ΤΟΠΙΚΑ

Στόχος το εσωτερικό ακροατήριο του Ερντογάν

στόχος-το-εσωτερικό-ακροατήριο-του-ερ-202467

Δύο νέοι επιστήμονες διεθνών σπουδών, αναλύουν στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ την επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στην Ελλάδα

Η επίσκεψη Τούρκου Προέδρου στην Ελλάδα μετά από 65 χρόνια, δίχασε τον πολιτικό κόσμο στο εσωτερικό της χώρας και ταυτόχρονα προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Η επίσκεψη χαρακτηρίστηκε ιστορική από την κυβέρνηση και αποτιμήθηκε θετικά, καθώς εκτιμάται ότι θα παίξει σημαντικό ρόλο στο άνοιγμα ενός νέου κεφαλαίου στις σχέσεις των δύο χωρών. Την ίδια όμως ώρα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης μίλησαν για μία επίσκεψη από την οποία η Ελλάδα δεν κέρδισε τίποτα ουσιαστικό, αντιθέτως μάλιστα, δόθηκε το βήμα και μάλιστα επί ελληνικού εδάφους στον Τούρκο Πρόεδρο να διατυπώσει τις μονομερείς αξιώσεις της χώρας του.

Ρεπορτάζ: ΕΛΕΝΗ ΧΑΝΟΥ

Την παρουσία του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επί 32 ώρες σε ελληνικά εδάφη και τη σημασία της, παρακολούθησαν δύο Βολιώτες διεθνολόγοι. Η Νάντια Σαμαρά, ιστορικός – πολιτική επιστήμων με σπουδές στην οθωμανική ιστορία και εξειδίκευση στον εθνικισμό της Κωνσταντινούπολης, αλλά και με σπουδές πολιτικής επιστήμης και κοινωνιολογίας στο Καποδιστριακό, και ο Αντώνης Σκοτινιώτης, διδάκτωρ Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, αναλύουν μέσα από τη δική τους ματιά την επίσκεψη Ερντογάν, μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ.

Μία επίσκεψη που σύμφωνα με τους δύο Βολιώτες επιστήμονες, αποτέλεσε ουσιαστικά κίνηση για το εσωτερικό ακροατήριο του Ταγίπ Ερντογάν, που άφησε ανοιχτά όλα τα ζητήματα που διέπουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

«Ηρθε σαν σύγχρονος σουλτάνος»

Σύμφωνα με τη Νάντια Σαμαρά, «η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα, δεν είναι ένα ξεχωριστό γεγονός. Ναι μεν, είναι η πρώτη επίσκεψη Τούρκου Προέδρου μετά από 65 χρόνια στη χώρα μας, ο ίδιος όμως έχει επισκεφθεί ξανά την Ελλάδα τόσο ως δήμαρχος όσο και ως πρωθυπουργός. Αν μιλούσαμε για την επίσκεψη ενός άλλου προσώπου υπό φυσιολογικές συνθήκες, κι όχι ενός σουλτάνου, δεν θα γινόταν τόσος λόγος γύρω από το γεγονός».

«Δεν μπορώ να καταλάβω ούτε τον λόγο ούτε τον στόχο της επίσκεψης Ερντογάν στην Ελλάδα. Βεβαίως κανείς δεν ξέρει, ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις τις διαδικασίες που υπάρχουν στο παρασκήνιο. Για μένα πάντως ο Ερντογάν έπαιξε το παιχνίδι του και το έπαιξε σωστά, απευθυνόμενος στο εσωτερικό ακροατήριο της χώρας του. Η στάση του σώματός του, ο τρόπος που καθόταν, που συμπεριφερόταν, που μιλούσε, παρέπεμπαν σε έναν σύγχρονο σουλτάνο. Και αυτή η στάση, η συμπεριφορά, οι πρακτικές και οι τακτικές του σουλτάνου, του προσέφεραν πολιτικό κέρδος στο εσωτερικό της χώρας του. Κέρδισε τις εντυπώσεις των συντηρητικών, όχι επί της ουσίας. Η Τουρκία έως και πριν από 10 χρόνια είχε δημοκρατική προσέγγιση και πορεία. Πλέον όχι. Και δεν έχει ούτε καν «ματιά» στη Δύση», εξηγεί στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ, η Νάντια Σαμαρά.

Η ίδια δεν βλέπει καμία προστιθέμενη αξία στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. «Δεν έγινε κανένα βήμα προς τα μπρος. Ο Τούρκος Πρόεδρος έθεσε ζήτημα με τη συνθήκη της Λωζάννης και τη μειονότητα στη Θράκη. Δεν είναι η πρώτη φορά που διατυπώνει τις θέσεις του. Δεν είναι καινούριες. Το έχει κάνει και στο παρελθόν. Το ζητούμενο είναι η στάση της Ελλάδας. Από τη στιγμή που γίνεται αναφορά στο θέμα, το ερώτημα θα έπρεπε να είναι «τι έχει κάνει η Ελλάδα και τι η Τουρκία, όσον αφορά τις μειονότητες της Θράκης». Η χώρα μας έχει σεβαστεί και εφαρμόζει στο ακέραιο τη Συνθήκη της Λωζάννης, εν αντιθέσει με την Τουρκία. Στη Θράκη, η μουσουλμανική μειονότητα δεν είναι ενωμένη. Υπάρχουν πολίτες που έχουν ενταχθεί πλήρως στο ελληνικό κράτος, άλλοι που τηρούν τη μουσουλμανική παράδοση. Και από αυτούς άλλοι υποστηρίζουν την εκλογή Μουφτή άλλοι όχι».

«Στόχος το εσωτερικό του ακροατήριο»

Διπλή «ανάγνωση» στην επίσκεψη Ερντογάν, επιχειρεί ο διδάκτωρ Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Αντώνης Σκοτινιώτης, μιλώντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ.

«Παρά την αρνητική συγκυρία στις παραδοσιακές σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση και ιδιαίτερα με την ΕΕ, η επίσκεψη Ερντογάν καλώς πραγματοποιήθηκε. Αφενός, διότι Ελλάδα και Τουρκία οφείλουν να αναζητούν συνεχώς διαύλους επικοινωνίας και συνεννόησης, τα δεδομένα δε στα οποία στηρίχθηκαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις τα τελευταία χρόνια έχουν σε μεγάλο βαθμό αλλάξει και χρειάζεται επανεκκίνηση, με βάση ένα νέο σχεδιασμό. Και αφετέρου, διότι η επίσκεψη σε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ (και μάλιστα αυτό που αποτελεί τον πιο θερμό υποστηρικτή της συνέχισης της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας) θα έδινε την ευκαιρία στον Τούρκο Πρόεδρο να απευθύνει μήνυμα συνεργασίας και –μερικής έστω- επαναπροσέγγισης με την ΕΕ», αναφέρει ο Αντώνης Σκοτινιώτης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «δυστυχώς, ο Πρόεδρος Ερντογάν επέλεξε να ακολουθήσει διαφορετικό δρόμο, χάνοντας την ευκαιρία που του δόθηκε. Χαρακτηριστικά, στις δημόσιες τοποθετήσεις του αναφέρθηκε στις ευρωτουρκικές σχέσεις μόλις μία φορά και αυτή για να καταγγείλει την ΕΕ για τα λιγότερα χρήματα που έδωσε στη χώρα του, σε σχέση με αυτά που προβλέπει η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το Προσφυγικό. Επέλεξε, μάλιστα, να θέσει ζητήματα όπως η αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης και (κατ’ επέκταση) η αλλαγή συνόρων, γεγονός που τον απομάκρυνε ακόμη περισσότερο από την ΕΕ (και τη Δύση γενικότερα). Κρίνοντας και από τις δημόσιες τοποθετήσεις των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Γερμανίας, που ήταν υποστηρικτικές των ελληνικών θέσεων, είναι φανερό πως η επιλογή της όξυνσης δεν ευνόησε τον Τούρκο πρόεδρο.

Παράλληλα, ο Πρόεδρος Ερντογάν επέλεξε να ανοίξει ζήτημα Θράκης, επιδιώκοντας να εμφανιστεί ως προστάτης των δικαιωμάτων της μουσουλμανικής μειονότητας. Ωστόσο, με δεδομένες τις επιδόσεις της Τουρκίας στα ζητήματα δημοκρατίας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προστασίας των μειονοτήτων, ο Τούρκος Πρόεδρος δεν μπορεί να βρει ευήκοα ώτα στη διεθνή κοινότητα. Το γεγονός δε ότι επεχείρησε να αναμειχθεί (και μάλιστα κατά τρόπο άκομψο) στα εσωτερικά ενός κράτους-μέλους της ΕΕ, οπωσδήποτε δεν βελτίωσε τη γενικότερη εικόνα του».

«Εντέλει, είναι εμφανές ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν κινήθηκε στοχεύοντας εμφανώς στο εσωτερικό του ακροατήριο, με το να προβάλλει τις γνωστές τουρκικές απόψεις και να εμφανιστεί ως υπερασπιστής των μουσουλμάνων της Θράκης. Ως προς το τελευταίο, η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τον Αμερικανό Πρόεδρο Τραμπ, εκλαμβάνεται από τον Τούρκο Πρόεδρο ως ευκαιρία να διεκδικήσει ρόλο ηγέτη του σουνιτικού μουσουλμανικού κόσμου. Ως εκ τούτου, το να εμφανίζεται ως προστάτης των μουσουλμάνων της Θράκης, συνδέεται με μια ευρύτερη προσπάθεια, που φαίνεται πως θα κλιμακωθεί το επόμενο διάστημα, να εμφανιστεί σε ρόλο ηγέτη των σουνιτών μουσουλμάνων. Το ίδιο άλλωστε επεχείρησε (ανεπιτυχώς) να πράξει μετά το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης.

Σε κάθε περίπτωση, στα θετικά της επίσκεψης θα πρέπει να καταγραφούν (μετά και τις ορθές παρεμβάσεις της ελληνικής πλευράς) η μετριοπαθής ρητορική του τόσο κατά τις επίσημες δηλώσεις στο Μέγαρο Μαξίμου (δήλωσε χαρακτηριστικά η Τουρκία ότι δεν έχει εδαφικές φιλοδοξίες εναντίον γειτονικών κρατών), όσο και στη Θράκη όπου χαρακτήρισε τους μουσουλμάνους Έλληνες πολίτες, που δεν έχουν να φοβούνται τίποτα ζώντας σε μια ισχυρή χώρα που μπορεί να βρει λύσεις στα προβλήματά της. Η δε αναφορά του στον ρόλο της μειονότητας ως «γέφυρας φιλίας» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, πρέπει να αποτελέσει τον οδηγό για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Σκοτινιώτης.

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου