειτουργούν γιατί προϋπήρχαν. Η απόφαση φαίνεται να έχει λάβει μεν υπόψη προηγούμενη απαγορευτική κανονιστική απόφαση όχι όμως και τις ρητές απαγορευτικές χωροτακτικές διατάξεις του Νόμου, εναρμονιζόμενη όμως παρ’ όλα αυτά με σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Αναταραχή το 2012…

Το 2012 η Διεύθυνση Υγείας της Περιφέρειας Θεσσαλίας έθεσε επιτακτικά θέμα λειτουργίας των «κόκκινων φαναριών» στον Καλλικρατικό πλέον Δήμο Βόλου, ενώ έθετε με σαφήνεια ότι «η συνεχιζόμενη λειτουργία των οικημάτων του θέματος στον Βόλο, δεν πληροί πλέον τις προδιαγραφές της νομοθεσίας».

Ο Δήμος Βόλου ξεκίνησε διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς και με τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, προκειμένου να αναζητήσει τα προσφορότερα σημεία για την χωροθέτηση των λειτουργιών των οίκων ανοχής.

Οι ενδιαφερόμενοι φυσικά αντέδρασαν στο ενδεχόμενο μετακίνησης τους από το κέντρο της πόλης. Οι αντιρρήσεις τους στη νέα χωροθέτηση εστιάζονταν σε μια σειρά λόγων: γκετοποίηση, οικονομικός μαρασμός, ανάπτυξη παραπορνείας… Υποστήριζαν ακόμη ότι η μετακίνηση θα είναι ανασταλτικός παράγοντας αφού η χωροθέτηση σε απομονωμένη περιοχή θα καθιστά αναγνωρίσιμο τον πελάτη.

Απόφαση «έξωσης» το 2013

Ο Δήμος Βόλου τον Μάρτιο του 2013 με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Βόλου καθόρισε τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση αδειών εγκατάστασης και χρήσης «οικημάτων εκδιδομένων επ’ αμοιβή προσώπων».

Η απόφαση προέβλεπε τη χωροθέτηση των 11 οίκων ανοχής στην ευρύτερη περιοχή του πολεοδομικού συγκροτήματος με τις εξής προϋποθέσεις:

-Να μην επιτρέπεται η εγκατάσταση και χρήση οικημάτων εκδιδομένων επ’ αμοιβή προσώπων σε περιοχές εντός εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων, είτε ορίων οικισμών προ του 1923, είτε ορίων οικισμών κάτω των 2000 κατοίκων, στα οποία επιτρέπεται η χρήση κατοικία

-Να επιτρέπεται η εγκατάσταση και χρήση οικημάτων εκδιδομένων επ’ αμοιβή προσώπων και σε περιοχές εντός Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.), οιασδήποτε κατηγορίας.

-Να μην επιτρέπεται η έκδοση αδειών εγκατάστασης και χρήσης παρόμοιων οικημάτων σε οικοδομές ή κτίρια, τα οποία έχουν πρόσοψη (είσοδο) στην Περιφερειακή Οδό, στην Εθνική Οδό Βόλου – Λαρίσης, στην Εθνική Οδό Βόλου – Αθηνών, στην Εθνική Οδό Βόλου – Μηλεών και στην Εθνική Οδό Βόλου – Χανίων.

Προτεινόταν μάλιστα μεταβατικό χρονικό διάστημα οκτώ μηνών πριν την… έξωση των «κόκκινων φαναριών».

Το θέμα εξακολουθεί να εκκρεμεί στο ΣτΕ

Πέντε χρόνια μετά το θέμα με τους οίκους ανοχής στο κέντρο του Βόλου, εξακολουθεί να εκκρεμεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Μετά από αλλεπάλληλες προσφυγές των εκδιδομένων στην Αποκεντρωμένη Διοίκησης Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδος, κατά αντίστοιχων αποφάσεων του δημοτικού συμβουλίου, ακυρώσεις και έκδοση νέων με το ίδιο περιεχόμενο, η Επιτροπή του αρ. 152 δικαίωσε το Δήμο Βόλου, για να φτάσει τελικά το θέμα στο Συμβούλιο της Επικρατείας όπου και εκκρεμεί.

Οι οίκοι ανοχής ως «αστική λειτουργία»

Ρηξικέλευθη είναι η πρόταση που καταθέτουν οι τρεις επιστήμονες: «Η σύγχρονη πολεοδομία θα πρέπει να αντιμετωπίσει τους οίκους ανοχής ως μια χρήση, η οποία εκτός από την κοινωνική της φύση, αποτελεί μια «αστική» λειτουργία, που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί όπως όλες οι άλλες «αστικές» χρήσεις».

«Το πρόβλημα της λειτουργίας, χωροθέτησης των οίκων ανοχής, δεν είναι μονόπλευρο, είναι κοινωνικό, νομικό, πολεοδομικό. Εκτός των άλλων επηρεάζει άμεσα τον χώρο, την εικόνα μιας περιοχής, ακόμη και μιας ολόκληρης πόλης. Βασικός παράγοντας είναι η βούληση της πολιτείας, της κοινωνίας, σχετικά με την διατήρηση αυτής της χρήσης – ιδιότητα – επάγγελμα και με τους όρους λειτουργίας τους. Για να συγκροτηθεί αυτή η βούληση – άποψη, αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο η ευρεία συζήτηση, χωρίς ταμπού, φοβίες και προκαταλήψεις, η διαβούλευση, επιστημονική ανάλυση», επισημαίνουν οι κ.κ. Πολυμενίδης και Μόσχος, τονίζοντας την ανάγκη ρεαλιστικότερης αντιμετώπισης των όρων λειτουργίας τους.

Όπως υπογραμμίζουν το ισχύον νομικό καθεστώς, λόγω της υποκριτικής αυστηρότητας που έχει οδηγήσει στην αδυναμία εφαρμογής των διατάξεων του, έχει θέσει την πορνεία σε ένα καθεστώς που ταλαντεύεται μεταξύ της «ημιπαρανομίας» και της «ημινομιμότητας». «Το ίδιο το θεσμικό πλαίσιο, έχει προκαλέσει την ανεξέλεγκτη και παράνομη λειτουργία τους. Σε περίπτωση που κριθεί ότι η δραστηριότητα αυτή θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται σε οργανωμένους χώρους, τότε η χωροθέτηση αυτών θα πρέπει να γίνεται χωρίς προκαταλήψεις και συντηρητισμό και φυσικά χωρίς διάθεση γκετοποίησης και αποκλεισμού βασισμένη σε σύγχρονες πολεοδομικές αρχές, μετά από εκτεταμένη διαβούλευση, συμμετοχικές διαδικασίες που θα επιφέρουν την αναγκαία κοινωνική αποδοχή. Λύση σε αυτό θα μπορούσε να αποτελέσουν συνοδευτικές αναπλάσεις περιοχών με παροχή κινήτρων», καταλήγουν.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου