Γρηγόρης Καρταπάνης:Αναμνήσεις της θητείας – 32 χρόνια πριν

γρηγόρης-καρταπάνηςαναμνήσεις-της-θ-137904

«Ο ΠΙΓΚΟΥΙΝΟΣ»

Αν κι έχουν περάσει τριάντα και πλέον χρόνια από την διάρκειας 26 μηνών θητεία μου στο Πολεμικό Ναυτικό, υπάρχουν κάποιες ξεχωριστές στιγμές, ορισμένα ιδιαίτερα γεγονότα ή άλλες αξιοσημείωτες καταστάσεις, αξεθώριαστες στη θύμηση. Το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν εκπορεύεται από την μοναδικότητα τους – ή και την επικινδυνότητα, ενίοτε- γι’ αυτό και αποφεύγουν τη λήθη, όντας βαθειά χαραγμένες στις εγγραφές του εγκεφάλου.

Ας μην παραξενεύει τον αναγνώστη ο τίτλος της παρούσας θητειακής αφήγησης. Δεν υφίσταται πρόθεση ορνιθολογικής αναφοράς ή άλλης επισήμανσης σχετικής με την πανίδα της Ανταρκτικής. Πρόκειται για μια αμιγώς ιστορία της θητείας στην οποία «πρωταγωνιστής» υπήρξε ένας πύραυλος «Πένγκουιν» (Πιγκουίνος) που η ονομασία του προκύπτει από το σχήμα του περιβλήματός του, μιας και θυμίζει την κοψιά του συμπαθούς μη… πετούμενου πτηνού των πάγων. Ας δοθεί εξαρχής η εξήγηση.

ΝΕΑ ΟΠΛΑ

Στο Ναύσταθμο της Αμφιάλης – παράρτημα του αντικρινού της Σαλαμίνας στην περιοχή Σκαραμαγκά – εκτός από τις άλλες διάφορες υπηρεσίες εδρεύει και η Διοίκηση Ταχέων Σκαφών (Δ.Τ.Σ), στην οποία υπάγονται όλα τα ταχύπλοα πλοία του στόλου (τορπιλάκατοι, πυραυλάκατοι, ταχέα περιπολικά κ.α) που ελλιμενίζονταν στις εκεί λιμενικές εγκαταστάσεις.

Εκείνη εκείνη την εποχή, αρχή έως μέσα περίπου της δεκαετίας του ’80 (1982-1984) ήταν ήδη ενταγμένες, από μια πενταετία νωρίτερα και δώθε, στη Δ.Τ.Σ , πλάι στις παλαιού τύπου τορπιλακάτους Jaguar και Nasty και οι σύγχρονες τορπιλοπυραυλάκατοι τύπου Combattante, δέκα τον αριθμό. Εκτός από τον υπόλοιπο, τελευταίας τεχνολογίας οπλισμό, έφεραν και κατευθυνόμενα βλήματα (πυραύλους). Άλλες τέσσερις πυραύλους τύπου Exoset και άλλες έξη τύπου Penguin, όλα συστήματα επιφανείας-επιφανείας. Τα σκάφη αυτά αποτελούσαν, μαζί με τις δύο τότε φρεγάτες > και > τις πλέον σύγχρονες μονάδες κρούσης του στόλου και είχαν δοθεί ονόματα ηρώων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Λάσκος, Μπλέσσας, Τρουπάκης κ.α). Πλαγιοδετημένες στις αποβάθρες της Αμφιάλης επεσήμαιναν με τον πλέον πειστικό τρόπο ότι επρόκειτο για υπερσύγχρονες πολεμικές μονάδες υψηλής επιχειρηματικότητας και … φονικότητας. Και παρα τρίχα να διαπιστωθεί αυτό έμπρακτα και … εν όρμω, με απρόβλεπτες συνέπειες!

ΕΞΟΔΟΥ ΕΞ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

Ήταν ανήμερα του Αγ. Γρηγορίου και ως εορταζόμενος, δικαιούμουνα εκείνη τη μέρα εξόδου, εξ αναφοράς. Βεβαίως επιχείρησα από την παραμονή να εξασφαλίσω το προνόμιο αλλά είχα πέσει κατά το σύνηθες, πάνω στην αδικαιολόγητη αδιαλλαξία του οπλονόμου που μόνιμα έφερνε αντίρρηση σε ανάλογα αιτήματα. Επρόκειτο για ένα εξαιρετικά ευθυνόφοβο άτομο δίχως προσωπικότητα και θάρρος – η επιτομή του τυπολάτρη και μειωμένης αντίληψης χαμηλόβαθμου στρατιωτικού- που έκανε τον απρόσιτο στους κατώτερους του, ιδιαίτερα στους ναύτες, και έτρεμε μπροστά σε κάθε ανώτερό του.

Με το πρόσχημα της «ελλειπούς δυνάμεως» της υπηρεσίας μας (Τμήμα Υφάλων Όπλων) πάντοτε αντιδρούσε σε αιτήματα εξόδου εξ αναφοράς, εκφράζοντας μια στείρα άρνηση, ακόμη κι όταν ήταν προφανές ότι τα άτομα επαρκούσαν για την κάλυψη των αναγκών της βάρδιας. Καμιά διάθεση για διευκόλυνση που όταν του εξηγούσαμε ότι υπάρχει επαρκής δύναμη, εκείνος επαναλάμβανε ξερά, λες και του είχαν βάλει κασέτα: «Δεν φτάνουν τα άτομα, δεν φτάνουν τα άτομα»!

Έτσι κι εγώ πάλι βρήκα τοίχο μπροστά μου ακούγοντας την γνωστή «επωδό» περί ανεπάρκειας προσωπικού, παρά τις εξηγήσεις που του έδινα. Και για ν’ αποφύγει την επιμονή μου, επειδή δεν είχε το κουράγιο ούτε να με αποπέμψει παίρνοντας οριστική, αρνητική απόφαση – κάτι που μπορούσε ως υπεύθυνος της Γενικής Επιστασίας να κάνει – με παρέπεμψε στον Τμηματάρχη, τον αντιπλοίαρχο διοικητή του Τμήματος Υφάλων Όπλων. Τα πράγματα δεν ήταν εύκολα μιας και η ακρόαση Τμηματάρχου παρουσίαζε εμπόδια, καθώς δεχόταν τους ναύτες με εξαιρετική φειδώ και μόνο για σοβαρές περιπτώσεις. Έδειχνε σχετικά απρόσιτος, αλλά και με το δίκιο του αφού είχε την ευθύνη μιας σοβαρής υπηρεσίας και δεν μπορούσε να ασχολείται με τις εξόδους των ναυτών. Γι’ αυτά ήταν υπεύθυνη η Γενική Επιστασία και ειδικότερα ο οπλονόμος, που δυστυχώς αποδεικνύονταν ανεπαρκής. Όμως εκείνη τη μέρα ο Τμηματάρχης είχε αναχωρήσει νωρίς και ο εορταζόμενος απώλεσε τη δυνατότητα να καταθέσει, έστω, το δίκαιο αίτημα του!

ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ

Έπιασα θέση , έξω από το γραφείο του Τμηματάρχη λίγο πριν από τις 12 το μεσημέρι, οπότε και δέχονταν αναφορές, αν υπήρχαν. Η ζημιά είχε γίνει γιατί ήδη κόντευε μεσημέρι, και ήμουν ακόμη μέσα, εορταζόμενος άνθρωπος. Ήθελα όμως να φύγω, έστω και με το κέρδος μισής μέρας, δέσμιος εκείνης της περίεργης επιμονής στο στρατό που σε κάνει να διεκδικείς, περισσότερο ως αντίδραση στους περιορισμούς, ακόμη και τα ελάχιστα οφέλη. Ή κι από αντιπαλότητα στους αδικαιολόγητους ισχυρισμούς και τις απαράδεκτες εμμονές του οπλονόμου.

Στην αναμονή λοιπόν, όσο γίνονταν πιο «ευπρεπώς ενδεδυμένος» με τον πηλίσκο ανά χείρας, ώστε να μην εισέλθω ασκεπής, αφού έπρεπε να δοθεί και η σχετική χαιρετούρα. Η παράταση του χρόνου αναμονής, άρχισε διογκώνεται δυσανάλογα, σε σχέση με την πραγματική διάρκεια της, από την αίσθηση της αδιαφορίας από τους ανωτέρους που δεν κόπτονται και πολύ να σ’ εξυπηρετήσουν ενώ εσύ καίγεσαι. Κι ακόμη αισθάνεσαι πιο μειονεκτικά με την εσκεμμένη μείωση της προσωπικότητας, όταν άκομψα και προκλητικά σου επισημαίνουν πόσο ασήμαντος είσαι. Να παρακαλάς τον κάθε περίεργο βαθμοφόρο για τ’ αυτονόητα και να εισπράττεις γελοίες δικαιολογίες.

Πάντως υπήρχε συγκρατημένη αισιοδοξία γιατί επικρατούσε η άποψη ότι ο Τμηματάρχης σαν αξιωματικός καριέρας δεν διέθετε την στενοκεφαλιά των «πιλαφιών» (δηλαδή των αξιωματικών που προέρχονται από υπαξιωματικοί) και συνήθως αποφαίνονταν θετικά σε αιτήματα ναυτοδιότων. Προσωπική εμπειρία δεν είχα γιατί απέφευγα τέτοιου είδους προσεγγίσεις, αν και μετρούσα ήδη 16 μήνες θητείας. Αλλά σε όλα υπάρχει η πρώτη φορά, … ή μπορεί και να μην υπάρξει…

ΠΑΡ’ ΟΛΙΓΟΝ ΒΟΛΗ

Εκεί που περίμενα με την υπομονή μου στα όρια της ν΄ ακούσω τη βλοσυρή, κοφτή φωνή του Τμηματάρχη – έτσι μιλούσε βαριά και λακωνικά – παρά το ισχνό ανάστημά του, ακούστηκε ένας εκκωφαντικός θόρυβος, σαν έκρηξη, σαν κάτι να έσκασε αναστατώνοντας ολόκληρη την Αμφιάλη. Τα τζάμια έτριξαν απαίσια κι όσο να πεταχτούμε έξω από το κτίριο για να δούμε τι είχε συμβεί, ακούστηκε να χτυπά δαιμονισμένα το καμπανάκι, που σήμαινε ότι είχε ξεσπάσει πυρκαγιά. Ο κρότος είχε προέλθει από τις προβλήτες τορπιλοπυραυλακάτων και όπως κοιτούσαμε προς τα εκεί είδαμε σε μια από αυτές να έχει ξεσπάσει πυρκαγιά βγάζοντας πυκνούς μαύρους καπνούς που έκαναν τουλούπες προς τον ουρανό. Μέσα από τα πεύκα που παρεμβάλλονταν προσπαθούσαμε να διακρίνουμε τι είχε ακριβώς συμβεί, επιχειρώντας να προσεγγίσουμε περισσότερο αλλά με προφυλάξεις, όταν ακούστηκαν και οι σειρήνες των πυροσβεστικών οχημάτων που κατέφθαναν από τον παρακείμενο σταθμό, δίχως καθυστέρηση αυτή τη φορά, γιατί είχαν πέσει καναδυό καμπάνες για την ολιγωρία των πληρωμάτων των αυτοκινήτων, λίγες βδομάδες νωρίτερα όταν είχαν αρπάξει φωτιά κάτι σκουπίδια.

Όλοι αναρωτιόνταν τι είχε συμβεί: – Τι έγινε ρε παιδιά;

Κάποιος που ανέβαινε προς εμάς, από το σημείο του συμβάντος ανάφερε δίχως λεπτομέρειες. – Έσκασε ένας πιγκουίνος.

Όσοι είχαμε βγει από το διοικητήριο των Υφάλων Όπλων μαζί με τους εργαζομένους στα δύο συνεργεία τορπιλών, αλλά και άλλους που κατέφθαναν συνεχώς, συγκεντρωθήκαμε σε ένα σημείο – σε ασφαλή υποτίθεται απόσταση – απ’ όπου υπήρχε πλήρης θέα. Πράγματι σε μια τορπιλοπυραυλάκατο είχε εκδηλωθεί φωτιά στο κατάστρωμα των κατευθυνόμενων βλημάτων πέγκουιν κι όπως μπορέσαμε να διακρίνουμε καίγονταν προφανώς το περίβλημα του οπλικού συστήματος.

Το πλήρωμα του πλοίου μαζί με τους άνδρες των πυροσβεστικών οχημάτων προσπαθήσουν να σβήσουν τη φωτιά, ενώ κατέβρεχαν και όλο το σκάφος ώστε να μην δημιουργηθούν υψηλές θερμοκρασίες με πιθανόν ολέθρια επακόλουθα. Πολλοί περίεργοι, λες και δεν αντιλαμβάνονταν τη σοβαρότητα της κατάστασης πλησίαζαν στο σημείο του συμβάντος , λες και επρόκειτο για κάποιο ακίνδυνο αξιοθέατο, και σαν να μην έφτανε αυτό ρωτούσαν με ανικανοποίητη περιέργεια να μάθουν τι ακριβώς είχε συμβεί, πως προκλήθηκε και άλλες λεπτομέρειες δίχως να καταλαβαίνουν την επικινδυνότητα που υπήρχε αλλά και το άκαιρο της ενημέρωσης.

Οι προσπάθειες των πυροσβεστών και του πληρώματος έδειχναν ν’ αποδίδουν αποτέλεσμα, με τη φωτιά να σβήνει, να πέφτουν και οι καπνοί και να φανερώνεται ο … ξεπουπουλιασμένος «πιγκουίνος», μιας και είχε αποτεφρωθεί το πολυεστερικό περίβλημά του.

Η ανακούφιση όμως υπήρξε προσωρινή, όταν ξαφνικά ακούστηκε ένα τσάφ και από άγνωστη αιτία ξεπήδησε φωτιά από τον ηλεκτρικό πίνακα της αποβάθρας απ’ όπου ηλεκτροδοτούνταν εν όρμω το καράβι στο οποίο είχε συνέβη έκρηξη.

– Φωτιά στον ηλεκτρικό πίνακα, ακούστηκαν φωνές.

– Γρήγορα η ομοχειρία πυρόσβεσης.

Πάνω στην αναμπουμπούλα και τον πανικό κι όπως έτρεχαν ναύτες και υπαξιωματικοί με πυροσβεστήρες C02 η κόνεως, κάποιος από το πυροσβεστικό όχημα ενεργοποίησε τη μάνικα στοχεύοντας στον ηλεκτρικό πίνακα.

– Μη, τι κάνετε θα γίνουμ’ όλοι κάρβουνο, πετάχτηκε μπροστά ένας αρχικελευστής.

Αλλά το εκτοξευόμενο νερό τον τίναξε πίσω ρίχνοντας τον στη θάλασσα. Ευτυχώς δεν χτύπησε από το μουράγιο ή την κουπαστή του σκάφους και γρήγορα τον ανέσυραν μόνο βρεγμένο.

Προφανώς ο ναύτης του πυροσβεστικού αυτοκινήτου να τα έχασε και θέλοντας άμεσα να καταστείλει την νέα εστία που προκλήθηκε απάνω που έσβησε η φωτιά στην πυραυλάκατο, ενήργησε απερίσκεπτα. Αν έπεφτε στον ηλεκτρικό πίνακα – που ήταν πολλών βολτ – αφού ηλεκτροδοτούνταν δύο καράβια – η ηλεκτροπληξία όσων έρχονταν σε επαφή ήταν βέβαιη. Τάχασε ο φουκαράς και λησμόνησε στοιχειώδεις κανόνες πυρασφάλειας.

Ακούστηκαν, είναι αλήθεια και δικαιολογημένα βέβαια ένα σωρό βρισιές και κατσαδιάσματα από το κακό που πήγε να γίνει και λίγο κόντεψε να πληρώσει με σοβαρό ίσως τραυματισμό ο αρχικελευστής με τη σωτήρια παρέμβαση του. Ας είναι, οι συντονισμένες προσπάθειες κατέσβησαν κι ετούτη τη δεύτερη πυρκαγιά. Και η κατάσταση έδειχνε να εκτονώνεται και ν’ αποκαθιστάται η ηρεμία.

Όμως τα ερωτήματα έδιναν κι έπαιρναν για το τι ακριβώς είχε συμβεί και προκλήθηκε η έκρηξη που συνοδεύτηκε κι από πυρκαγιά. Υποθετικές απαντήσεις κατά την προσφιλή τακτική των κάθε λογής ανεύθυνων… επαϊόντων και παντογνωστών, ακούγονταν αφειδώς, καθώς έλεγε ο καθένας απ’ όσους βρίσκονταν εκεί – είχε συγκεντρωθεί ολόκληρη η Αμφιάλη – το μακρύ του και το κοντό του. Βέβαια η εξήγηση δεν άργησε να γνωστοποιηθεί, αν και κάποιοι από τους βιαστικούς αυτόκλητους πραγματογνώμονες το είχαν επισημάνει νωρίς.

Στη διάρκεια προγραμματισμένου ελέγχου και δοκιμών, από κάποιο λάθος των υπεύθυνων μελών του πληρώματος, εξερράγη η ανάφλεξη του προωθητικού συστήματος του βλήματος, δηλαδή έγινε πυροδότηση εκτόξευσης. Όμως ο ίδιος ο πύραυλος, ο «πιγκουίνος» δεν είχε απασφαλιστεί και γι΄αυτό προκλήθηκε έκρηξη και πυρκαγιά. Ευτυχώς αποφεύχθηκαν τα χειρότερα γιατί θα μπορούσε ή να εκτοξευθεί το βλήμα με άγνωστες επιπτώσεις ή το χειρότερο να σκάσει στην βάση του με ανυπολόγιστες συνέπειες. Εκείνη την μέρα 25 Ιανουαρίου 1984 η Αμφιάλη γλίτωσε από μια ενδεχόμενη αγνώστου μεγέθους καταστροφή, και ας μη δόθηκε στο γεγονός δημοσιότητα, ως εσωτερική υπόθεση στρατιωτικής φύσης, αν και νομίζω πως πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων, δίχως βέβαια να παρουσιαστεί στις πραγματικές του διαστάσεις. Οπωσδήποτε έγιναν ανακρίσεις και αποδόθηκαν ευθύνες για απροσεξία των υπευθύνων με τις συνακόλουθες ποινές, που όπως μάθαμε από την γνωστή, ανεπίσημη πληροφόρηση υπήρξαν αυστηρές.

Το συμβάν αυτό θύμισε ένα άλλο αντίστοιχο που είχε συμβεί την περίοδο του Μεσοπολέμου στα συνεργεία τορπιλών της Αμφιάλης, όταν εξερράγη, στη διάρκεια δοκιμών, μια τορπίλη αλλά σαν από θαύμα δεν υπήρξαν θύματα. Ήταν 12 Δεκεμβρίου, γιορτή του Αγ. Σπυρίδωνα γι’ αυτό και οικοδομήθηκε μικρό παρεκκλήσι στο όνομα του αγίου, όπου κάθε χρόνος τελείται δοξολογία και η συγκεκριμένη ημερομηνία καθιερώθηκε ως αργία για το Τμήμα Υφάλων Όπλων της Αμφιάλης.

Όμως κάθε τέτοιο… θερμό περιστατικό προκαλεί και παράπλευρες απώλειες με θύμα και τον γράφοντα που λόγω της αναταραχής απώλεσε την ευκαιρία να πάρει εκείνη τη μέρα εξόδου ως εορταζόμενος. Εδώ κόντεψε να γίνει ολόκληρη … ναυμαχία, στην αναφορά ενός ναύτη θα δίνανε – και δικαιολογημένα – σημασία. Μας είχε προλάβει, για λίγα λεπτά, ο «πιγκουίνος»!

Εγγραφείτε στο Newsletter του Ταχυδρόμου